Διασκέδαση

Ο Τάκης Ζαχαράτος Πήγε να «Πνιγεί» Πολλές Φορές Αλλά τα Κατάφερε

_B0A8156 copy
Kοινοποίηση

Η Μέριλιν Μονρόε, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Νάντια Κομανέτσι, ο Μάικ Τάισον και η Λάιζα Μινέλι: Από αυτή την ετερόκλητη δεξαμενή ειδώλων, ο Τάκης Ζαχαράτος άντλησε εικόνες, ερεθίσματα και ηχοχρώματα. «Καταλαβαίνεις τι σύγχυση επικρατεί μέσα μου», λέει και γελάει με αυτόν τον ανοιχτόκαρδο τρόπο που σε προσκαλεί να γίνεις φίλος του, έστω για όσο κρατήσει αυτή η κουβέντα.

Το σπίτι του είναι «Τάκης Ζαχαράτος»: λαμπερό, αριστοκρατικό, εξωστρεφές με πολύ φως και καθρέφτες, αλλά κανονικό. Δεν υπάρχει τίποτα αποστειρωμένο και μουσειακό, ο χώρος είναι σε μια δημιουργική αναστάτωση. Κοστούμια που προετοιμάζονται για την επόμενη παράσταση, ανοιχτά βιβλία -κυρίως αυτοβελτίωσης- φωτογραφίες στους τοίχους από αμέτρητα show.

Videos by VICE

Αμέσως παρατηρεί κανείς πολλά λευκώματα με εμβληματικές σταρ του Χόλιγουντ όπως η αγαπημένη του Μέριλιν ή η Όντρεϊ Χέπμπορν και φωτογραφίες από παραστάσεις της Αλίκης, του μεγαλύτερου ειδώλου του, από την περίοδο της εφηβείας του ακόμα.

 «Στα 16-17 μου, μεταμφιεζόμουν σε Αλίκη. Έραβα τα κοστούμια του έργου που έπαιζε κάθε φορά, στην κυρία Βάσω και την κυρία Ελένη στην Πάτρα, δύο εξαιρετικές μοδίστρες. Ήθελα να έχω το τέλειο αντίγραφο κοστουμιού και μετά έκανα φωτογράφιση ανάλογα με τον ρόλο. Επαγγελματίας. Τις φωτογραφίες τις πήγαινα στην ίδια την Αλίκη, να τις δει».

Ο Τάκης Ζαχαράτος έφτιαξε για τον εαυτό του ένα είδος διασκέδασης που 30 χρόνια πριν δεν υπήρχε στην Ελλάδα και κατάφερε να καθιερωθεί ως ένα household όνομα. Το εντελώς απενοχοποιημένο σόου που έκανε πάντα μπήκε και στα πιο συντηρητικά σπίτια. Περισσότερο από διάσημος σόουμαν, μίμος, περφόρμερ, τραγουδιστής, ηθοποιός, έγινε ο «Ζαχαράτος» και αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη του επιτυχία: το όνομά του είναι συνώνυμο ενός υβριδικού καλλιτεχνικού performance που δύσκολα μπορεί να αντιγραφεί.

_B0A7560 copy.jpg

Στην αρχή, ούτε ο ίδιος δεν είχε καταλάβει πού κατατάσσεται αυτό που κάνει και δεν είχε καν διανοηθεί ότι θα μπορούσε να το κάνει επάγγελμα. «Όταν ξεκίνησα, υπήρχαν είτε τα μπουζούκια, είτε κάποιες μουσικές σκηνές. Δεν υπήρχε music hall στην Ελλάδα. Ήταν μόνο ο Γιώργος Μαρίνος, που έκανε κάτι πολύ διαφορετικό από μένα – και εκείνος είχε σταματήσει».

Με την ασφάλεια του ανθρώπου που τα κατάφερε και έχοντας μόλις επιστρέψει από ένα ταξίδι στην Αμερική, μετά τις sold-out εμφανίσεις του στη Θεσσαλονίκη, εν αναμονή του «Ραντεβού με τον Τάκη Ζαχαράτο» στο Παλλάς, ο περφόρμερ μιλάει για τη «χειροποίητη» καλλιτεχνική του περσόνα, το κομμωτήριό του που έγινε η δραματική του σχολή, την πιο δύσκολη δεκαπενταετία της ζωής του, την κατάθλιψη, το drag show και το πρώτο του βιβλίο «Πάστα Σεράνο», αφιερωμένο στον Βαγγέλη Γιακουμάκη, η ιστορία του οποίου τον συγκλόνισε. Ιστορίες με τη Μελίνα, την Αλίκη, τη Μαλβίνα και με άλλες προσωπικότητες που αποκαλούμε μόνο με το μικρό τους όνομα δεν θα μπορούσαν να λείπουν από τη συζήτηση.

VICΕ: Επέστρεψες πριν λίγο από την Αμερική. Πώς ήταν αυτό το ταξίδι; Τάκης Ζαχαράτος:Ήταν μαγικό. Έχω παρατηρήσει κάτι: αν τελειώσει μια σεζόν, όπως τώρα στη Θεσσαλονίκη και φύγω κατευθείαν για Αμερική, επειδή έχω αδειάσει, «φορτίζω» αμέσως με νέα πληροφορία. Πήγα στο Μπρόντγουεϊ που είναι η Ντίσνεϊλαντ για μένα, και είδα συγκλονιστικές παραστάσεις. Ήμουν κάθε μέρα στα θέατρα.

Μετά τη Θεσσαλονίκη, δεν ήξερα πώς με λένε. Θέλω πραγματικά να ευχαριστήσω όλον τον κόσμο για την αγάπη του. Πήγα για έναn μήνα και έμεινα τρεισήμισι. Είχα την τιμή να βραβευτώ ως ο πιο πετυχημένος καλλιτέχνης στην ιστορία του θεάτρου και να μου δώσουν το βραβείο η Βούλα Πατουλίδου και ο Ιωάννης Μελισσανίδης. Αφού τελείωσαν οι παραστάσεις, δεν μπορούσα να κοιμηθώ από την τσίτα. Ο οργανισμός παθαίνει διάφορα σκαμπανεβάσματα – και ψυχολογικά. Η γυμναστική με σώζει σε αυτό το κομμάτι.

_B0A8265-Edit88.jpg

**Υπήρχε κάπου και η ανάγκη να πας σε ένα μέρος που δεν σε γνωρίζει κανείς;
**Όχι, όχι. Δεν έχω την αίσθηση ότι με κυνηγούν οι παπαράτσι. Ευτυχώς δεν υπήρξε ποτέ αυτό. Η σχέση που έχω και με τους δημοσιογράφους και με τον κόσμο είναι πολύ κανονική. Είναι τιμή μου και χαρά μου να με σταματάνε στον δρόμο και να μου δείχνουν την αγάπη τους. Δεν έχω την ανάγκη να να πάω κάπου, που να μην με ξέρουν.

Από την άλλη, δεν με ενοχλεί και καθόλου το να μη με γνωρίζουν στον δρόμο. Δηλαδή, μου έλεγαν άλλοι φίλοι μου, δεν νιώθεις «κατάθλιψη»; Ούτε καν. Εγώ ξεχνάω και ποιος είμαι, όταν βρίσκομαι εκτός θεάτρου, δεν κουβαλάω το σόου και στη ζωή μου.

**Δηλαδή όταν δεν δουλεύεις, όταν είσαι με φίλους, πώς είσαι; Μπορεί να είσαι πιο ήσυχος από αυτό που φανταζόμαστε για έναν σόουμαν;
**Είμαι πολύ ήσυχος, έχω και μια τρέλα βέβαια. Πριν κάποιες μέρες, πήγα στον Πειραιά σε ένα κουτούκι με ζωντανή ορχήστρα και δεν άφησα το μικρόφωνο. Ξεσήκωσα 100 αγνώστους, γίναμε φίλοι σε ένα τέταρτο και κάθισα μέχρι τα ξημερώματα. Αυτό μου θύμισε την Πάτρα, παλιά. Με έκανε να καταλάβω ότι ευτυχώς υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους.

Από την άλλη, μου αρέσει πολύ να κάτσω σπίτι μου, να διαβάσω. Με ενδιαφέρει η προσωπική ανάπτυξη και παρακολουθώ σεμινάρια, διαβάζω βιβλία, διότι θεωρώ ότι στη ζωή, δεν τελειώνει ποτέ η αναζήτηση. Είναι πολύ γοητευτικό αυτό το ταξίδι προς τα μέσα. Μέσα από όλα αυτά, κατάλαβα πόσο κακό κάνει η τελειομανία και η εργασιομανία που πιστεύω ότι με χαρακτήριζαν. Όταν προσπαθείς πάντα να τα κάνεις όλα τέλεια, είναι σαν να κακοποιείς τον εαυτό σου, να τον πνίγεις.

**Παλαιότερα, είχες περάσεις από αυτές τις φάσεις, πίεζες δηλαδή τρομερά πολύ τον εαυτό σου για ένα αποτέλεσμα;
**Πάρα πολύ πίεζα τον εαυτό μου να κάνει το ακατόρθωτο, να κάνει το τέλειο – τέλειο δεν υπάρχει. Και όταν ήμουν αθλητής φυσικά, συνέβαινε αυτό. Η ενόργανη είχε πολλή καταπόνηση, έξι ώρες προπόνησης την ημέρα. Αργότερα πάλι, με το κομμωτήριό μου, δούλευα από το πρωί μέχρι το βράδυ.

Κάποια στιγμή, άρχισα να σκέφτομαι τι μου αρέσει. Με ευχαριστεί για παράδειγμα να γυμνάζομαι, να βγαίνω. Δεν είναι μόνο η δουλειά. Όταν δουλεύω, δουλεύω αλλά όταν κάνω διακοπές πια, κάνω διακοπές. Έκανα καλύτερο καταμερισμό χρόνου για να χωρέσω τα πράγματα που θέλω. Ξεβολεύτηκα, για να βολευτώ καλύτερα.

Οπότε, είμαι σε αυτή τη φάση που δίνω χρόνο, παίρνω ανάσες. Παλιά, ήταν όλα χωρίς ανάσα. Δηλαδή και ο μαέστρος μού λέει στο πρόγραμμα: «πάρε ανάσα». «Ααα, λέω δεν πήρα;» και πίνω μια γουλιά νερό, πριν συνεχίσω. Φτάνει αυτό παιδιά, ανάσες (γελάει)!

**Εσύ που κάνεις ένα απίστευτα εξωστρεφές σόου, έχεις περάσει περιόδους μεγάλης εσωστρέφειας;
**Περιόδους κατάθλιψης; Ναι, αρκετές φορές. Αυτό νομίζω ότι συμβαίνει σε φάσεις της ζωής σου που βρίσκεσαι σε σταυροδρόμι: δεν σε καλύπτει πια ό,τι έχεις κάνει, δεν θες να επαναληφθείς, εγώ τουλάχιστον, και θες να πας κάπου που δεν ξέρεις πού, στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.

Σε εκείνη τη φάση χρειάζεσαι πάρα πολλή πίστη, να ακούς το ένστικτό σου, να έχεις καθαρό παρμπρίζ για να βλέπεις σωστά και να πας στην επόμενη τάξη. Πιστεύω ότι στη ζωή δεν σταματάει ποτέ η εκπαίδευση, απλώς αλλάζουμε πίστα. Όσα και να ξέρεις, έρχεται η στιγμή που πρέπει να μάθεις άλλα, καινούρια.

**Οπότε, η κατάθλιψη ερχόταν τις περιόδους που μπορεί να φοβόσουν να κάνεις το επόμενο βήμα;
**Φυσικά. Εγώ σκέψου ότι είχα ένα κομμωτήριο στην Πάτρα, που ήταν εξαιρετικά επιτυχημένο. Βρέθηκα ξαφνικά στην Αθήνα, χωρίς να έχω καμία παιδεία γι’ αυτό που κάνω, στα βαθιά και έπρεπε σε μια νύχτα να μάθω να είμαι μάνατζερ του εαυτού μου, καλλιτέχνης. Δεν ήξερα τι είναι φωνητική, δεν ήξερα πώς τραγουδάνε, πώς χορεύουν και δεν υπήρχαν τότε σχολές στην Αθήνα που να τα συνδυάζουν όλα αυτά.

«Έπρεπε να σκάψω εγώ ένα άλλο μονοπάτι, να δημιουργήσω αυτό που είμαι σήμερα. Όταν με ρωτάνε ‘‘πώς να σας αποκαλούμε;’’, απαντάω ‘‘Τάκη Ζαχαράτο’’».

Έτσι, άρχισα να πηγαίνω στην Αμερική. Ό,τι χρήματα έβγαζα, τα επένδυα στο να κάνω σεμινάρια εκεί, να βλέπω παραστάσεις. Χρειαζόταν να εξελιχθώ, να βρω τη βάση μου, να ξέρω τι είναι αυτό που κάνω, πού υπάρχει, πώς το λένε, τι είμαι. Τα πρώτα 15 χρόνια, τώρα που τα σκέφτομαι, δεν ξέρω πώς άντεξα. Ίσως, γιατί είμαι ερωτευμένος με αυτό που κάνω και έχω πολύ focus, αλλά πραγματικά ήταν πολύ δύσκολα. Με παραδέχομαι που το πέρασα αυτό.

_B0A8380 copy88.jpg

**Από ποια άποψη, ήταν τόσο δύσκολα αυτά τα 15 χρόνια;
**Πρώτα απ’ όλα, αυτό που έκανα εγώ δεν υπήρχε. Όταν ξεκίνησα, υπήρχαν είτε τα μπουζούκια, είτε κάτι μουσικές σκηνές. Δεν υπήρχε music hall. Ήταν μόνο ο Γιώργος Μαρίνος που είχε σταματήσει. Μια φορά τον είχα δει και είχα εντυπωσιαστεί. Δεν είχα, όμως, καταλάβει τι έκανε και επίσης ήταν άλλο πράγμα από αυτό που ήμουν εγώ. Εκεί τελείωσε το music hall στην Ελλάδα και ξανάρχισε όταν η Μαρινέλλα έκανε τις εμφανίσεις στο REX. Την υπέροχη Μαρινέλλα παρακολούθησα τότε, είδα έναν φάρο και λέω «από εκεί θα πάμε να σωθούμε». Της οφείλω πάρα πολλά.

Το πρώτο σοκ λοιπόν ήταν που ήρθα στην Αθήνα, χωρίς καμία παιδεία γι΄αυτό που έκανα. Δεύτερος σοκ: βρέθηκα κάτω από τον προβολέα να παίζω στην ταινία του Κακογιάννη, με την Ειρήνη Παπά (σ.σ.: στο «Πάνω, κάτω και πλαγίως»). Δηλαδή από το κομμωτήριο στην Πάτρα, στην Αθήνα, σε ταινία του Κακογιάννη και να έχω να διαχειριστώ πράγματα που δεν γνώριζα: πώς πληρώνονται, τι λεφτά ζητάνε, τι είμαι εγώ.

«Πολλές φορές έπεσα στο νερό, πήγα να πνιγώ, βγήκα ξανά, κρατήθηκα, ξανάπεσα. Όλα ήταν στον αέρα, το ένα ρίσκο ερχόταν πίσω από το άλλο».

Δεν είμαι τραγουδιστής που υπάρχει ένα προηγούμενο, οπότε έπρεπε να σχηματιστεί μια νέα κατάσταση, να σκάψω εγώ ένα άλλο μονοπάτι και να δημιουργήσω αυτό που είμαι σήμερα. Όταν με ρωτάνε «πώς να σας αποκαλούμε;», απαντάω «Τάκη Ζαχαράτο». Δεν είναι εγωιστικό αυτό, είναι όλο handmade, με πολύ κόπο φτιαγμένο.

Η διαμόρφωση και η εξέλιξη αυτού που είμαι είχε πάρα πολλές «Συμπληγάδες» και έχει ακόμη, αλλά τώρα πια ξέρω να κρατάω το κατάρτι και να μην ακούω τις σειρήνες. Πάντα μου έρχεται ο Οδυσσέας στο μυαλό – κάθε άνθρωπος ζει τη δική του Οδύσσεια, βέβαια. Πολλές φορές έπεσα στο νερό, πήγα να πνιγώ, βγήκα ξανά, κρατήθηκα, ξανάπεσα.

Όταν δεν ξέρεις πού να βασιστείς, οι γονείς σου είναι σε άλλη πόλη, είναι όλα καινούργια, συναντάς ανθρώπους ψεύτικους, που σε κοροϊδεύουν στα λεφτά σου, στις φιλίες, έχεις κλείσει και το κομμωτήριό σου που ήταν μια ασφάλεια, πρέπει να κρατήσεις το κεφάλι έξω από το νερό. Όλα ήταν στον αέρα, το ένα ρίσκο ερχόταν πίσω από το άλλο. Και τώρα που τα σκέφτομαι λέω «πώς το έκανες αυτό το πράγμα;»

Όταν ξεκίνησα, πριν ακόμα κλείσω το κομμωτήριό μου, είχα μια μεγάλη επιτυχία στο Ρίμπας και την επόμενη χρονιά, μου έκαναν προτάσεις από πολλά μαγαζιά και επέμενε πολύ ένας επιχειρηματίας να είμαι στο μαγαζί του. Εγώ αθώος του είπα «ναι».

Είχα πει «όχι» σε όλους τους άλλους και με παίρνουν και μου λένε «ξέρεις, σε κορόιδεψε, δεν θα είσαι». Και γύρισα στο κομμωτήριο μου στην Πάτρα. Δούλεψα εκεί και την επόμενη χρονιά, ήρθα ξανά στην Αθήνα. Δεν είχα και δεν έχω κανένα θέμα να κάνω μια άλλη δουλειά. Δεν έχω τέτοιο εγωισμό. Θεωρώ ότι αυτός ο τρόπος σκέψης σε μπλοκάρει.

**Είχες κάνει όμως ήδη μια επιτυχία. Δεν αγχώθηκες τι θα γίνει στη συνέχεια και αν θα ξαναδουλέψεις ως σόουμαν ή με ποιους όρους;
**Όχι. Ξέρεις γιατί; Διότι δεν θεωρώ τη μια δουλειά ανώτερη της άλλης. Πιστεύω ότι η δουλειά του κομμωτή είναι εξαιρετικά υποστηρικτική για τους ανθρώπους και δίνει χαρά. Εμένα με τρέλαινε το ότι έμπαινε κάποιος στο κομμωτήριο και μετά έβγαινε όμορφος, του έφτιαχνα τη μέρα και ζωγραφιζόταν αυτή η χαρά στο πρόσωπό του, την οποία τη βλέπω τώρα στους θεατές, μετά την παράσταση. Δεν θεωρώ ότι είναι κάτι ανώτερο ή κατώτερο του άλλου ή ότι θα πάω ένα βήμα πίσω.

**Οπότε, η κομμωτική και το σόου είναι δύο τρόποι να δίνεις χαρά στους άλλους;
**Φυσικά. Επίσης, να σου πω κάτι; Το κομμωτήριο ήταν για μένα η δραματική σχολή που δεν έκανα, διότι γνώρισα πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Τους θεατρικούς ήρωες που στη σχολή τους δίδασκαν, εγώ τους έλουζα, τους χτένιζα και τους άκουγα.

«Έβγαινα μόνο τα ξημερώματα από το σπίτι μου, για να μη με δει ο κόσμος. Ένιωθα πολύ άσχημα και θυμάμαι ότι περπατούσα στη Φωκίωνος και μου λέει ένας ‘‘πω πω, πώς έγινες έτσι; Πώς πάχυνες;’’».

Επίσης είναι πολύ σημαντικό ότι ξέρω από μακιγιάζ και μαλλιά, για αυτό που κάνω σήμερα. Φτιάχνω πάντα τις περούκες ο ίδιος, έχω βοήθεια και από ανθρώπους εξαιρετικούς φυσικά, αλλά πάντα εγώ θα την κρεπάρω την περούκα. Οπότε όλα έγιναν για να προετοιμαστεί και να χτιστεί αυτό που είμαι τώρα, ό,τι συνέβη στη ζωή μου – και αυτά τα 15 δύσκολα χρόνια. Δεν θέλω να πω ότι ήταν ταλαιπωρία. Θα πω ότι εκπαιδευόμουν ταυτόχρονα σε πάρα πολλούς ρόλους που έπρεπε να υποστηρίξω.

_B0A8004 copy.jpg

**Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή, το πιο δύσκολο βράδυ;
**Πέρασα πάρα πολλά δύσκολα βράδια. Θυμάμαι ότι εκεί στις αρχές της καριέρας μου, δεν είχα καταλάβει ότι είχα πάθει κατάθλιψη. Είχα παχύνει και δεν έβγαινα από το σπίτι μου. Κοίταζα από τις γρίλιες τον κόσμο έξω. Είχα φοβηθεί πάρα πολύ, μόλις είδα όλη την ψευτιά του χώρου, γιατί είχα έρθει με πολύ αγνή διάθεση και αθώα μάτια. Έβγαινα μόνο τα ξημερώματα, για να μην με δει ο κόσμος.

Ένιωθα πολύ άσχημα για την εικόνα μου και θυμάμαι ότι περπατούσα στη Φωκίωνος και μου λέει ένας «πω πω πώς έγινες έτσι; πώς πάχυνες;». Και έμεινα άλλους τρεις μήνες μέσα. Μια μέρα θυμάμαι ότι τρόμαξα στον καθρέφτη τόσο πολύ, όχι με την εικόνα μου, αλλά με το βλέμμα μου.

Δύο πόρτες εμφανίστηκαν εκείνη τη στιγμή μπροστά μου: είτε να βουλιάξω, είτε να πάρω αυτόν τον άνθρωπο που είδα στον καθρέφτη και να του πω «πάμε αγάπη μου, σιγά σιγά». Έκανα το δεύτερο. Πολλές φορές έχω ζήσει το «δύο πόρτες έχει η ζωή». Δηλαδή ή θα είσαι ή θύμα ή θα είσαι δυνατός. Πρέπει να διαλέξεις ποια πόρτα θες. Κάποια στιγμή μπορεί να μην μπορείς να φανείς δυνατός και δεν πειράζει, αλλά σιγά-σιγά πρέπει να κάνεις βρεις το κουράγιο να κάνεις το επόμενο βήμα.

**Τώρα πια έχεις ακόμα μία ιδιότητα, αυτή του συγγραφέα. Εκδόθηκε το πρώτο σου βιβλίο, με τίτλο «Πάστα Σεράνο».
**Αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο στον Βαγγέλη Γιακουμάκη, γιατί με συγκλόνισε αυτό το αγγελούδι, όταν είδα αυτό που συνέβη – και μετά, δυστυχώς, είχαμε επαναλαμβανόμενα περιστατικά. Θεωρώ ότι είναι απαράδεκτο το 2023 να μιλάμε για παιδική κακοποίηση, γυναικοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία, βία γενικότερα.

Τι μάθαμε τόσα χρόνια; Τι λάθος κάναμε; Γιατί όλοι φταίμε κάπου. Πού είναι η προσωπική μου ευθύνη, πού είναι ευθύνη του κράτους; Με ενδιέφερε πάντα να δω από πού στο καλό, έρχεται αυτή η βία, πώς ένας άνθρωπος φτάνει στο σημείο να φερθεί έτσι. Και είχε πολλή έρευνα για μένα αυτό το βιβλίο. Το είχα 15 χρόνια στο κεφάλι μου και δεν έβρισκα τον χρόνο να το κάνω. Μέσα στην καραντίνα, δεν κατάλαβα πότε το έγραψα, πότε το πήγα στις εκδόσεις Διόπτρα, πότε βγήκε, πότε άρεσε, πότε πούλησε. Θέλω να γίνει σίγουρα σειρά.

Κατάλαβα λοιπόν ότι το πρόβλημα ξεκινάει από την οικογένεια και από το εκπαιδευτικό σύστημα. Έχεις τις ρίζες της πολύ πίσω η βία, γι’ αυτό πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρχει οικογενειακή υποστήριξη στα σχολεία και υποχρεωτική σε κάποιες περιπτώσεις. Θέλουν βοήθεια οι γονείς, οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται πόσο κακό κάνουν στα παιδιά τους, γιατί αυτό έκαναν και οι δικοί τους γονείς. Πρέπει να καταλάβουμε ότι κανείς δεν φταίει. Απλά λείπει η πληροφορία, λείπει η παιδεία, λείπει η ενσυναίσθηση και στεναχωριέμαι πάρα πολύ να βλέπω ανθρώπους που μιμούνται ότι είναι άνθρωποι. Με θλίβει αυτό.

**Ποιοι μιμούνται ότι είναι άνθρωποι;
**Οι άνθρωποι χωρίς ενσυναίσθηση, οι άνθρωποι-ρομπότ. Βλέπω ότι πολλοί άνθρωποι ξυπνάνε, πάνε στη δουλειά, κάνουν αυτά που είναι να κάνουν, χωρίς να συναισθάνονται ούτε τον εαυτό τους, ούτε τους άλλους. Και αυτό με θλίβει πάρα πολύ, οι άνθρωποι χωρίς καρδιά. Δεν νομίζω ότι ήρθαμε εδώ απλά για να υπάρχουμε. Ήρθαμε εδώ για να αγαπηθούμε, να δώσουμε αγάπη, να μοιραστούμε, να τσακωθούμε, να διαφωνήσουμε, να ξαναγαπηθούμε, να ανταλλάξουμε απόψεις για τη ζωή. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, κουβαλάει ένα μοναδικό αποτύπωμα και πρέπει να το αφήσει αυτό το αποτύπωμα.

Πρέπει να σταματήσουμε τη βία. Εγώ φανταζόμουν πάντα ένα έναν κόσμο -έτσι έμαθα από το σπίτι μου- που να έχουν όλοι αποδοχή και να μη μας ενδιαφέρει ο άλλος τι κάνει στη ζωή του. Εμένα με ενδιέφερε πάντα η ψυχή του άλλου και ποτέ, μα ποτέ το απ’ έξω. Ποτέ δεν είδα την επιφάνεια. Μου φαίνεται απαράδεκτο το 2023 να μιλάμε ακόμα για αυτά.

«Φαντάζομαι έναν κόσμο που δεν θα κρίνει κανείς κανέναν, έναν κόσμο που χωράει τους πάντες. Δεν ήρθαμε εδώ πέρα για να βγάλουμε τα μάτια ο ένας του άλλου».

Εμένα με ενδιαφέρει τι άνθρωπος είναι ο απέναντί μου. Το βρίσκω τραγικό να κρίνεις γενικά τους άλλους, πόσο μάλλον από το χρώμα δέρματός του, από τη δουλειά τους κλπ. Όταν κρίνει κάποιος ουσιαστικά εκτίθεται, γιατί τον εαυτό του καθρεφτίζει στον άλλον. Κάποια στιγμή, κατάλαβα –γιατί κι εγώ έκρινα πολύ– ότι με ενοχλεί στον άλλον αυτό ακριβώς που δεν αποδέχομαι σε μένα.

Βλέπω δηλαδή κάτι στον άλλον που είναι δικό μου θέμα. Μόλις το συνειδητοποίησα αυτό, σοκαρίστηκα και λέω τώρα «έχουμε δουλειά. Κι εγώ θα ήθελα να είμαι έτσι, με ενοχλεί που άλλος το καταφέρνει κι εγώ δεν μπορώ, για αυτό δεν τον θέλω».

Εγώ φαντάζομαι έναν κόσμο που δεν θα κρίνει κανείς κανέναν, έναν κόσμο που χωράει τους πάντες. Νομίζω ότι δεν ήρθαμε εδώ πέρα για να βγάλουμε τα μάτια ενός άλλου. Για μένα, η ζωή είναι μια εκπαίδευση και ο κάθε άνθρωπος είναι ένας μικρός θεός και ένας δάσκαλος. Και όλοι είναι σοφοί κατά τη γνώμη μου – από ένα παιδάκι μέχρι έναν πολύ μεγάλο άνθρωπο.

 **Στον Βαγγέλη Γιακουμάκη, τι ήταν αυτό που σε άγγιξε τόσο πολύ;
**Δεν ξέρω, ταυτίστηκα πάρα πολύ μαζί του, γιατί ήταν ένα ένα πλάσμα με απίστευτη καλοσύνη. Δεν είχα περάσει bullying, αλλά κι εγώ ανεχόμουν άνθρωπους χειριστικούς, απλά είχα έναν άλλο χαρακτήρα και τσαμπουκαλευόμουν στο τέλος.

Δηλαδή, όταν με έφταναν στο όριό μου, έβγαινα κι εγώ μπροστά, να με προστατεύσω. Με συγκίνησε πάρα πολύ η ευαισθησία του και οι γονείς του, όταν τους είδα με πόση λεβεντιά και με πόση ουσιαστική κατανόηση, τα χειρίστηκαν όλα. Με συγκλόνισε ο τρόπος που αντιμετώπισαν αυτή την τραγωδία.

«Ό,τι είμαι το οφείλω στον κόσμο και μόνο, γιατί δεν είχα ούτε λαδέμπορο, ούτε σπόνσορα, ούτε καναλάρχη να με στηρίζει».

**Υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι που προσπάθησαν να σου κάνουν bullying;
**Σίγουρα ναι, έχει γίνει κι αυτό. Απλά εγώ δεν μασούσα, γιατί ήμουνα τόσο ερωτευμένος με τη δουλειά μου και κοίταζα τόσο πολύ προς το φως που δεν έβλεπα κάτι άλλο. Είχα τέτοιο ενθουσιασμό με την τέχνη μου, να μεταμφιεστώ, να βρω κοστούμια. Αυτές τις φωνές σαν να τις χαμήλωνα και δυνάμωνα την τέχνη μου. Για μένα η τέχνη μου ήταν και είναι το καταφύγιό μου. Η δημιουργικότητα είναι ευλογία και ένας πολύ ασφαλής τόπος για μένα.

**Πολύ σημαντικό ταλέντο το να μπορείς να χαμηλώνεις αυτές τις φωνές.
**Αυτόματα. Δεν το έκανα επίτηδες, γινόταν. Επειδή με έχουν ρωτήσει αρκετά τον τελευταίο καιρό και είναι λογικό, κατάλαβα πόσα πράγματα είχα βάλει στην άκρη. Φυσικά έχω δεχτεί bullying, απλώς δεν το επέτρεπα να περάσει μέσα μου.

**Όταν ξεκίνησες, ήταν μια πολύ διαφορετική εποχή.
**Ναι, ήταν. Σαφέστατα ο χώρος είχε πολύ ανταγωνισμό – πάλι δεν είχα πάρει χαμπάρι. Εδώ και κάνα χρόνο έχω καταλάβει πόσο ανταγωνιστικός και επιθετικός είναι ο χώρος της σόουμπιζ. Μου είπε ένας φίλος μου προχθές ότι δεν με θέλει το σύστημα κι ότι δεν είμαι μέρος του, και λέω «πόσο δίκιο έχει». Κι όντως δεν υπήρξα ποτέ στο σύστημα, ήμουν πάντα ένα αουτσάιντερ που έμπαινε, γιατί το ήθελε ο κόσμος.

«Φυσικά και έχω δεχτεί bullying, απλώς δεν το επέτρεπα να περάσει μέσα μου».

Το λέω πάντοτε: αν δεν ήταν ο κόσμος εκεί, δεν θα ήμουν τίποτα. Δηλαδή, ό,τι είμαι το οφείλω στον κόσμο και μόνο, γιατί δεν είχα ούτε λαδέμπορο, ούτε σπόνσορα, ούτε καναλάρχη να με στηρίζει. Ο κόσμος με έβαλε στη θέση που είμαι και για αυτό θα του έχω πάντα τεράστιο σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Κάθε φορά, δίνω τον καλύτερό μου εαυτό, γιατί θεωρώ ότι ο κόσμος που έρχεται εκεί χρειάζεται να πάρει κάτι φεύγοντας, και θέλω να του δώσω πολλά δώρα.

**Επειδή, όπως είπαμε ήταν μια άλλη εποχή, από το περιβάλλον σου, βρήκες από την αρχή αποδοχή στο ότι μεταμφιεζόσουν, ότι φορούσες γυναικεία ρούχα;
**Δεν είχαν κανένα θέμα. Ούτε συνάντησα ποτέ τέτοιο πρόβλημα. Μόνο μια φορά, στις αρχές που συζητούσα με ένα κλαμπ, ο επιχειρηματίας όταν του είπαν για μένα, ότι μεταμφιέζομαι κλπ., είπε «εγώ δεν βάζω τέτοια πράγματα στο μαγαζί μου».

Μετά από καιρό, μου ζήτησε συγνώμη και μου είπε ότι δεν ήξερε τι έκανα πάνω στη σκηνή. Όταν με είδε, το χάρηκε κιόλας. Γι’ αυτό σου λέω χρειάζεται η πληροφορία. Πάντα σε έναν άνθρωπο λείπει μια γνώση που πρέπει να την πάρει.

_B0A8376.jpg

**Ήσουν από τους τυχερούς, που μερικά από τα είδωλά σου, τα γνώρισες στην πραγματική ζωή. Με κάποιες από αυτές τις πολύ σημαντικές γυναίκες, όπως η Μελίνα Μερκούρη και η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχες ιδιαίτερη σχέση.
**Τη Μελίνα την είχα δει στο θέατρο της Αλίκης. Μου σκάει ένα χαμόγελο και τρέχω και της λέω «κυρία Μερκούρη, μπορώ να σας κάνω την Αλίκη;». Υπέροχη, με χιούμορ απίστευτο. Τώρα φαντάσου πόσος κόσμος ήταν γύρω από τη Μελίνα, εκείνη σταματάει, με παίρνει αγκαλιά και μου μου λέει «για κάν’ τη».

«Εμένα μπορείς να με κάνεις;» (σ.σ. μιμείται τη φωνή). Της τραγούδησα σαν Μελίνα και χάρηκε τόσο πολύ που ήθελε να με γνωρίσει καλύτερα. Δυστυχώς, δεν προλάβαμε. Είχε μια βιντεοκασέτα που έκανα στην εκπομπή της Μαλβίνας τη Μελίνα και έλεγε ότι ήταν το αγαπημένο της σόου. Το έβλεπε πριν φύγει για Αμερική.

Έπινε καφέ, κάπνιζε και έλεγε «μα με κάνει καταπληκτικά. Πότε πήγα στη Μαλβίνα;». Της άρεσε πάρα πολύ και χαίρομαι, γιατί αν και δεν προλάβαμε να γνωριστούμε καλύτερα, της έδωσα χαρά, λίγο πριν φύγει. Μου το λένε φίλοι της και συγκινούμαι πάρα πολύ – δεν το πίστευα ότι είχε γίνει.

Όταν ήμουν ακόμα στην Πάτρα, με φώναζε η Μαλβίνα –άλλο μεγάλο σχολείο και προσωπικότητα– και ο Βλάσσης Μπονάτσος και μου έλεγαν «Έλα Αθήνα να κάνουμε ένα γύρισμα». Έπαιρνα μια περούκα και ερχόμουνα. Ήταν όλο αυτοσχέδιο με τη Μαλβίνα. Αν καταλάβαινα τότε ποια ήταν απέναντί μου…Είχα εκείνη την άγνοια κινδύνου του πρωτάρη που είναι υπέροχη.

**Και με την Αλίκη Βουγιουκλάκη είχατε μια ξεχωριστή σχέση.
**Με την Αλίκη είχαμε μια πολύ ωραία σχέση. Πίστευε πάρα πολύ ότι έχω ταλέντο και ήθελε να με βγάλει η ίδια στο θέατρο. Πήγα σε εκείνη πολύ νωρίς. Είχα κάνει μόνο την ταινία του Κακογιάννη και μου είπε «θα βρω έργο και θα παίξουμε τις δίδυμες». Σκέψου πόσο μπροστά ήταν η Αλίκη!

«Έχεις πολύ ταλέντο για το μουσικό θέατρο», μου έλεγε. Όταν πήγα στο θέατρό της, μου είπε «εσύ που με αγαπάς τόσο πολύ θέλω να έχεις κάτι δικό μου». Χρόνια αργότερα, όταν έπαιζα πια στο Θέατρο «Αλίκη», ήμουν στο καμαρίνι και βαφόμουν, γιατί πάω και πέντε ώρες πριν την παράσταση. Καθόμουν και σκεφτόμουν «κοίτα να δεις που ήθελε να μου δώσει κάτι δικό της και τα έφερε ο θεός έτσι, που παίζω στο θέατρό της, εκεί που πήγαινα να τη δω». Αυτό το γεγονός δεν έχω επιτρέψει ακόμα να κάτσει μέσα μου.

 Η Αλίκη είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο – η Μέριλιν και η Αλίκη ήταν από έναν άλλο πλανήτη. Ήρθαν να δώσουν το χαμόγελο και την αισιοδοξία κι έγιναν μύθοι. Η Αλίκη άστραφτε. Έβγαινε στη σκηνή, έκανες ένα ζουμ στο πρόσωπό της σαν να ήταν ταινία και ξεχνούσες τι έργο έβλεπες. Είχε τέτοιο μαγνήτη που ήταν συγκλονιστικό.

_B0A8128 copy.jpg

**Ποια ιστορία σου έχει μείνει από την Αλίκη;
**Την τελευταία φορά που την είδα, ήμουν έξω από το καμαρίνι της και ήθελε να με δει. «Έλα μέσα να σου δώσω συμβουλές», μου είπε. Κι εγώ δεν το περίμενα. Σαν να ήξερε ότι δεν θα με ξανάβλεπε, μου είπε «επειδή διακρίνω σε σένα κάτι, θέλω να σου πω κάποια πράγματα». Και θυμάμαι μου μιλούσε, μου μιλούσε, μου μιλούσε. Κι εγώ να έχω χαθεί, μες στον καθρέφτη που έβλεπα πόσο όμορφη ήταν. Και της λέω πολύ αυθόρμητα, γιατί εγώ δεν ήμουν ποτέ ο fan που πηγαίνει από πίσω, την παρατηρούσα πολύ διακριτικά, σαν ένα έργο τέχνης, «πόσο όμορφη είστε».

Και δεν καταλαβαίνεις πώς το εισέπραξε. Ήταν λες και άναψε το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Σύνταγμα. Άστραψε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγκαλιά της, που έβαλε το κεφαλάκι της στον ώμο μου και με έσφιξε και την έσφιξα. Και ήταν κούκλα, ένα κοριτσάκι Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την αγκαλιά, έχω την αίσθησή της πάντα πάνω μου.

**Θυμάσαι κάποια από τις συμβουλές που σου έδωσε η Αλίκη σε εκείνη την τελευταία συνάντηση;
**Ναι όλες, απλά δεν θα ήθελα να τις μοιραστώ, θέλω να τις κρατήσω για μένα (γελάει).

**Τι θα δούμε τώρα στις παραστάσεις σου στο Παλλάς, στο «Ραντεβού με τον Τάκη Ζαχαράτο;
**Το «Ραντεβού» είναι μια λατρεμένη παράσταση που όπως είπα έρχεται από τη Θεσσαλονίκη με μεγάλη φόρα, με τεράστια επιτυχία. Είναι ανανεωμένη, γιατί δεν εφησυχάζω ποτέ. Είναι μια παράσταση πολύ «Τάκης». Έχει πολιτική σάτιρα, κοινωνική σάτιρα, τηλεοπτική σάτιρα, συναντήσεις που δεν θα γίνουν ποτέ: εμφανίζεται ο πρωθυπουργός να δίνει συνέντευξη στην ηγουμένη του «Μαύρου Ρόδου», η ηγουμένη εξομολογεί τον Νίκο Κοκλώνη, η Ματίνα Παγώνη συναντάει τον Μπόρις Τζόνσον, τον Εμμανουέλ και την Μπριζίτ Μακρόν.

«Αλίμονο αν δεν αφουγκράζεσαι την εποχή και αν δεν εξελίσσεσαι παράλληλα μαζί της, αν δεν παίρνεις τα μηνύματα. Πρέπει με την εποχή σου να πηγαίνεις χέρι-χέρι».

 Η Αγγελική Νικολούλη ανακρίνει την Ιλάειρα και τον Μαυρίκιο, η Δρ Θρήνου δίνει λύσεις για τα κιλά του Πάσχα. Θα δούμε ντουέτα που δεν έχουν γίνει ποτέ. Μετά τον Αργυρό και τον 50cent, η Θεοδωρίδου κάνει ντουέτο με τη Σελίν Ντιόν, Ο ΛεΠα με την Αντέλ για να σκάσει η Νατάσα, η Lady Gaga με τη «Λαίδη» Άντζελα που το κανονίζει ο Κοκλώνης και φέρνει τον μαέστρο Παπακαλιάτη, η Μύριαμ Απλού λέει τον ύμνο της ΔΕΗ. Έχουμε τα πάντα, όλη την επικαιρότητα. Έχει συμβεί κάτι με το τζουκ μποξ μέσα μου, άλλον πάω να κάνω και άλλος βγαίνει.

Αλήθεια, βγαίνουν ντουέτα και τρίο που δεν έχω ξανακάνει ποτέ. Δημιουργούνται τέτοια φανταστικά σενάρια και ξέρεις τι μ’ αρέσει; Το ότι διασκεδάζεις και γελάς με το που ανοίγει αυλαία μέχρι το φινάλε και έχει και πολύ συγκινητικά σημεία που αγαπώ πάρα πολύ. Έχει πολύ ωραία ροή, είμαι δυόμιση ώρες στη σκηνή.

**Γιατί είπες ότι μέσα σε αυτά τα 30 χρόνια που κάνεις show, παρατηρείς ότι τώρα η Ελλάδα είναι πιο συντηρητική;
**Είμαστε σε μια εποχή που που συμβαίνει κάτι πάρα πολύ ωραίο, οι άνθρωποι εκφράζονται, απελευθερώνονται. Η άλλη πλευρά, επειδή δεν είναι έτοιμη να δει όλες αυτές τις αλλαγές, τρομάζει. Οπότε, από τη μία πλευρά υπάρχει ένα κύμα απελευθέρωσης και από την άλλη, ένα κύμα φόβου του «τι είναι τούτο τώρα που έρχεται;». Έτσι βγαίνει ένας συντηρητισμός, που δεν τον είχα αισθανθεί όταν ξεκινούσα – και στις σχέσεις των ανθρώπων. Σε έναν βαθμό είναι λογικό, αυτό το κύμα απελευθέρωσης και αποδοχής της διαφορετικότητας να φέρνει κι ένα κύμα αντίδρασης και συντηρητικούρας.

_B0A7989 copy888.jpg

**Πιστεύεις ότι πρέπει να κάνουμε και το επόμενο βήμα, να μιλήσουμε ακόμα πιο ανοιχτά για τα πράγματα;
**Εγώ δεν μπορώ να πω σε κανέναν τι θα κάνει, τι κάνω εγώ με μένα θα σου πω. Αλίμονο αν δεν αφουγκράζεσαι την εποχή και αν δεν εξελίσσεσαι παράλληλα μαζί της, αν δεν παίρνεις τα μηνύματα. Πρέπει με την εποχή σου να πηγαίνεις χέρι-χέρι. Αν θες να μείνεις πίσω, να κοιτάς τους άλλους να προχωράνε και να μην παίρνεις χαμπάρι, επίσης είναι μια απόφαση.

**Στο ρεπερτόριό σου υπάρχει και μια περσόνα που έχεις επινοήσει εσύ, η Μύριαμ Απλού. Το show που έκανες και κάνεις ως Μύριαμ, πιστεύεις ότι κατατάσσεται στο drag show;
**Ναι είναι drag, μέσα από την περσόνα αυτή. Η Μύριαμ είναι μια λατρεμένη ντίβα του Αζερμπαϊτζάν, είναι σεξοθύελλα, καυλοθύελλα, καψουροθήλυκο και μπιμπελόγατα, με σουξέ όπως «Άλλα υπόσχεται η μύτη, αλλά το βρακί σου αλήτη, «Πας το γράμμα και το φέρνεις», «Θα τινάξω το μαλλί και θα βάλω το λουστρίνι, κατά βάθος είμαι απλή, άιντε και επί γης ειρήνη».

Έχει γράψει όλα της τα σουξέ ο Σταμάτης Κραουνάκης, άλλος μεγάλος δάσκαλος και μεγάλη σχολή στη ζωή μου και μακάρι να ξανασυναντηθούν οι δρόμοι μας. Είναι είναι ένας ρόλος που λάτρεψα, με απελευθερώνει, μου βγάζει την πιο τρελή μου πλευρά, είναι θεραπευτική, αγχολυτική και υπέροχη. Και σκέφτομαι να γράψω κι ένα έργο μόνο για τη Μύριαμ, να βγει να πει τα δικά της.

**Αυτό το αγόρι που έπαιρνε συνέχεια το ΚΤΕΛ από Πάτρα για Αθήνα, πιστεύεις είναι ευχαριστημένο σήμερα;
**Πάρα πολύ. Σε αυτό το αγόρι, οφείλω το ότι κρατήθηκα στο κατάρτι. Αυτό το αγόρι, με αυτό το βλέμμα, που έρχεται από την Πάτρα στην πρωτεύουσα και βλέπει τα πράγματα πρώτη φορά, με έχει κρατήσει στο κέντρο μου και με έχει σώσει από πολλές σειρήνες και τρικυμίες και τσουνάμι.

Δεν έχασα ποτέ αυτή την περιέργεια στα μάτια, για τη ζωή. Κάθε μέρα είναι άλλη μέρα. Καινούργια πράγματα κάνουμε και όσο το συνειδητοποιώ αυτό, εκτιμώ το παρόν. Έχω γίνει εραστής της ζωής. Χαίρομαι αυτό που κάνουμε τώρα, τα μπιφτέκια που θα φάω μετά, το γυμναστήριο που θα πάω, τα κείμενα που θα γράψω. Είμαι παρών.

Έχασα πολύ καιρό να πηγαίνω στο παρελθόν και το μέλλον και να αγωνιώ. Το  παρόν φτιάχνει το μέλλον. Και όταν ξεφεύγω, γιατί είναι ανθρώπινο, λέω στον εαυτό μου «εδώ, να αισθάνεσαι το σώμα σου». Θέλω να είμαι συνειδητός και να είμαι παρών, διότι πιστεύω ότι είμαστε ο σκηνοθέτης, ο παραγωγός, ο σεναριογράφος και ο ηθοποιός της ζωής μας.

Κανείς άλλος. Και αν πάρουμε την ευθύνη, μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας αριστούργημα. Να μην ξεχνάμε τη δύναμή μας, εμείς την έχουμε. Το έχω νιώσει, το έχω κάνει, το έχω χάσει και το έχω ξαναβρεί. Το υπενθυμίζω στον εαυτό μου, γιατί οι άνθρωποι ξεχνάμε εύκολα, αλλά ευτυχώς επανερχόμαστε το ίδιο εύκολα.

Ακολουθήστε την Ντιάννα Βασιλείου στο Instagram.

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

Bάλαμε στη Σειρά τα Νησιά του Αιγαίου: Από το Λιγότερο Καλό στο Καλύτερο

Μια Μέρα στον «Παράδεισο» των Τετράποδων Φίλων μας στη Θεσσαλονίκη

Τα Νεοκλασικά της Αθήνας: Πότε Γκρεμίστηκαν και «Καταστράφηκε» η Πρωτεύουσα

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.