Νέα

Αστεγία στην Ελλάδα: Εξαθλίωση και Καταγγελίες για Εφόδους σε Δομές Φιλοξενίας τη Νύχτα

homeless
Kοινοποίηση

Διασταυρωνόμαστε καθημερινά μαζί τους στην πόλη, περπατάμε δίπλα τους. Εμείς θα γυρίσουμε το βράδυ σπίτι, εκείνοι; Άνθρωποι που κάποιοι τους βαφτίζουν αυθαίρετα «χωρίς προοπτική» θα αγωνιστούν άλλη μια μέρα -και ιδίως τη νύχτα- για να επιβιώσουν υπό άθλιες συνθήκες. Η αντιμετώπισή τους σαν μέρος του αστικού φόντου –λες και δεν είναι άνθρωποι- ή ακόμα χειρότερα η βιαιότητα που δέχονται στον δρόμο αποτυπώνει τον πολλαπλό κοινωνικό αποκλεισμό που βιώνουν.

Μέσα σε λίγα χρόνια, οι άστεγοι στην Ελλάδα φαίνεται ότι σχεδόν τετραπλασιάστηκαν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών του πεδίου, όπως η FEANTSA (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εθνικών Οργανώσεων που εργάζονται με τους Αστέγους), η PRAKSIS και η ΚΛΙΜΑΚΑ, καθώς ο άστεγος πληθυσμός αυξήθηκε από τα 11.000 άτομα, το 2009, στα 40.000 το 2016 – 9.000 εκ των οποίων στην Αθήνα (στον επιστημονικό ορισμό των αστέγων συμπεριλαμβάνονται όσοι μπορεί να έχουν ένα ακατάλληλο κατάλυμα χωρίς νερό ή ρεύμα).

Videos by VICE

Σίγουρα, η δεκαετής οικονομική κρίση δημιούργησε νέας κοπής αστέγους και εξώθησε πολλούς, που παλιότερα τα έβγαζαν πέρα δύσκολα αλλά είχαν ένα σπίτι, στην ακραία φτώχεια και την αστεγία. Ο λόγος που κάνουμε λόγο για εκτιμήσεις και όχι για δεδομένα είναι το γεγονός ότι δεν υπήρξε ποτέ μια επίσημη εθνική στρατηγική για την καταγραφή των αστέγων στη χώρα.

«Δεν υπάρχουν ούτε επίσημα, ούτε επικαιροποιημένα, ούτε συνολικά στοιχεία, ακριβώς λόγω του μεγάλου πολιτικού κόστους με το οποίο συνυφαίνεται η αστεγία. Αυτό είναι και ο λόγος που διαχρονικά αποφεύγεται η ανάδειξη του στη δημόσια σφαίρα από τις κυβερνήσεις», επισημαίνει ο Νίκος Κουραχάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής Πολιτικής και Στέγασης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας πλήθους μελετών και βιβλίων για το ζήτημα της αστεγίας.

Η πιο πρόσφατη έρευνα-απογραφή πραγματοποιήθηκε το 2018 από το Πάντειο Πανεπιστήμιο σε συνεργασία με το Υπ. Εργασίας και τις δημοτικές Αρχές, πιλοτικά σε επτά δήμους της χώρας, με στόχο τη δοκιμή των ερευνητικών εργαλείων. Στην Αθήνα (επί δημαρχίας Γιώργου Καμίνη) καταγράφηκαν 353 άστεγοι στον δρόμο και 440 στις δομές φιλοξενίας και τα υποστηριζόμενα διαμερίσματα – συνολικά 793 άνθρωποι.

«Εάν γίνει μια ορθή και αληθινή καταγραφή, μετά κάτι θα πρέπει να γίνει. Όταν μετράς ένα φαινόμενο και βλέπεις τι έχεις μπροστά σου, είσαι αναγκασμένος εκ των πραγμάτων να δράσεις. Τώρα που δεν έχει γίνει καταγραφή σε εθνικό επίπεδο, φαντάζομαι ότι δεν χρειάζεται να γίνει και κάτι, γιατί είναι σαν να μην υπάρχει το πρόβλημα», θα μου πει ο Τάσος Σμετόπουλος, ιδρυτής του μη κερδοσκοπικού οργανισμού STEPS που έχει ως στόχο να βοηθήσει ανθρώπους που βρίσκονται σε κατάσταση δρόμου να ξανασταθούν στα πόδια τους, αυτόνομοι. Πέντε χρόνια μετά το Πάντειο, δεν έχει γίνει καμία απόπειρα για συνολική καταγραφή του άστεγου πληθυσμού.

Η Μελίνα Δασκαλάκη, πρόεδρος του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (Κ.Υ.Α.Δ.Α.) συμφωνεί σχετικά με την ανάγκη καταγραφής: «Πρέπει να υπάρχει μια βάση δεδομένων. Προς αυτή την κατεύθυνση εργάζεται τώρα το Υπ. Εργασίας. Δεν μπορείς να σχεδιάζεις μέτρα, αν δεν έχεις αριθμούς. Στην Ελλάδα δυστυχώς είχαμε την κακή συνήθεια να μην μετράμε, αλλά είναι δώρον άδωρον έτσι – πρέπει να καταγράφεις διαρκώς», λέει στο VICE.

Αστεγία και εξάρτηση από ουσίες: Μια αμφίδρομη σχέση

Στο κέντρο της Αθήνας, το μάτι των περαστικών έχει συνηθίσει να βλέπει αστέγους ξαπλωμένους, τον έναν πίσω από τον άλλο, όπως συμβαίνει χαμηλά στην Ερμού, στο ύψος της πλατείας στο Μοναστηράκι. Στα στενά γύρω από την ευρύτερη περιοχή του Κεραμεικού, της Ομόνοιας και της Πλατείας Βάθη, πολλοί άστεγοι τοξικοεξαρτημένοι βρίσκουν καβάτζες, κοντά στις τρεις μεγάλες πιάτσες ναρκωτικών – δύο εκ των οποίων ηρωίνης και φθηνής κοκαΐνης και η τρίτη σίσα, μιας μορφής κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης.

«Το ζήτημα των άστεγων ενεργών χρηστών συμπυκνώνει πολλαπλές ανεπάρκειες της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα».

Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι η αστεγία και η εξάρτηση συνυπάρχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό, ανάμεσά τους ο Εθνικός Συντονιστής για τα Ναρκωτικά, Δρ Χρήστος Κουϊμτσίδης ο οποίος δήλωσε ότι «η σχέση αστεγίας και χρήσης ουσιών (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) είναι κυκλική και αλληλεξαρτώμενη, με αφετηρία είτε την έλλειψη εργασίας και στη συνέχεια στέγης που οδηγεί στη χρήση, είτε ξεκινά από τη χρήση ουσιών, η οποία οδηγεί στην απώλεια εργασίας και στέγης».

Ο Κουραχάνης πιστεύει ότι το ζήτημα των άστεγων ενεργών χρηστών συμπυκνώνει πολλαπλές ανεπάρκειες της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα, όπως η έλλειψη πολιτικής βούλησης και οι συντηρητικές πολιτισμικές αξίες και δεν βλέπει τίποτα παράδοξο που «ελλείψει κατάλληλων κοινωνικών υπηρεσιών, ένα αξιοσημείωτο κομμάτι των αστέγων ενδέχεται να είναι ενεργοί χρήστες ή ασθενείς με ψυχικά νοσήματα, όπως επίσης αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, ελέω των “διώξεων’’ από το ελληνικό κράτος».

Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχουν επίσημα δεδομένα αναφορικά με το ποσοστό του άστεγου πληθυσμού που είναι εξαρτημένο από ουσίες, οπότε μόνο όσοι εργάζονται στο πεδίο μπορούν να μας δώσουν μια εικόνα εμπειρικά. Οι άστεγοι άνθρωποι δεν είναι ένας ενιαίος πληθυσμός.

Ο Σμετόπουλος βλέπει ότι «ο μεγάλος πληθυσμός των αστέγων έχει από πίσω του την εξάρτηση και τη χρήση. Υπάρχει μια μερίδα αστέγων που αντιμετωπίζουν ψυχιατρικά ζητήματα και συνήθως πρόκειται για ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι δεν έχουν πρόσβαση σε θεραπεία και δεν τους φροντίζει κανείς. Σίγουρα, τέλος, βλέπουμε κι έναν πληθυσμό αστέγων χωρίς εξαρτήσεις και χωρίς χαρακτηρισμένα ψυχιατρικά θέματα».

Για τον Σμετόπουλο -έχει υπάρξει κι εκείνος τοξικοεξαρτημένος, αλλά ευτυχώς όχι άστεγος, αν και κάποια βράδια μπορεί να τα πέρασε έξω– είναι τουλάχιστον παράδοξο ότι ο μεγάλος μας ξενώνας και το υπνωτήριο που περιλαμβάνονται στο Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων του Δήμου Αθηναίων αφορούν αποκλειστικά τον γενικό πληθυσμό και όχι τους χρήστες ουσιών.

Η οπτική της Μελίνας Δασκαλάκη είναι διαφορετική: «Από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κανείς. Εγώ ανέλαβα πριν ένα χρόνο στο Κ.Υ.Α.Δ.Α. Όταν αποφάσισε η Αθήνα να κάνει μια μεγάλη δομή φιλοξενίας για τους αστέγους, ξεκίνησε από τους ανθρώπους που μένουν στον δρόμο και που μπορεί ο Δήμος να φροντίσει με δικές του δυνάμεις, πράγμα που έκανε. Δεν είναι απλό πράγμα να θέσεις το θέμα της τοξικοεξάρτησης υπό έλεγχο.

»Απαιτεί πολλαπλάσιο δυναμικό και τη συμμετοχή πολλών φορέων και επιστημόνων, δεν είναι τόσο απλό. Και αυτό κάνουμε. Ο Δήμος έφτιαξε ένα ξενώνα για άστεγους τοξικοεξαρτημένους και συνεργάζεται με το ΚΕΘΕΑ, τον ΟΚΑΝΑ (ο οποίος έχει και δικό του ξενώνα) και το Υπ. Υγείας».

Γιατί οι δομές φιλοξενίας αστέγων στην Αθήνα δεν φτάνουν στο όριο της πληρότητάς τους;

Για τους άστεγους χρήστες στην Αθήνα, ο δήμος διαθέτει μια δομή φιλοξενίας, το Ξενοδοχείο ‘‘My Athens’’, δυναμικότητας 70 ατόμων. Μέχρι τις 17 Μαρτίου που γράφονται αυτές οι γραμμές φιλοξενούνται 55 άτομα (στοιχεία του Κ.Υ.Α.Δ.Α). Από τον Απρίλιο του 2020 που λειτούργησε η δομή για τους τοξικοεξαρτημένους, αρχικά στο ξενοδοχείο «Ιονίς», έχουν περάσει 270 άτομα, όπωε λέει η αντιπρόεδρος του ΚΕΘΕΑ και υπεύθυνη του ξενώνα ‘‘My Athens’’, Φωτεινή Λεομπίλλα. Το Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων στη συμβολή Αχαρνών και Λιοσίων διαθέτει:

  • Έναν ξενώνα βραχείας φιλοξενίας,
  • ένα υπνωτήριο (μια λύση έκτακτης ανάγκης για τον άστεγο, καθώς οι διαδικασίες για να περάσει εκεί το βράδυ του είναι αρκετά απλοποιημένες),
  • ένα κέντρο ημέρας.

Το Πολυδύναμο Κέντρο άνοιξε στο πρώτο λοκντάουν ως μια δομή που διαθέτει 400 κλίνες. Σήμερα διαθέτει 290 κλίνες, όπως μας ενημερώνει το Κ.Υ.Α.Δ.Α.

Ειδικότερα, ο ξενώνας είναι δυναμικότητας 146 φιλοξενουμένων και το υπνωτήριο 144 φιλοξενουμένων. Σύμφωνα με στοιχεία του Κ.Υ.Α.Δ.Α, στα μέσα Ιανουαρίου διέμεναν στον ξενώνα 118 άτομα και στο υπνωτήριο 89 – συνολικά 207 άνθρωποι. Ακόμη, ο Δήμος Αθηναίων διαθέτει την Εστία των Αθηνών που απευθύνεται σε ηλικιωμένους άστεγους και αυτή τη στιγμή φιλοξενεί 27 άτομα και έχει δυναμικότητα 50 ατόμων.

Επίσης, ο Ερυθρός Σταυρός διαθέτει τον Κοινωνικό Ξενώνα Αστέγων και οι Γιατροί του Κόσμου λειτουργούν Υπνωτήριο, σε μια προσπάθεια να βρουν προσωρινό καταφύγιο οι άνθρωποι και να καλυφθούν δεκαετίες απουσίας μακροπρόθεσμου σχεδιασμού.

Μία από τις πιο κρύες ημέρες του φετινού χειμώνα με χιόνι, το υπνωτήριο το Πολυδύναμου Κέντρου Αστέγων δεν έφτασε στο peak της χωρητικότητάς του (για να μπει ένας άστεγος στον ξενώνα χρειάζονται πιο χρονοβόρες διαδικασίες). Στις 6 Φεβρουαρίου που χιόνισε στην Αττική επικοινωνήσαμε ξανά με το Κ.Υ.Α.Δ.Α. και μας ενημέρωσαν ότι από το πρωί της 5ης έως το πρωί της 6ης Φεβρουαρίου, εννέα επιπλέον άστεγοι πολίτες πήγαν να περάσουν τη νύχτα στο υπνωτήριο, προκειμένου να προστατευτούν από τις χαμηλές θερμοκρασίες (συνολικά 94 άνθρωποι στο υπνωτήριο και 124 στον ξενώνα του Πολυδύναμου Κέντρου στις 06/12). Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Κ.Υ.Α.Δ.Α. (14 Μαρτίου) στο υπνωτήριο φιλοξενούνται αυτή τη στιγμή 95 άτομα και στον ξενώνα 132 άτομα.

«Επειδή το προηγούμενο διάστημα είχαμε πολύ παρατεταμένη καλοκαιρία, είμαστε σ’ αυτά τα επίπεδα. Ο στόχος είναι να βγάλουμε τον άνθρωπο από τον δρόμο έστω και για λίγο, για να μπορέσει να ανασυνταχθεί, γιατί έτσι δημιουργούνται καινούριες σχέσεις και μπορεί να κάνει κάποια βήματα», σημειώνει η Μελίνα Δασκαλάκη.

 «Όταν ακούγεται το επιχείρημα ‘‘χώροι υπάρχουν, δεν έρχονται οι άνθρωποι’’, η επόμενη ερώτηση είναι ‘‘γιατί δεν έρχονται;’’», θα μου πει  o Τάσος Σμετόπουλος. «Υπάρχει ζήτημα στο κατά πόσο οι δομές είναι ελκυστικές. Δηλαδή, αν εγώ είμαι στον δρόμο και δεν έχω καμία ιδιωτικότητα και μπω σε μια δομή μαζί με άλλους 5, 6, 10 ανθρώπους, η ιδιωτικότητά μου θα συνεχίσει να είναι στο μηδέν. Οπότε, θα το επιλέξω σε ακραίες καιρικές συνθήκες, όταν δεν την παλεύω. Δεν θα το επιλέξω ως κάτι που μου δίνει μια προοπτική.

 «Έχουμε ακούσει από αρκετά άτομα για εφόδους στα δωμάτια των δομών μέσα στη νύχτα, όπου ξυπνάνε τον άνθρωπο και του ψάχνουν το δωμάτιο».

»Η κοινωνική πολιτική και πρόνοια δεν ασκείται για αυτούς τους λίγους που και λόγω χαρακτήρα θα αρπάξουν κάθε ευκαιρία να βοηθηθούν, αλλά αφορά τους ανθρώπους που δυσκολεύονται να τα καταφέρουν. Θα έπρεπε να υπάρχει ως σκέψη το πώς θα γίνουν ελκυστικές όλες οι δομές φιλοξενίας, ώστε οι άνθρωποι να νιώσουν ασφαλείς και να πιαστούν από κάπου», αναφέρει στο VICE ο Σμετόπουλος και συνεχίζει:

«Οι άνθρωποι μάς μιλάνε για τιμωρητικές συμπεριφορές από το προσωπικό των δομών, λένε πολλά πράγματα – προφανώς δεν τα υιοθετούμε όλα. Ας αναφέρουμε το παράδειγμα των ξενώνων που είναι για ενεργούς χρήστες: αν κάποιος πιαστεί να έχει π.χ. ένα kit ασφαλούς χρήσης κάτω από το μαξιλάρι του – δεν μιλάμε φυσικά για το να κάνει χρήση μέσα στον χώρο – το πιθανότερο είναι ότι θα τιμωρηθεί. Αφού ο ξενώνας είναι για ενεργούς χρήστες, δεν είναι αναμενόμενο ότι ο άνθρωπος θα έχει σύνεργα χρήσης; Πόσο νόημα έχει όλο αυτό;

»Έχουμε ακούσει από αρκετά άτομα για εφόδους στα δωμάτια μέσα στη νύχτα, όπου ξυπνάνε τον άνθρωπο και του ψάχνουν το δωμάτιο. Αυτά τώρα τι είναι; Ο μόνος παραλληλισμός που μπορώ να κάνω είναι με τη φυλακή. Επίσης, πολλές φορές αποβάλλουν κάποιον –για δύο, τρία, έξι βράδια, ανάλογα- από το υπνωτήριο ή τον ξενώνα, για να θυμηθεί πώς είναι να κοιμάται στον δρόμο και να εκτιμήσει τον ξενώνα. Αυτό το έχουμε δει να συμβαίνει.

 «Με το σύνθημα ‘’Μένουμε Σπίτι’’, οι θεσμοί δήλωσαν πρώτη φορά τόσο ανοικτά ότι οι ακραία φτωχές ομάδες δεν συμπεριλαμβάνονται πλέον στην ατζέντα τους».

»Δεν λέω σε καμία περίπτωση ότι οι άνθρωποι που εργάζονται σ’ αυτούς τους χώρους έχουν εύκολο έργο. Όταν όμως επιλέξεις να κάνεις αυτή τη δουλειά, σε συνεργασία με την όποια διοίκηση υπάρχει πίσω σου, που πρέπει να είναι υποστηρικτική, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι δεν είσαι εκεί για να ασκήσεις εξουσία στον αδύναμο», καταλήγει ο Σμετόπουλος.

Γνωστοποιήσαμε τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς στη Μελίνα Δασκαλάκη, η οποία απάντησε: «στον ένα χρόνο που είμαι εδώ, ούτε μέσα από τη δομή, ούτε εκτός μου έχει έρθει τέτοια πληροφορία. Εάν υπάρχουν τέτοιοι ισχυρισμοί, φυσικά και θα το κοιτάξουμε. Ό,τι ακούμε το ελέγχουμε, διότι πολλά είναι ειπωμένα με μεγάλη υπερβολή, πράγμα που συνδέεται με την ψυχολογία που έχουν αναπτύξει ορισμένοι – αίσθημα καταδίωξης, μονίμως όλοι τούς φταίνε, όλοι θέλουν το κακό τους».

Η Χάρτα Δικαιωμάτων (;) των Αστέγων – FEANTSA

Σε όλες τις πόλεις, πόσο μάλλον στην Αθήνα, μια πόλη εκατομμυρίων κατοίκων, υπάρχουν οι «αόρατοι» άστεγοι, ένας ολόκληρος πληθυσμός ανθρώπων που δεν θα δούμε εύκολα μπροστά μας, γιατί βρίσκουν καταφύγιο σε διάφορες καβάτζες: εγκαταλελειμμένα κτίρια, οικοδομές, πάρκα ανοιχτά τη νύχτα.

Ο Δήμος Αθηναίων, τον Μάρτιο του 2021 υιοθέτησε τη «Χάρτα Δικαιωμάτων Αστέγων – FEANTSA», ένα σύνολο καλών πρακτικών που έχουν υπογράψει πολλές ευρωπαϊκές πόλεις με στόχο την ελαχιστοποίηση –ακόμη και την εξάλειψη– της αστεγίας.

Η Χάρτα, μεταξύ άλλων, προβλέπει το δικαίωμα των αστέγων στην κατοικία, στη χρήση και την ελεύθερη κίνηση στον δημόσιο χώρο, στην ίση μεταχείριση, σε βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής, σε αξιοπρεπή στέγαση άμεσης ανάγκης, σε έκτακτες υπηρεσίες, στην ιδιωτικότητα, αλλά και στην προστασία των δεδομένων τους.

 «Έχουμε δύο ξενώνες και δύο υπνωτήρια παραπάνω σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν, αλλά η εικόνα στον δρόμο δεν έχει αλλάξει».

Στην Ελλάδα, σήμερα, όλα αυτά μοιάζουν με ευχολόγια. «Η υιοθέτηση της Χάρτας έγκειται στο αν τα δικαιώματα που αναφέρει δίνονται ή όχι στους αστέγους. Δεν δίνονται είναι η απάντηση. Σίγουρα, δεν λέω ότι όλοι οι άστεγοι θα δεχθούν να πάνε κάπου. Από τη στιγμή όμως που ορισμένοι χώροι φιλοξενίας δεν αξιοποιούνται στο μέγιστο, κάτι δεν είναι σωστό», αναφέρει ο Τάσος Σμετόπουλος.

Ως street worker που εργάζεται στο πεδίο εδώ και πολλά χρόνια, έχει δει βελτίωση της κατάστασης στην Αθήνα, σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και τις δεσμεύσεις της Χάρτας; «Υπάρχει διαφορά σε σχέση με το 2019, διότι έχουμε δύο ξενώνες και δύο υπνωτήρια παραπάνω σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν, αλλά η εικόνα στον δρόμο δεν έχει αλλάξει. Το πρώτο και το πιο σημαντικό που βιώνει ένας άνθρωπος σε κατάσταση δρόμου είναι η μη ιδιωτικότητα. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι εκτεθειμένοι σε δημόσια θέα συνεχώς.

Επίσης, η υγιεινή είναι σαφέστατα ένα τεράστιο θέμα. Στην Αθήνα που έχω εικόνα, δεν υπάρχουν ούτε δημόσιες τουαλέτες, ούτε δημόσιες βρύσες. Είναι πάρα πολύ δύσκολη η πρόσβαση των ανθρώπων σε νερό. Το ξέραμε αλλά με τα lockdown το είδαμε ξεκάθαρα: οι άνθρωποι δεν είχαν να πιουν νερό, πόσο μάλλον να κάνουν μπάνιο. Ειδικά στις πιάτσες των χρηστών, το νερό είναι πάντα ζητούμενο».

 «Είναι πάρα πολύ δύσκολη η πρόσβαση των ανθρώπων σε νερό».

Η πρόεδρος του Κ.Υ.Α.Δ.Α. λέει στο VICE ότι ο Δήμος Αθηναίων «προσπαθεί να βρει χρηματοδοτικές γραμμές, ώστε να έχουμε και εμείς τη δική μας παρέμβαση στον χώρο της αστεγίας. Αυτό που μέχρι στιγμής κάνουμε είναι ότι υλοποιούμε τα προγράμματα στήριξης, «Στέγαση και Εργασία», που περιλαμβάνουν παροχή στέγης με ταυτόχρονη εξεύρεση εργασίας σε συνεργασία με το υπουργείο».

Ο διπλός αποκλεισμός των ψυχικά ασθενών αστέγων

Οι άστεγοι άνθρωποι με ψυχιατρικά προβλήματα βιώνουν σίγουρα διπλό αποκλεισμό και έχουν χάσει κάθε δεσμό με την κοινωνία, αν και μιλάμε για μια από τις πλέον ευάλωτες ομάδες πληθυσμού. Ο Σμετόπουλος δεν θα ξεχάσει ποτέ ένα κορίτσι που αντιμετώπιζε εμφανώς ψυχιατρικά ζητήματα, ήταν χρήστρια ουσιών και έδειχνε σε προχωρημένη εγκυμοσύνη. «“Τα ποντίκια που κουβαλάω μέσα μου’’, αυτό μας είπε για την κατάστασή της κι αυτό έπρεπε να το χειριστούμε με έναν τρόπο. Δυστυχώς, δεν μπορούσε να υπάρξει ούτε η στοιχειώδης επικοινωνία».

Όλοι οι φορείς συμφωνούν ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν την ψυχιατρική φροντίδα που χρειάζονται. Μετά από εισαγγελική παραγγελία, μπορεί να νοσηλευτούν για ελάχιστο χρονικά διάστημα σε κάποιο από τα ψυχιατρικά νοσοκομεία της Αττικής, τα οποία είναι πολύ επιβαρυμένα και δεν έχουν χωρητικότητα.

«Χρειαζόμαστε μια εξειδικευμένη δομή που να έχει ψυχιατρικό χαρακτήρα».

«Για ανθρώπους με βαριά ψυχιατρικά θέματα, η παραμονή τους μια-δυο μέρες σε ψυχιατρικό νοσοκομείο δεν επαρκεί. Η εκτίμηση των ψυχιάτρων μας είναι ότι πρέπει να μείνουν για αρκετά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ένα μήνα ίσως και παραπάνω, ώστε να σταθεροποιηθούν με κάποιον τρόπο και στη συνέχεια, σε συνεργασία με τον Δήμο να μπουν σε μια δομή. Αλλιώς, είναι σαν κουβαλάμε νερό με το κόσκινο», τονίζει η πρόεδρος του Κ.Υ.Α.Δ.Α και συνεχίζει:

«Η γνώμη μου είναι ότι απαιτείται μια εξειδικευμένη δομή που να έχει ψυχιατρικό χαρακτήρα για τους αστέγους που το χρειάζονται. Οι δομές του Δήμου, αν εξαιρέσεις αυτή για τους τοξικοεξαρτημένους, είναι για τον γενικό πληθυσμό, δεν έχουν το εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό που χρειάζονται οι βαρέως πάσχοντες ασθενείς, οι ανοϊκοί για παράδειγμα, που κι εκείνοι εμπίπτουν στα ψυχιατρικά περιστατικά. Τα νοσοκομεία και οι κλινικές είναι η εξειδίκευση της πολιτείας. Άρα εκεί, υπάρχουν πράγματα που μπορούν να γίνουν, υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης. Έχουμε επικοινωνήσει με το υπ. Υγείας».

Η «ποινικοποίηση» της αστεγίας

Ο Νίκος Κουραχάνης παρατηρεί μια συνθήκη πολλαπλών αποκλεισμών, «ποινικοποίηση» της αστεγίας κι ένα παθογενές σύστημα κοινωνικής προστασίας που αντί να συμβάλλει στην άμβλυνση του φαινομένου, επιταχύνει την κοινωνική περιθωριοποίηση των πιο αδύναμων. Όταν μάλιστα πρόκειται για άστεγους ενεργούς χρήστες ή άστεγους μετανάστες και πρόσφυγες, ο Κουραχάνης κάνει λόγο για «βίαια περιστατικά από τις αστυνομικές αρχές».

Μάλιστα, την περίοδο της πανδημίας, «με το σύνθημα “Μένουμε Σπίτι’’, οι θεσμοί δήλωσαν πρώτη φορά τόσο ανοικτά ότι οι ακραία φτωχές ομάδες δεν συμπεριλαμβάνονται πλέον στην ατζέντα τους. Δεν τους ενδιαφέρει αν θα ζήσουν ή αν θα πεθάνουν όσοι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους», υπογραμμίζει ο καθηγητής.

 «Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα ότι κοινωνικά ζητήματα καλείται να τα λύνει η αστυνομία, είναι πρωτοφανές και απαράδεκτο».

Ο Τάσος Σμετόπουλος βλέπει πολύ συχνά τους αστέγους να γίνονται δέκτες ρατσιστικών και κακοποιητικών συμπεριφορών στον δρόμο – και από ορισμένους εκπροσώπους της αστυνομίας. «Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα -δεν με ενδιαφέρει αν ισχύει και αλλού- ότι κοινωνικά ζητήματα καλείται να τα λύνει η αστυνομία, είναι πρωτοφανές και απαράδεκτο.

»Δεν είναι η αστυνομία υπεύθυνη να πάει να σηκώσει τον άστεγο από εκεί που κάθεται. Εδώ δεχόμαστε εμείς επιθετική συμπεριφορά από μέλη της αστυνομίας, επειδή συνήθως δεν καταλαβαίνουν ότι είμαστε street workers. Υπάρχουν φορές που έχουν πάει να μας πατήσουν με τις μηχανές», λέει ο Σμετόπουλος.

Housing first και το μοντέλο των μεγάλων δομών

Εν τέλει, τι λάθη κάνουμε και τι χρειάζεται να γίνει για να αμβλυνθεί το φαινόμενο της αστεγίας; Πολλοί ειδικοί μιλάνε για «πυροσβεστικού» τύπου λογικές που απλώς στοχεύουν στη βελτίωση της «βιτρίνας» της πόλης. Ο Τάσος Σμετόπουλος υπογραμμίζει ότι «ένα πολύ μεγάλο λάθος που κάνουμε είναι ότι επιμένουμε στις δομές μεγάλου τύπου, που περισσότερο μοιάζουν με αποθηκευτικούς χώρους, παρά με ευέλικτες δομές που κάνουν τη δουλειά.

»Στη Δύση με όλα τα προβλήματα που μπορεί να υπάρχουν, το μοντέλο των μεγάλων δομών τείνει να εξαφανιστεί. Εμείς επιμένουμε, ενώ οι οικονομικές μελέτες στον Καναδά και στη Βόρεια Ευρώπη δείχνουν ότι είναι και πιο κοστοβόρο το μοντέλο αυτό».

«Έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης που ούτε προλαμβάνει, ούτε αντιμετωπίζει την αστεγία».

Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, και στην Πορτογαλία για παράδειγμα, χώρα με την οποία λατρεύουμε να συγκρινόμαστε, όπως λέει ο Σμετόπουλος, προχωράει πάρα πολύ το housing first, οι άνθρωποι μένουν σε μικρά διαμερίσματα μέσα στον αστικό ιστό. Η λογική είναι ότι πρώτα απ’ όλα πρέπει να φύγει ο άστεγος από τον δρόμο, οπότε αρχικά του παρέχεται ο χώρος και μετά εξετάζεται τι χρειάζεται για να αυτονομηθεί ουσιαστικά.

 «Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, εν μέσω έξαρσης φαινομένων κοινωνικής και στεγαστικής περιθωριοποίησης, έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης που ούτε προλαμβάνει, ούτε αντιμετωπίζει την αστεγία», λέει χαρακτηριστικά ο Νίκος Κουραχάνης.

Είναι ξεκάθαρο ότι οι πολιτικές δεν πρέπει να στοχεύουν μόνο στη διαχείριση των συμπτωμάτων, αλλά στη ρίζα του προβλήματος, την πρόληψη και την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η κατάσταση δεν θα αλλάξει μαγικά. Για τον Σμετόπουλο, η απουσία συμμετοχής των ανθρώπων που βιώνουν ή έχουν βιώσει την αστεγία στον σχεδιασμό πολιτικών λειτουργεί πολύ αρνητικά. «Όταν θέλουμε να χαράξουμε πολιτικές που να έχουν αποτέλεσμα, πρέπει να ρωτήσουμε αυτούς τους ανθρώπους τι χρειάζονται, όχι να τα συζητάμε μόνοι μας, μέσα από το προνόμιό μας».

Οι «γυμνές ζωές» των αστέγων, όπως τις χαρακτηρίζει ο Κουραχάνης, πολλαπλασιάζονται και αυτό μαρτυράει την ουσιαστική αποτυχία των πολιτικών που έχουν εφαρμοστεί μέχρι τώρα. Χρειάζονται εξειδικευμένες δομές και για τοξικοεξαρτημένους και ψυχικά ασθενείς, υγιεονομική περίθαλψη και υποστήριξη, μείωση της βλάβης, πραγματική καταγραφή των αστέγων, βιώσιμα προγράμματα εργασίας και επανένταξης, αξιοποίηση του κρατικού κτιριακού αποθέματος και σίγουρα εθνική στρατηγική για τη στέγη.

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

Ο Σκηνοθέτης του “Pari” Πιστεύει ότι τα Εξάρχεια Δεν Κινδυνεύουν από Τίποτα

«Ήθελε να Βάψει τη Ferrari του Μέσα σε 96 Ώρες» – Η Τρελή Ζωή των Βοηθών Πολυτελείας των Ποδοσφαιριστών

«Δεν Αναγνώριζα τον Εαυτό μου στον Καθρέφτη»: Ο Ανδρέας Περιγράφει Πώς Είναι να Ζεις με Αποπροσωποποίηση

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.