Σεξ

Όλα Όσα Ήθελες να Μάθεις για τα Φύλα Αλλά Ντρεπόσουν να Ρωτήσεις

Kοινοποίηση

Photo via acceptcy.org

Επειδή βαρεθήκαμε να μπερδεύεται συνέχεια η έννοια του κοινωνικού (gender) με του βιολογικού φύλου (sex) -το κάνουμε κι εμείς αυτό το λάθος-, επειδή κουραστήκαμε να ακούμε τον κάθε ψευτοκουλτουριάρη, δήθεν ανοιχτόμυαλο, να μπερδεύει τους όρους «transgender» και «τρανσέξουαλ». Επειδή επίσης υπάρχει ο όρος ασέξουαλ κι ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων ταυτίζεται με αυτόν -εν αγνοία σου/μας. Επειδή, η ημιμάθεια είναι χειρότερη της αμάθειας και επειδή, δεν είναι απαραίτητο να έχεις εντρυφήσει στην Τζούντιθ Μπάλτερ για να είσαι σε θέση να ξεχωρίσεις την έννοια του «queer» από αυτή του «gay», συναντήσαμε την Νέλλη Καμπούρη, ερευνήτρια στο Εργαστήριο Σπουδών Φύλου, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και της ζητήσαμε να μας βοηθήσει να φτιάξουμε ένα «Γλωσσάρι Φύλων». Για να βάλουμε και εμείς κι εσύ κάποια πράγματα στην θέση τους.

Videos by VICE

Kανένα τέτοιου είδους γλωσσάρι δεν μπορεί να καλύψει την πολυμορφία των όρων και των ταυτότήτων ή τους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιούνται από την LGBTQQI κοινότητα, ούτε και τι ακριβώς αντιπροσωπεύουν για τον καθένα μας. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως μας επισήμανε και η Νέλλη Καμπούρη, «…η ορολογία είναι ένα πολύ σημαντικό και ευαίσθητο πολιτικό ζήτημα, διότι μέσα απ’ αυτήν ορίζεται η ταυτότητα ενός ατόμου. Συχνά το να αποκαλέσεις κάποιον αυτό ή το άλλο είναι σαν να ορίζεις εσύ το πώς θα πρέπει να αποκαλείται, καθώς και το πού τελικά ανήκει το συγκεκριμένο άτομο». Όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία, «τα [trans] άτομα συχνά αντιμετωπίζουν διακρίσεις με βάση την ταυτότητα φύλου και την έκφραση του, οι οποίες είναι θεσμοθετημένες με νόμο σε πολλές χώρες. [Για παράδειγμα, δεν τους επιτρέπεται] να τροποποιήσουν τα έγγραφα της ταυτότητάς τους ώστε να αντικατοπτρίζουν την ταυτότητα του φύλου τους… Οι χώρες που επιτρέπουν τέτοιου είδους αλλαγές, όπως η Ελλάδα, συχνά απαιτούν από τα εν λόγω άτομα να προβούν σε ανεπανόρθωτες χειρουργικές επεμβάσεις στειρότητας ή/και διαζύγιο, κατά περίπτωση, προτού επιτρέψουν οποιαδήποτε αλλαγή».

Εμείς στηρίζουμε το δικαίωμα του ατόμου να ορίζει το ίδιο την ταυτότητα του. Έτσι αυτό το λεξικό αποτελεί απλώς μια προσπάθεια γενικότερης ενημέρωσης και ευελπιστούμε ότι θα βοηθήσει όλους μας να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα, που εξακολουθούν να μας προβληματίζουν, καθώς, υπάρχουν συχνά περιπτώσεις στην καθημερινότητά μας όπου «η ορολογία δεν μπορεί ν’ αποφευχθεί».

Το γλωσσάρι μας είναι ανοιχτό σε προτάσεις και σίγουρα μπορεί να γίνεται όλο και πληρέστερο. Αν λοιπόν αντιληφθείς ότι κάποιος χρησιμοποιεί έναν όρο με διαφορετικό τρόπο ή αν εσύ ο ίδιος/α διαφωνείς, ενημέρωσέ μας.

Στην προσπάθειά μας αυτή συμβουλευτήκαμε, μεταξύ άλλων, τους Queertrans, το διαδικτυακό γλωσσάρι των Καμμένα Σουτιέν, καθώς και το διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι».

Photo via VICE

LGBTQQI Διαδικτυακό Γλωσσάρι του VICE

Αμφιφυλόφιλος/η ή αφμισεξουαλικός/η ή άμφι – Bisexual: Χρησιμοποιείται συνήθως για να αναφερθεί σε άτομα (άνδρες, γυναίκες, transgender κλπ) τα οποία έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άτομα και των δύο κυρίαρχων φύλων. Ωστόσο, οι Queertrans εξηγούν ότι μπορεί να είναι άτομα (άνδρες, γυναίκες, transgender κλπ) τα οποία έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άτομα όλων των φύλων είτε είναι άνδρες, γυναίκες, transgender, queer ή intersex.

Αμφιφυλοφοβία ή αμφιφοβία – Biphobia: Είναι το μίσος προς την αμφιφυλοφιλία και τα αμφιφυλόφιλα άτομα. Ένα είδος διακρίσεων και ρατσισμού σε βάρος άμφι ατόμων. (Συμπεριλαμβάνει τον αποκλεισμό, τις αρνητικές προκαταλήψεις και την υποτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου ως «μη αυθεντικές»).

Ασέξουαλ – Asexual: Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πώς τα ίδια τα άτομα περιγράφουν την κατάσταση που βιώνουν κι έτσι ο όρος αυτός χρησιμοποιείται πάντοτε με μια επιφύλαξη. Θα λέγαμε ότι είναι άτομα, (άνδρες, γυναίκα, transgender κλπ) τα οποία δεν έλκονται σεξουαλικά από άλλα άτομα είτε αυτά αυτοπροδιορίζονται ως άνδρες, γυναίκες, transgender κλπ είτε όχι. Άτομα δηλαδή, τα οποία δεν έχουν την διάθεση να κάνουν σεξ. Για περισσότερα εδώ.

Άφυλος – Agendered: Άτομα τα οποία δεν ταυτίζονται με κάποιο φύλλο, είναι δηλαδή gender-neutral.

Βιολογικό Φύλο – Sex: Σχετίζεται με την γενετήσια ταυτότητα του ατόμου (αν είναι άντρας, γυναίκα ή intersex). Χρησιμοποιούμε τον σύνθετο όρο «βιολογικό φύλο» για να αναφερθούμε σε βιολογικά και ανατομικά χαρακτηριστικά των φύλων, όπως π.χ. τα γεννητικά όργανα, την φυσιολογία του ατόμου κλπ.

Cisgender: Όρος που χρησιμοποιούν κυρίως οι trans κοινότητες, αλλά και οι gay και lesbian, για να ορίσουν το άτομο του οποίου η έμφυλη ταυτότητά ταυτίζεται με το βιολογικό του φύλο, το άτομο δηλαδή που συμβιβάζεται με τους κανόνες αυτού που η κοινωνία θεωρεί «ορθή σεξουαλικότητα», (υπάρχουν cis gay, cis λεσβιες κλπ). Ο όρος “cis” είναι λατινικός και σημαίνει «από την ίδια πλευρά». Οι Queertrans αναφέρουν ότι «ο όρος χρησιμοποιείται για να αποστιγματίσει τον όρο transgender. Όταν παραδέχομαι ότι είμαι cisgender, σημαίνει ότι αποδέχομαι ότι υπάρχουν και [άτομα] που δεν είναι cisgender, και [ότι] δεν αποδίδω «φυσιολογικότητα» στη δική μου κατάσταση και απαξίωση στη δική τους». (βλ. ετεροκανονικότητα, trans, transgender)

Coming Out: Οι Queertrans εξηγούν ότι είναι «η διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο παραδέχεται [ανοιχτά] στοιχεία της LGBTQQI ταυτότητάς του/της…Κάποια coming outs είναι πιο ανώδυνα, [κάποια] πιο επώδυνα, [αναλόγως με την κοινωνία]». (βλ και outing)

Gay: Συνήθως χρησιμοποιείται για άνδρες οι οποίοι έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άλλους άνδρες. Στην αρχή χρησιμοποιούνταν υποτιμητικά. Ενώ το gay σημαίνει χαρούμενος, υποδηλώνει και μια ελαφρότητα και μια «περιέργεια».Το gay κίνημα υιοθέτησε τον όρο αυτό και τον «επανοικειοποιήθηκε». Έτσι αυτό που συνήθιζαν να τους επισυνάπτουν σαν αρνητικό, προβάλλεται σαν κάτι θετικό, π.χ. μέσω των Gay Pride, φεστιβάλ τα οποία προβάλλουν και δοξάζουν την χαρά και την διασκέδαση. Το ίδιο ισχύει και για την λέξη «λεσβία» και για την λέξη «queer».

FTM: Αρκτικόλεξο που σημαίνει από θηλυκό σε αρσενικό. Ο όρος αυτός αντικατοπτρίζει την κατεύθυνση μετάβασης από το ένα φύλο στο άλλο. Η μετάβαση αυτή ωστόσο, δεν είναι δεδομένη και μπορεί να εκφράζει απλώς τη διάθεση του ατόμου να μπει σε μια διαδικασία μετάβασης.

Drag: Είναι ένας είδος cross-dressing το οποίο έχει να κάνει περισσότερο με το θέαμα. Σύμφωνα με το διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι», πολλοί Drag Kings (άτομα τα οποία αυτοπροσδιορίζονται ως γυναίκες, αλλά ντύνονται με ρούχα που πολιτισμικά συνδέουμε με το ανδρικό φύλο) και Drag Queens (άτομα τα οποία αυτοπροσδιορίζονται ως άνδρες, αλλά ντύνονται με ρούχα τα οποία πολιτισμικά συνδέουμε με το γυναικείο φύλο) κάνουν drag shows για ψυχαγωγικούς ή πολιτικούς λόγους.

Ετεροκανονικότητα – Heteronormativity: Σύμφωνα με το διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι» η ετεροκανονικότητα «…προϋποθέτει ότι υπάρχουν δύο βιολογικά φύλα και, ως εκ τούτου, δύο κοινωνικά φύλα. Έτσι, το βιολογικό φύλο, η έμφυλη ταυτότητα και οι έμφυλοι ρόλοι πρέπει να ευθυγραμμίζονται είτε με τις αρσενικές είτε με τις θηλυκές νόρμες και η ετεροφυλοφιλία θεωρείται ότι είναι ο μοναδικός «φυσιολογικός» σεξουαλικός προσανατολισμός. Η ετεροκανονικότητα, επομένως, απαιτεί όλες οι συζητήσεις για την έμφυλη ταυτότητα να γίνονται αυστηρά στο πλαίσιο αυτής της διχοτόμησης, εξαναγκάζοντας τα άτομα να ονομάζονται «άνδρες» ή «γυναίκες», ανεξάρτητα από το πώς προσδιορίζουν τα ίδια τον εαυτό τους. Η Judith Butler στο έργο της Gender Trouble: Feminism and the Subversion of Identity (1990) ασκεί κριτική στην έννοια της ετεροκανονικότητας, ενώ επιδιώκει την ανατροπή της».

Κοινωνικό Φύλο/ Gender: Γενικά, όπου βλέπεις τον όρο gender έχει να κάνει με το πώς το ίδιο το άτομο θέλει να προσδιορίζει τον εαυτό του. Χρησιμοποιούμε τον σύνθετο όρο κοινωνικό φύλο για να ανεφερθούμε «…στο σύνολο των χαρακτηριστικών…που κατασκευάζει μια κοινωνία και τα οποία συνδέει αυθαίρετα με κάποιο φύλο…τα χαρακτηριστικά αυτά είναι συνήθως πολύ περιορισμένα και πολύ αυστηρά, αν και αυτό ποικίλει ανάλογα με την ιστορική περίοδο και το πόσο προοδευτική είναι η κάθε κοινωνία». Στο διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι» αναφέρεται ότι η βασική αρχή είναι ότι οι άνδρες και οι γυναίκες «γίνονται, δεν γεννιούνται» και άρα, όταν κάποιος/α γεννιέται με κάποια ανατομικά χαρακτηριστικά δεν είναι απαραίτητο αυτά να καθορίζουν την ταυτότητά του.

Λεσβία – Lesbian: Γυναίκες που έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άλλες γυναίκες.

Photo via VICE

ΛΟΑΤΙ: Λεσβιακά, Ομοφυλόφιλα, Αμφισεξουαλικά, Τρανσ, Intersex – LGBTQQI: Lesbian, Gay, Bisexual, Transgender, Trans, Queer Questioning Intersex: Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει το πολιτικό κίνημα των ομάδων αυτών, οι οποίες δεν περιορίζονται στην ετεροκανονικότητα και οι οποίες συνεργάζονται σε κάποιους τομείς για να διεκδικήσουν κάποια (αυτονόητα) δικαιώματα. Τα κύρια αιτήματά τους είναι η προώθηση της ισονομίας, της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης και η κατάργηση των διακρίσεων με βάση την ταυτότητα φύλου, όπως π.χ. έγινε στην Πορεία των LGBTQQI Οργανώσεων Ενάντια στην Ομοφοβία και τις Διακρίσεις.

Queer: Δεν υπάρχει απευθείας μετάφραση. Στην κυριολεξία μεταφράζεται ως αλλόκοτος, όμως στα ελληνικά δεν είναι δόκιμος σαν όρος κι έτσι χρησιμοποιείται ο αγγλικός όρος. Οι Queertrans αναφέρουν ότι ,«Η λέξη ‘queer’ ξεκίνησε ως βρισιά (άμεση μετάφραση “αλλόκοτος”, “περίεργος”, “ανώμαλος”) αλλά το νόημά της άλλαξε όταν διεκδικήθηκε η χρήση της από την ευρύτερη ΛΟΑΤΙ κοινότητα. Η λέξη πλέον χρησιμοποιείται για να περιγράψει ανθρώπους σε όλο το φάσμα της σεξουαλικότητας». Ο όρος περικλείει transgender άτομα, gay άτομα, λεσβίες, intersex κλπ.

MTF: Αρκτικόλεξο που σημαίνει από αρσενικό σε θηλυκό. Ο όρος αυτός αντικατοπτρίζει την κατεύθυνση μετάβασης από το ένα φύλο στο άλλο. Η μετάβαση αυτή ωστόσο, δεν είναι δεδομένη και μπορεί να εκφράζει απλώς τη διάθεση του ατόμου να μπει σε μια διαδικασία μετάβασης.

Μεσοφυλικός/η – Intersex: Άτομα που γεννήθηκαν με γεννητικά́ όργανα που έχουν χαρακτηριστικά και των δύο φύλων. Στο διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι» αναφέρεται ότι, «…ο όρος ερμαφρόδιτος έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί στα Intersex άτομα, αλλά θεωρείται πια κοινωνικά βεβαρημένος λόγω των μυθικών, ψυχιατρικών, και κλινικών προεκτάσεων του». Η «διττή ανατομία» μπορεί να είναι εσωτερική και εξωτερική κι έτσι η intersex κατάσταση έχει συχνά «διττή ορμονική» λειτουργία. Οι Queertrans αναφέρουν ότι σε αρκετές περιπτώσεις, την απόφαση για την ανατομία του ατόμου αναλαμβάνει ο/η γιατρός όταν εκείνο βρίσκεται σε βρεφική ηλικία. Στο διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι» αναφέρεται ότι, «κάποια από αυτά τα άτομα μεγαλώνοντας αισθάνονται ότι έχουν πέσει θύματα ακρωτηριασμού και σεξουαλικής κακοποίησης ή ότι τους αφαιρέθηκε ένα ουσιαστικό μέρος του εαυτού τους χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Το Intersex κίνημα επιδιώκει να σταματήσει περιττές χειρουργικές επεμβάσεις και ορμονοθεραπείες».

Ομοφοβία – Homophobia: Είναι το μίσος προς τα άτομα τα οποία έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άτομα του ίδιου φύλου. Ένα είδος διακρίσεων και ρατσισμού σε βάρος ομοφυλόφυλων ατόμων. (Συμπεριλαμβάνει τον αποκλεισμό, τις αρνητικές προκαταλήψεις και την υποτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου ως «μη αυθεντικές»).

Ομοφυλόφιλος – Homosexual: Άτομα τα οποία έλκονται σεξουαλικά και συναισθηματικά από άτομα του ίδιου φύλου.

Outing: Σύμφωνα με τους Queertrans, ο όρος αναφέρεται στην, «αποκάλυψη και πιθανόν δημοσιοποίηση από τρίτους του trans status ή/και του σεξουαλικού προσανατολισμού ή/και του intersex status ενός ανθρώπου. Outing σού κάνουν άλλοι, coming out κάνεις εσύ ο/η ίδιος/α». Το outing είναι επί της ουσίας μια πράξη βίας απέναντι στα ΛΟΑΤΙ άτομα και γίνεται παρά τη θέλησή τους. (βλ. και coming out).

Παρενδυτικός/Cross-dresser: Άτομο που δεν θέλει να αλλάξει φύλο, αλλά ντύνεται με ρούχα στην καθημερινότητά του που πολιτισμικά συνδέεουμε με το αντίθετο φύλο.

Ρόλοι Κοινωνικών Φύλων – Gender Role: Στο διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι» αναφέρεται ότι περιλαμβάνονται «όλες οι κοινωνικές συμπεριφορές και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά που θεωρούνται αποκλειστικά ή κυρίαρχα για το κάθε φύλο», π.χ. ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν μέσα τους την μητρότητα και την φροντίδα και ότι οι άνδρες πρέπει να είναι κυνηγοί. Το τι «θεωρείται» ανδρική ή γυναικεία συμπεριφορά διαμορφώνεται και επιβάλλεται στο άτομο από την εκάστοτε κοινωνία και δεν πηγάζει «φυσικά» από το βιολογικό φύλο.

Το δεύτερο Q ; ή ? – Questioning: Διαδικασία μετάβασης, αναφέρεται σε άτομα τα οποία δεν είναι σίγουρα, ακόμη ψάχνονται και δεν θέλουν να βάλουν ταμπέλα ή να αυτοπροσδιοριστούν ως κάτι.

Photo via VICE

Σεξουαλικός Προσανατολισμός: Η ερωτική ή συναισθηματική έλξη ή ο συνδυασμός αυτών για το αντίθετο φύλο, το ίδιο φύλο, [όλα τα φύλα] ή κανένα.

Trans: Ο όρος trans είναι λατινικός όρος και σημαίνει «από την απέναντι πλευρα». Αναφέρεται σε άτομα το φύλο των οποίων δεν συνάδει με το βιολογικό τους φύλο -σε άτομα δηλαδή, τα οποία δεν συμφωνούν με το φύλο που τους αποδόθηκε στην γέννησή τους. (βλ. cisgender)

Transgender: Σύμφωνα με το διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι», είναι ένας όρος ο οποίος χρησιμοποιείται από άτομα τα οποία αυτοπροσδιορίζονται με διαφορετικό φύλο από αυτό που τους αποδόθηκε στην γέννησή τους. Μπορεί να έχουν κάνει ορμονικές ή χειρουργικές αλλαγές στο σώμα τους, μπορεί και όχι. Αλλά η ουσία του πράγματος είναι ότι δεν θέλουν να ασχολείται ο κόσμος με το κατά πόσον έχουν κάνει εγχείρηση. Είναι ένας γενικός όρος, ο οποίος περικλείει πολλές κατηγορίες ή άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως trans, MΤF, FΤM, και άλλα gender non-conforming άτομα.

Τρανσφοβία – Transphobia: Σύμφωνα με το διαδικτυακό booklet «Τρανς “ορισμοί” και Όροι», «είναι το μίσος προς τα άτομα τα οποία δεν εντάσσονται στο ετεροκανονικό μοντέλο των φύλων όσον αφορά στην έμφυλη ταυτότητα ή την έκφραση του φύλου τους». Οι Queertrans εξηγούν ότι «τα τρανς άτομα συνειδητοποιούν την ταυτότητα του φύλου τους, η οποία από το υπόλοιπο περιβάλλον αντιμετωπίζεται ως παράβαση». (Συμπεριλαμβάνει τον αποκλεισμό, τις αρνητικές προκαταλήψεις και την υποτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου ως «μη αυθεντικές»).

Τρανσέξουαλ: Σύμφωνα με την Νέλλη Καμπούρη είναι ένας επιστημονικός όρος, ο οποίος χρησιμοποιούνταν με αρνητικό τρόπο για να δηλωθεί μία αρρώστια. Το νόημά της άλλαξε όταν διεκδικήθηκε η χρήση της από τα trans κινήματα. Ωστόσο, πολλοί trans «θέλοντας να αποφύγουν παθολογικοποιημένες έννοιες», πλέον δεν τον χρησιμοποιούν, αλλά προτιμούν τον όρο transgender ή trans. Οι Queertrans μου επισήμαναν ότι, «επειδή ο όρος περιλαμβάνει τη λέξη σεξ, καλλιεργεί την ήδη λανθασμένη στερεοτυπική αντίληψη για τα τρανς άτομα, ότι μπαίνουν σε διαδικασία μετάβασης με μοναδικό σκοπό το σεξ, κάτι το οποίο είναι μύθος. Η τρανς κατάσταση δεν έχει να κάνει με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, αλλά με την ταυτότητα του φύλου, άρα η λέξη σεξ, δικαιολογεί την ήδη υπερβολική σεξουαλικοποίηση των τρανς ατόμων». (βλ. trans, transgender, cis).

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.