Μουσική

Eversor: «Το Ραπ Δεν Είναι Εδώ για να Ηθικολογήσει, Αλλά για να Αποδώσει Εικόνες»

nai
Kοινοποίηση

Είναι ένα ηλιόλουστο πρωινό και βρισκόμαστε στην προσφυγική γειτονιά του Βύρωνα, ανάμεσα στις ψηλές πολυκατοικίες και τα αντιφασιστικά συνθήματα στους τοίχους. Φτάνουμε έξω από το στούντιο του Eversor. Κατεβαίνουμε τη σκάλα και ανοίγεται μπροστά μας ο χώρος όπου δημιουργούνται τα beats τα οποία «ντύνουν» τα κομμάτια μερικών από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες ελληνικής ραπ σκηνής.

Στον προθάλαμο υπάρχει μια ραφιέρα με βινύλια και δεκάδες άλμπουμ με την υπογραφή του Eversor. Στα αριστερά, υπάρχει ο χώρος που γίνονται οι ηχογραφήσεις: Ένα μαύρο σκοτεινό δωμάτιο που οι τοίχοι του είναι από πάνω μέχρι κάτω ντυμένοι με ricofon. Στο άλλο δωμάτιο, στην ευθεία, βρίσκεται ο εξοπλισμός και τα μηχανήματα παραγωγής, ένας μεγάλος σταθερός υπολογιστής και ένας καναπές. Ο Eversor κάθεται στον «θρόνο» του και ξεκινάμε την κουβέντα για το ραπ, την γειτονιά του, τη δημιουργία των πρώτων beats και τις ηχογραφήσεις στο θρυλικό στούντιο Horizon στο Παγκράτι, το πρόβλημα υγείας, την καριέρα στο εξωτερικό, την αξία των παραγωγών και τις νέες γενιές MCs που βγαίνουν στην επιφάνεια τα τελευταία χρόνια. «Το ραπ δεν είναι εδώ για να ηθικολογήσει, αλλά για να αποδώσει εικόνες και να αναδείξει τη σαπίλα που υπάρχει», λέει ο ίδιος, καταρρίπτοντας εκείνους που ψάχνουν στο ραπ τις αιτίες όλων των κοινωνικών προβλημάτων.

Videos by VICE

naii.jpg

VICE: Πότε ξεκίνησε η επαφή σου με το ραπ; Ποιο ήταν το πρώτο σου cd/ βινύλιο; Eversor: Άκουσα για πρώτη φορά ραπ τυχαία το ’94, όταν ήμουν δέκα χρονών. Το πράγμα σοβάρεψε όταν ξεκίνησα να αγοράζω βινύλια, CD, κασέτες και περιοδικά για την κουλτούτα του ραπ, που κυκλοφορούσαν σε κεντρικά περίπτερα. Μετά αγόρασα το πρώτο μου μηχάνημα, ένα sampler σε μέγεθος βιντεοκασέτας και κάπως έτσι έγινε η πρώτη επαφή με το δημιουργικό σκέλος. Αυτό το έπαιρνα μαζί μου στο σχολείο ή το έκρυβα κάτω από το βιβλίο όταν έμπαινε η μητέρα μου να τσεκάρει αν διαβάζω. Επειδή δεν είχα CD player λόγω οικονομικής στενότητας, αγόραζα CD και τα αντέγραφα σε κασέτες. Το πρώτο μου ήταν του KRS-one, το Return of the Boom Rap και μετά τα Muse Sick-n-Hour Mess Age των Public Enemy και The Score των Fugees.

Η γειτονιά σου συνέβαλε στη διαμόρφωση της μουσικής σου κουλτούρας; Ο Βύρωνας, ως προσφυγική γειτονιά, ανέκαθεν εξέφραζε αυτό που εκπροσωπεί η ραπ από τη γέννησή της: Τις κοινωνικές ομάδες που είναι πιο περιθωριοποιημένες.
Από κοινωνιολογική σκοπιά, η γειτονιά μου σίγουρα συνέβαλε στη μουσική μου κουλτούρα, γιατί όταν ήμασταν μπόμπιρες την περίοδο των 90’s είχαμε προσλαμβάνουσες που δεν ήταν οι καλύτερες για την ηλικία μας. Έπαιζε πολύς χουλιγκανισμός τότε. Ο Βύρωνας -και λόγω προσφυγιάς- έτεινε προς την ΑΕΚ και ήταν και η «χρυσή» εποχή των σκληρών ναρκωτικών, από τα οποία επίσης πέθαινε πολύς κόσμος. Η μητέρα μου, εκείνη την περίοδο, όντας φιλόλογος σε σχολείο, πήγαινε συνεχώς σε κηδείες επειδή οι άνθρωποι έφευγαν από στούκες με μηχανές Enduro. Είχαμε πάρει κάποια κοινωνικά ερεθίσματα, τα οποία μας επηρέασαν, ευτυχώς, δημιουργικά.

yes.jpg

Πότε ξεκίνησες να δημιουργείς τα πρώτα σου beats και πότε έκανες τις πρώτες σου ηχογραφήσεις; Πότε συνειδητοποίησες ότι θέλεις να ασχοληθείς επαγγελματικά με αυτό;
Τα πρώτα beat τα δημιούργησα στα 14. Με τη μουσική είχα επαφή, διότι έκανα μαθήματα πιάνου. Δεν το είχα πάρει σοβαρά στην αρχή, απλά με εξίταρε γιατί ήταν κάτι καινούργιο και δημιουργικό. Τότε, φτιάξαμε το πρώτο μας γκρουπ με τους φίλους μου, κάναμε οικονομίες, ξεκινήσαμε να μπαίνουμε στο στούντιο και γράψαμε τα πρώτα demos. Βοήθησε ότι είχαμε πρόσβαση στο στούντιο Horizon στο Παγκράτι, το οποίο ήταν «σχολείο», γιατί όταν κλείναμε το session, βλέπαμε πολλούς ανθρώπους που ακούγαμε τη μουσική τους. Είχαμε την τύχη πριν από εμάς να ηχογραφούν οι Άλφα Γάμα, μετά να μπαίνει ο Βαλάντης με τους Terror X Crew, οι Active Member, F.F.C., Goin’ Through, Razastarr. Αυτό το στούντιο ευθύνεται για όλο το πρώτο κύμα του ελληνικού ραπ. Παρατηρούσαμε τις κινήσεις τους, μαθαίναμε τεχνικά πράγματα, τα ερεθίσματα έγιναν εντονότερα. Τότε είχαμε και τα πρώτα αξιόλογα κομμάτια μας ως γκρουπ.

Όλα είναι ωραία τη στιγμή που συμβαίνουν και αυτό μου λείπει από εκείνη την περίοδο. Τότε, το ηχογραφημένο κομμάτι θα το «καίγαμε» σε CD και θα το άκουγαν οι φίλοι μας. Ήταν το moment που μετρούσε, δεν υπήρχαν comments. Αυτά γίνονταν in your face στην πλατεία. Όνειρο του γκρουπ ήταν να δισκογραφήσουμε. Ήμασταν πολύ focused και αγαπούσαμε αυτό που κάναμε, αν και δεν μας βοήθησε η νοοτροπία μας, επειδή δεν θέλαμε να ενταχθούμε σε κλίκες και ήμασταν ακοινώνητοι με τα άλλα γκρουπ. Πήραμε έναν δύσκολο δρόμο και στηριχθήκαμε στα πόδια μας – παραγωγικά και εκτελεστικά. Ο δίσκος μας «Εξακρίβωση Στοιχείων», που κυκλοφόρησε το 2006, βρέθηκε στα ράφια των δισκάδικων με πολύ καλές κριτικές και θεωρείται classic γιατί ήταν από τους δίσκους που μας «έβαλε στο παιχνίδι».

yes4.jpg

Το 2006 δημιούργησες μουσική σε ένα παιχνίδι Playstation και το 2009 επιλέχθηκες στους καλύτερους παραγωγούς της Ε.Ε. και μοιράστηκες τη σκηνή με καλλιτέχνες παγκόσμιου βεληνεκούς. Ήταν η αρχή για αυτό που θα ακολουθούσε;
Το 2006 ήταν μια περίοδος που συνέβαιναν πολλά πράγματα. Λάβαμε ένα mail -στην αρχή νόμιζα ότι ήταν αστείο- που αφορούσε ένα game της Αtari, που θα γινόταν για το Playstation και ζητούσαν ένα soundtrack με ραπ ήχο. Στην αρχή επιλέχθηκε το instrumental για την ελληνική έκδοση του παιχνιδιού και σε δύο εβδομάδες η εταιρεία το πρότεινε για την παγκόσμια version και εγκρίθηκε. Ήταν η πρώτη φορά που το είδαμε επαγγελματικά και μπήκαμε στη διαδικασία να ασχοληθούμε με γραφειοκρατικά θέματα. Ακόμα δεν είχαμε πάρει τη στάμπα της έγκρισης από το ελληνικό κοινό και μας ήρθε από το εξωτερικό. Σε timing συνέπεσε μαζί με το άλμπουμ μας και ήταν η αρχή της «καταιγίδας».

Το 2009, που επιλέχθηκα στο project Diversidad, είχαμε ένα πανευρωπαϊκό τουρ για ενάμιση χρόνο, οπότε έτσι άρχισα να βλέπω τον κόσμο, διότι μέχρι τότε δεν είχα οικονομική άνεση να κάνω ταξίδια. Γύρισα όλη την Ευρώπη, μοιράστηκα τη σκηνή με legends, όπως με τον Prince και τους Chemical Brothers. Τότε, σε ένα ξενοδοχείο που έμενα στο Παρίσι, βίωσα και την πρώτη κρίση πανικού, που δεν ήξερα τι είναι.

Πολλοί με αποκαλούν τυχερό διότι κάνω αυτό που γουστάρω, αλλά όταν αυτό γίνεται επάγγελμα, υπάρχουν άγχη και deadlines που στη βαράνε σωματικά και ψυχολογικά. Ανήκουμε στην πιο ανταγωνιστική μουσική στο φάσμα των ειδών, οπότε αυτό είναι αγχωτικό. Και με όσους συνεργαζόμαστε, πάμε τα τριήμερά μας, κάνουμε την πλάκα μας, αλλά όταν μπαίνουμε στο ring, χύνεται αίμα. Είναι μια ιδιαίτερη μουσική κι αυτό μας ψυχεδελιάζει, σε σημείο να χάνουμε τον εαυτό μας.

yes5.jpg

Σε μια κουβέντα που είχαμε, είχες αναφερθεί σε ένα πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζεις. Ήταν κάτι που σε ώθησε να αλλάξεις τρόπο σκέψης;
Όταν ήμουν τρίτη λυκείου, είχα κάποια συμπτώματα και αντιμετώπισα ένα αυτοάνοσο πλέον, που ήταν ο διαβήτης. Τότε νοσηλεύτηκα επί ενάμιση μήνα και είχα μία ακραία εμπειρία, γιατί είχα πέσει σε κώμα. Μετά επέστρεψα στο σπίτι με άλλα μυαλά. Αυτό που με κράτησε ψυχολογικά ήταν η μουσική μου. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αγοράσω ένα iconic μηχάνημα στη ραπ μουσική και εκεί εκτόνωσα όλο το βιωματικό μου ζήτημα, συν το δημιουργικό απωθημένο που είχα από πιτσιρικάς. Και ήρθαν οι Πανελλαδικές, αλλά εγώ είχα ήδη συνειδητοποιήσει ότι στη ζωή πρέπει να κάνουμε πράγματα που μας αρέσουν και να μην περιοριζόμαστε από τα κοινωνικά στάνταρ.

Μόλις έγινα 18, η μάνα μου με παρότρυνε να δουλέψω για να δω πώς βγαίνει το μεροκάματο. Η πρώτη μου συνέντευξη για δουλειά ήταν σε ένα κατάστημα με ντόνατς, στο Παγκράτι, που ζητούσε πωλητή . Ο τύπος μού είχε μιλήσει τόσο άσχημα και υποτιμητικά, επειδή ήμουν στην ανάγκη του. Είμαι ένας άνθρωπος με μεγάλη αυτοεκτίμηση, οπότε στη μέση της συνέντευξης γύρισα και του είπα «φίλε, να πας να γαμηθείς κι εσύ και τα ντόνατς σου». Από εκείνο το απόγευμα, αποφάσισα ότι θα κάνω τα πάντα για να μην πιάσω τέτοια δουλειά. Όμως, οφείλω να πω ότι οι άνθρωποι που σέβομαι παραπάνω, είναι αυτοί που βαράνε 10ωρα και 12ωρα με κλεμμένα ρεπό και υπερωρίες. Αλλά εφόσον μπορούσα να το προσπαθήσω, το ρίσκαρα.

Το struggle ήταν άλλο. Αναγκάστηκα να φύγω από το σπίτι στα 20, γιατί η μάνα μου βάραγε νευρικούς κλονισμούς με τα beats μου να παίζουν στη διαπασών. Όταν έμεινα μόνος, έφτιαξα το πρώτο home studio, άρχισα να δέχομαι κόσμο, πίστεψα παραπάνω στις παραγωγές μου και ξεκίνησα να πουλάω τα beats μου. Και 30 ευρώ να έβγαζα, εμένα μου κάλυπτε βιοποριστικά ζητήματα. Έτσι ξεκίνησε η φάση και είδα πώς είναι η επιβίωση.

Θεωρώ πολύ τυχερούς τους ανθρώπους που δεν έχουν φάει χαστούκια οικονομικά, εργασιακά, προσωπικά. Όμως, θεωρώ ευλογημένους τους ανθρώπους που έχουν βιώσει δυσκολίες και σηκώνονται εκατό φορές πιο δυνατοί. Δεν συμφωνώ με την έκφραση «ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό». Η αλήθεια είναι πως ότι δεν σε σκοτώνει, σου αφήνει ένα κουσούρι, αλλά αν εκμεταλλευτείς την κλίση που έχεις πνευματικά και σωματικά, θα αποδώσει σε βάθος χρόνου. Τώρα που είμαι 38, αν υπάρχει ένας λόγος που ακόμα δεν έχω χρειαστεί τη βοήθεια ψυχολόγου, είναι επειδή έχω τη μουσική μου και είναι σαν σάκος του μποξ.

yes1.jpg

Θεωρείς ότι ο κόσμος δεν αναγνωρίζει την αξία των παραγωγών, όσο των καλλιτεχνών; Προσωπικά έχεις βιώσει κάτι τέτοιο;
Εννοείται, αυτό το είχα βιώσει στα πρώτα μου βήματα. Αφότου γύρισα από το εξωτερικό και είχα πλέον οικονομικές απολαβές, άνοιξα νέο στούντιο και ασχολήθηκα επαγγελματικά με την ηχοληψία και τη μίξη. Τότε, θέλησα να υπάρξει ένας παραγωγός στο εξώφυλλο του άλμπουμ δίπλα στον ράπερ. Ο Εισβολέας ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που έτυχε να βγάλουμε άλμπουμ μαζί, το «Ο Μύθος καταρρέει». Σε αυτό το concept, του επικοινώνησα ότι θέλω το όνομά μου δίπλα στο δικό του, όχι ως χάρη αλλά επειδή το αξίζω. Το απαίτησα και στην πορεία κι ευτυχώς έπεσα σε συνεργάτες που το αποδέχτηκαν και εν τέλει θεωρώ ότι κι οι ίδιοι βγήκαν ασπροπρόσωποι. Ήταν κάτι που σχεδόν πρωτότυπα το έκανα εδώ, γιατί υπήρχαν beatmakers και παραγωγοί με πολύ μεγαλύτερο κατάλογο από μένα που δεν είχαν σκεφτεί να βγάλουν τον εαυτό τους λίγο πιο μπροστά.

Πώς ξεκίνησε η συνεργασία σου με τον Anser;
Με προσέγγισε εκείνος για να βγάλουμε δύο single. Τελικά έδεσε το «γλυκό», βγάλαμε το πρώτο μας άλμπουμ και είδαμε ότι συνέχιζε αυτή η χημεία. Γενικά δεν μπορώ να μοιραστώ πολλή πληροφορία από την ψυχολογία μου και το προβληματικό μου οχετό, με κάποιον άνθρωπο που δεν μπορώ να πιω μια μπίρα, να ανοιχτούμε και να πούμε τα προσωπικά μας.

1Q8A5675.jpg

Τι είναι αυτό που κάνει έναν παραγωγό καλό;
Τεχνικά, οποιοδήποτε μπορεί να κάνει ένα καλό beat και να μπει στον «θρόνο» μας. Οπότε δεν θα κόλλαγα τόσο στο τεχνικό κομμάτι. Σίγουρα είναι βασικό να έχεις μια ηχητική ταυτότητα και να ξέρεις τι θες να είναι συνονόματο της παραγωγής σου και της ψυχής που κουβαλάς καλλιτεχνικά. Όπως όλοι οι καλλιτέχνες, έτσι και εμείς «γδυνόμαστε» κατά κάποιο τρόπο. Οπότε, θα έλεγα στους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτό, να δουν τι θέλουν να αφήσουν πίσω σαν ήχο, σαν ιδιοσυγκρασία, σαν προσωπικότητες και να δουν τη μεγάλη εικόνα, όχι ένα hit ή το εξελιγμένα γαμηστερό beat που δεν μπορεί κανείς να αγγίξει τεχνικά.

Ποια είναι η σχέση σου με το κοινό; Διότι δείχνεις πιο απόμακρος και αποστασιοποιημένος, αν και δεν είσαι έτσι στην πραγματικότητα. Επιλέγεις συνειδητά να βάζεις τα όριά σου;
Μέχρι την εποχή που έκανα ραπ και έβγαινα στο stage, μου άρεσε. Όμως, όσο και αν μου άρεσε η έκφραση του λόγου, έπρεπε να το θυσιάσω για να ασχοληθώ με τη μουσική. Οπότε, έκοψα τον πρώτο ομφάλιο λώρο επικοινωνίας με το κοινό. Απόσταση ήθελα να υπάρξει συνειδητά και έτσι πέρασα κι ένα κομμάτι της προσωπικότητάς μου. Είμαι anti-social, δεν με αφορά να έχω πολλά-πολλά. Μου αρέσει να έχω επικοινωνία με τους ανθρώπους που εκτιμάνε ή βρίσκουν κομμάτια του εαυτού τους σε αυτό που παράγω, αλλά καλό είναι να μπαίνουν όρια. Δεν είμαστε εδώ για να γδυνόμαστε για όλους, πρέπει να κρατάμε πράγματα για τον εαυτό μας. Το αν έχω χαβαλέ, το ξέρουν αυτοί που περνάμε χρόνο στο σπίτι μου, στα τουρ, στα backstage. Γι’ αυτό επιλέγω να μη δίνω τόσες συνεντεύξεις, γιατί η μουσική και αυτό που είμαστε στη σκηνή μιλούν παραπάνω. Ο Αγγελάκας είχε πει κάτι πολύ σωστό. «Όταν δέχεσαι την αποδοχή και την επιβεβαίωση από το κοινό, σιγά-σιγά καλό είναι να τα βρίσκεις με την ασημαντότητά σου». Όσο μεγαλώνεις, καλό είναι να εκτιμάς λίγο παραπάνω όσα κερδίζεις από όλο αυτό και να καταλάβεις πως ο κόσμος θα συνεχίσει να κινείται και δίχως εσένα. Οπότε, όσο ωριμάζω επιλέγω να κρατάω το ανάλογο “attitude”.

yes3.jpg

Ποια είναι τα κριτήριά σου για να επιλέξεις να συνεργαστείς με κάποιον ράπερ; Θα δεχτείς να πατήσει τα beats σου εάν δεν σου κάνει η μουσική, το ύφος, ο τρόπος, η ιδεολογία του ή η μεταξύ σας χημεία;
Τα πρώτα χρόνια δεν είχα ελευθερία επιλογής, επειδή δεν είχα μεγάλο όγκο δουλειάς. Στην πορεία, άρχισα να επιλέγω. Από την άλλη, η μουσική δρα σαν φάρμακο. Οπότε, εάν κάποιος έχει ως όνειρο να πατήσει πάνω στα beats μου, δεν είναι φρόνιμο να του το στερήσω. Προσπαθώ να το φιλτράρω κυρίως θεματολογικά. Σε ικανότητα έχουν όλοι ένα ταβάνι, οπότε δεν θα απαιτήσω από έναν συνεργάτη να μου φέρει το τοπ κομμάτι, αλλά θα απαιτήσω από το κομμάτι να πρεσβεύει αυτά που θα ήθελα, ή εν πάσει περιπτώσει να μην διαφωνώ τόσο με αυτά – πολιτικά και κοινωνικά. Έχω κόκκινες γραμμές, δεν θα δεχόμουν φασιστικό στίχο. Μπορεί να εκφράσει ό,τι θέλει, αλλά όχι πάνω στο δικό μου χαλί. Ο σκοπός της τέχνης είναι να έχει πρόσβαση σε όλους, να ακουστούν τα πιο ακραία πράγματα και να δείξουμε τις πιο άρρωστες, περίεργες, ιδιαίτερες και αποκομμένες πτυχές του εαυτού μας. Από εκεί και πέρα, καλό είναι να βάλει ο καθένας τα όριά του στο τι δέχεται στο δικό του στρέμμα. End of story.

Θεωρείς ότι ο καλλιτέχνης έχει το βάρος της ευθύνης για τον στίχο που γράφει ή το κοινό για το στίχο που καταναλώνει;
Ο καλλιτέχνης έχει πλήρη ελευθερία. Ευτυχώς δεν υπάρχει Σύνταγμα στην τέχνη, γιατί δεν θα ήταν τέχνη – θα ήταν κάτι άλλο. Εάν δεν μπορείς να φιλτράρεις κάποια πράγματα, το πρόβλημα είναι δικό σου. Κι εγώ είδα τις ταινίες του Ταραντίνο, αλλά δεν έκανα massacre σε mall. Ασχολήθηκα και με ακραία τέχνη, ακούω περίεργες μουσικές, όπως black metal, αλλά πάντα ήξερα το όριο της έκφρασης, της κουλτούρας και της δημιουργικότητας. Είναι διαφορετικό λοιπόν να δούμε πίνακα του Καραβάτζιο ή του Ιερώνυμου Mπος και να αντιληφθούμε τι έχει συμβεί και διαφορετικό να πλαισιώσουμε τη ζωή μας γύρω από αυτό. Οπότε θεωρώ ότι το κοινό έχει ευθύνη για το τι καταναλώνει. Ο καθένας βρίσκει αυτό που τον εκπροσωπεί. Κάποιοι που δεν έχουν βιώματα και ζουν σε φούσκα, βρίσκουν το ραπ σαν αποδιοπομπαίο τράγο, γιατί μπορεί να τους ιντριγκάρει. Και εμένα αντίστοιχα με ιντριγκάραν οι ταινίες του Σκορτσέζε, γιατί δεν μου συνέβαινε κάτι τέτοιο στη ζωή μου, ή το γαλλικό ραπ, γιατί έβλεπα ένα άλλο σενάριο που δεν έχω ζήσει.

nai1.jpg

Θεωρείς ότι οι νεότερες γενιές των MCs που βγήκαν στην επιφάνεια τα τελευταία χρόνια, έχουν καταφέρει να φτάσουν το επίπεδο των παλαιότερων; Για τι επιλέγουν να μιλήσουν; Και πώς αυτό το νέο κύμα αφομοιώνεται στην κοινωνία;
Το ραπ είναι αμιγώς ποινική μουσική και κατάγεται από το περιθώριο και τη γκετοποίηση – ασχέτως αν παίρνει άλλη φόρμα, ανάλογη με τις χώρες και τα κοινωνικά πλαίσια στα οποία αφομοιώνεται. Τα προηγούμενα χρόνια, αρκετοί ράπερ ηχογραφούσαν πράγματα επιστημονικής φαντασίας. Τα τελευταία χρόνια, αυτό που ακούμε στιχουργικά στην Ελλάδα έχει μεγαλύτερη επαφή με την πραγματικότητα, με το ρεαλισμό που βιώνουμε στις γειτονιές και τη χώρα. Ακούμε reality rap και σίγουρα το προτιμώ από το να είναι fake, αλλά δεν ξέρω αν θα το ενστερνιστώ.

Εκείνους που τους καίει τι γίνεται κοινωνιολογικά με το ραπ και ακούμε αυτά που ακούμε, ας ψάξουν τις αιτίες στο πώς μεγαλώνουν τα παιδιά, πώς φέρονται στους εργαζόμενους, πώς χειρίζονται ανθρώπους στα σχολεία, πώς χειρίζονται κρατούμενους σε σωφρονιστικά καταστήματα. Οπότε το πρόβλημα είναι αλλού. Οι Public Enemy είχαν χαρακτηρίσει το ραπ ως «το CNN της γειτονιάς». Το ραπ δεν είναι εδώ για να ηθικολογήσει, είναι για να αποδίδει εικόνες. Είμαστε ρομαντικοί και θα θέλαμε ο κόσμος να είναι αλλιώς. Όμως το ραπ αναδεικνύει τη σαπίλα γι’ αυτό έχει τη γιγαντιαία αποδοχή παγκοσμίως. Όλοι μπορούν να απορροφηθούν στο ραπ, πάντα όμως μέσα στα προκαθορισμένα όρια που έχει για συγκεκριμένες ιδεολογίες. Το σίγουρο είναι ότι έχουμε μπει στα σπίτια των ανθρώπων. Στα live με τον Anser μας ευχαριστούν για κομμάτια μας, που τους άλλαξαν τη ζωή. Ο Fat Joe, πολύ σεβαστός ράπερ, είχε πει το ’96 σε ραδιοφωνική συνέντευξη, «προσέξτε τώρα, γιατί έχουμε τα παιδιά σας ομήρους». Η ηλικιακή ψαλίδα που ακούει ραπ στην Ελλάδα είναι 12-24 ετών. Το ραπ μπορεί να κάνει και πολλή ζημιά και πολύ καλό.

naiii.jpg

Θέλω να μας πεις κάτι που δεν έχεις μοιραστεί ποτέ ξανά.
Κουβαλάω πάρα πολύ «σκοτάδι» μέσα μου. Κάποιες φορές το μοιράζομαι, κάποιες το κρατάω για την πάρτη μου. Αλλά είμαι πολύ κουλ σαν τύπος, έχω γέλιο και ζω τη ζωή μου πολύ νορμάλ. Κανείς από όσους κάνουμε κάποια μορφή τέχνης δεν πάει πολύ καλά. Απλά όλοι έχουμε βρει τον τρόπο να ψυχαναλυόμαστε κάπως. Το βασικό είναι να κρατάνε από εμάς τη μουσική και να βλέπουν ότι είμαστε εδώ για να αλλάξουμε κάτι.

yess.jpg

Ακολουθήστε την Άντυ στο Instagram.

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

Τουρίστες Απαντούν αν θα Πήγαιναν στο Άμστερνταμ σε Περίπτωση που Απαγόρευε το Χόρτο

Khay Be: Το “Pyro” Album, η Ζωή στην Αγγλία και το West Coast Rap

Φωτογραφίες Ανθρώπων που Ζουν Δίπλα στα Μεγαλύτερα Εργοστάσια Ενέργειας της Ευρώπη

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.