«Έχει γίνει μια εξαιρετικά πρότυπη δουλειά για την αντιπυρική προστασία της χώρας μας, μια πραγματική τομή φέτος, όχι μόνο σε ό,τι αφορά τα μέσα και τους εξοπλισμούς, αλλά και το προσωπικό μας». Αυτά τα λόγια ανήκουν στον τότε Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, στη συνέντευξη Τύπου σχετικά με τον σχεδιασμό της αντιπυρικής προστασίας του 2021. Ως είθισται, λίγους μήνες μετά, οι σχεδιασμοί αυτοί βρέθηκαν στον κάλαθο των αχρήστων, με αποτέλεσμα να καούν πάνω από 1.300.000 στρέμματα γης στη χώρα μας. Το 2022 έπρεπε να τα ξηλώσουμε και να τα ξεκινήσουμε όλα από την αρχή. Ο νυν αρμόδιος υπουργός, Χρήστος Στυλιανίδης, είχε επισημάνει ότι ο φετινός στρατηγικός σχεδιασμός βασίζεται στην εμπειρία του παρελθόντος και ειδικότερα των περσινών πυρκαγιών.
Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, το μοτίβο είναι ακριβώς το ίδιο. Στα τέλη του χειμώνα αρχίζει μία σειρά παρουσιάσεων σχεδίων και σχεδιασμών, σχετικά με την πρόληψη και την προστασία δασικών εκτάσεων και πολιτών από τις πυρκαγιές. Γύρω στα μέσα του καλοκαιριού όλα καταρρέουν εμφατικά μπροστά από τα πύρινα μέτωπα. Οι κάτοικοι τρέχουν με τις μάνικες, οι πυροσβέστες δεν αρκούν και τεράστιες δασικές εκτάσεις γίνονται στάχτη καταστρέφοντας φυσικά τοπία και τοπικές οικονομίες. Το ερώτημα που προκύπτει είναι προφανές: Πότε θα σταματήσει όλο αυτό;
Videos by VICE
Η φετινή προετοιμασία
Η Ελλάδα ξεπλήρωσε φέτος ένα ποσό της τάξης των 8.457.481,64 ευρώ στο NSPA, τον Οργανισμό Υποστήριξης και Προμηθειών του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τον Υπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρήστο Στυλιανίδη, αυτή η διαρκής εκκρεμότητα «έθετε προσκόμματα στις δυνατότητες της χώρας να προετοιμάζεται σωστά στον κρίσιμο τομέα της δασοπυρόσβεσης, μέσω της έγκαιρης μίσθωσης των απαραίτητων εναέριων μέσων». Όσο υπήρχε το χρέος, η Ελλάδα δεν μπορούσε να συμμετάσχει σε διαγωνισμούς του ΝΑΤΟ σχετικά με τα εναέρια μέσα δασοπυρόσβεσης.
Τη φετινή αντιπυρική περίοδο στη μάχη εναντίον των πυρκαγιών ρίχνονται 40 αεροπλάνα και ελικόπτερα που ανήκουν στη χώρα μας, άλλα 46 μισθωμένα (31 ήταν πέρσι), 100 μηχανές περιπολίας, 4.000 εθελοντές δασοπυροσβέστες και άλλοι 590 δασο-κομάντο. Ταυτόχρονα, για πρώτη φορά φέτος, η Ελλάδα φιλοξενεί στο πλαίσιο του ειδικού πιλοτικού προγράμματος προεγκατάστασης πυροσβεστών 250 πυροσβέστες από έξι χώρες, οι οποίοι θα είναι στη διάθεση του κρατικού μηχανισμού για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο.
Όπως ανακοίνωσε ο κ. Στυλιανίδης, φέτος δαπανήθηκαν 50 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ για το πρόγραμμα ANTINERO, το μεγαλύτερο πρόγραμμα καθαρισμών που έχει δει η χώρα. Αφορούσε τον καθαρισμό των δασικών εκτάσεων, τη συντήρηση και βελτίωση των αντιπυρικών ζωνών αλλά και τη συντήρηση των δασικών δρόμων. Ταυτόχρονα, έχουμε αύξηση των περιπολιών που κατά τον σχεδιασμό θα φτάσει ως και το 100% αλλά και νέα νομοθετικά εργαλεία που θα βοηθήσουν τους Δήμους να καθαρίσουν εύκολα και άμεσα οικόπεδα. Φαίνεται όμως ότι αυτό δεν αρκεί.
Σύμφωνα με δελτίο Τύπου που έβγαλαν από κοινού το MIIR (Mediterranean Institute for Investigative Reporting) και το WWF (World Wide Fund for Nature), ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εντοπίστηκαν ήταν στην ανισοκατανομή μεταξύ καταστολής και πρόληψης, αλλά και στην υποαπορρόφηση πόρων τους οποίους θα μπορούσε να είχε εκμεταλλευτεί το ελληνικό κράτος. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι, ως συνήθως, οι πόροι του ΕΣΠΑ 2014-2020 εκ των οποίων έχουν απορροφηθεί 26.546.715,8 ευρώ, μόλις το 52,39% της συνολικής χρηματοδότησης. Ένα από τα βασικά συμπεράσματα της εν λόγω έκθεσης είναι η ανάγκη ενίσχυσης των πόρων για την πρόληψη σε σχέση με την καταστολή, πράγμα που, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι βασικός άξονας του φετινού σχεδιασμού.
Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές πάντως, η Πυροσβεστική χρειάστηκε να αντιμετωπίσει πολύ μεγάλα πύρινα μέτωπα. Στην Πεντέλη και στα Μέγαρα, στη Λέσβο, στην Ηλεία, στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς. Οι καταστροφές είναι ήδη ανυπολόγιστες και είμαστε ακόμα στο μέσο του καλοκαιριού. Ενδεικτικά, η 23η Ιουλίου ήταν μία πολύ δύσκολη μέρα με 53 πυρκαγιές να έχουν καταγραφεί σε ένα μόνο 24ωρο.
Η κλιματική κρίση στο προσκήνιο
Προφανώς, η αντίληψη που δείχνει την αποτελεσματική ή μη κρατική διαχείριση ως μοναδικό και αποκλειστικό κριτήριο του αριθμού των πυρκαγιών και των εκτάσεων που καίγονται καθημερινά είναι λανθασμένη. Η ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού είναι προφανής στην Ελλάδα. Ωστόσο, οι δασικές πυρκαγιές είναι ένα φαινόμενο πολυπαραγοντικό και σίγουρα η κλιματική κρίση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Σύμφωνα με την οργάνωση WWF, το σενάριο αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5°C προβλέπει ότι στη Μεσόγειο οι δασικές εκτάσεις που θα καίγονται ετησίως θα αυξηθούν κατά 41%.
Ο κ. Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος είναι Καθηγητής Δασικών Πυρκαγιών στο ΑΠΘ. Κατά την άποψή του, πρέπει να θεωρείται δεδομένη πλέον η σύνδεση των πυρκαγιών με την κλιματική κρίση. «Υπάρχουν πολλές επιστημονικές εργασίες δημοσιευμένες σε περιοδικά. που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τις δασικές πυρκαγιές αλλά και το αντίστροφο». Πλέον βλέπουμε πυρκαγιές και σε μέρη του πλανήτη που παλαιότερα δεν θα τις διανοούμασταν καν (Σιβηρία, Καναδάς). «Δεν χρειάζεται να είναι κανείς επιστήμονας για να καταλάβει ότι ένα θερμότερο και ξηρότερο κλίμα είναι πλέον ευεπίφορο για έναρξη και διάδοση δασικών πυρκαγιών».
Σε γενικές γραμμές και μετά την κατάσβεση μιας πυρκαγιάς, θεωρείται σχεδόν δεδομένο ότι, έστω μετά από την πάροδο αρκετών χρόνων, τα δάση θα επανέλθουν. «Πράγματι πρέπει να το θεωρούμε δεδομένο διότι η πυρκαγιά θεωρείται φυσική διαδικασία υπό δύο όμως προϋποθέσεις» επισημαίνει ο κ. Δημητρακόπουλος «αρχικά ότι δεν θα υπάρξει ανθρώπινη επέμβαση (βόσκηση, εκχέρσωση, ξύλευση, οικοπεδοποίηση κτλ) και δεύτερον οι πυρκαγιές αυτές θα οφείλονται στη φύση και όχι σε ανθρώπινη ενέργεια». Πέραν, λοιπόν, της πρόληψης είναι απαραίτητη η φύλαξη των καμένων εκτάσεων μετά το καταστροφικό έργο της πυρκαγιάς. Στην Ελλάδα πάντως, η συχνότητα με την οποία καίγονται τα οικοσυστήματα είναι πολύ μεγαλύτερη της φυσικής, με αποτέλεσμα πολλές περιοχές να βρίσκονται προ του κινδύνου ερημοποίησης.
Τον ρωτάω αν υπάρχει κάποιο άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που έχει η Ελλάδα -πέραν των κλιματικών συνθηκών- ώστε να εξηγεί τον λόγο που η χώρα είναι παραδοσιακά ανάμεσα σε εκείνες που αναγκάζονται κάθε χρόνο να έρχονται αντιμέτωπες με τη μόνιμη απειλή μεγάλων και καταστροφικών πυρκαγιών. «Το κλίμα στην Ελλάδα είναι ξηρό και θερμό. Ταυτόχρονα, τα πεύκα -και δη τα πεύκα της μεσογειακής ζώνης- είναι περισσότερο εύφλεκτα λόγω της μεγάλης ποσότητας ρητίνης και αιθερίων ελαίων τα οποία περιέχουν. Αυτοί οι λόγοι δεν επαρκούν ούτε μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία ή επιχείρημα για τη μη προστασία των ελληνικών δασών».
Όπως προείπαμε, ο κρατικός μηχανισμός διαρκώς αιφνιδιάζεται μπροστά σε εκείνο για το οποίο θεωρητικά προετοιμάζεται επί μήνες. «Δεν τα πηγαίνουμε καλά στη διαχείριση των πυρκαγιών. Το κυριότερο πράγμα -αν πρέπει να διαλέξω ένα- που κάνουμε λάθος είναι η έλλειψη συντονισμού, ιεράρχησης και αρμοδιοτήτων όλων των εμπλεκόμενων φορέων κατά τη διάρκεια της κατάσβεσης των πυρκαγιών. Δεν υπάρχει μία ιεραρχία ώστε ένας να αποφασίζει και οι άλλοι να εκτελούν. Δευτερευόντως θα πρόσθετα και την όχι τέλεια εκπαίδευση σε θέματα καταπολέμησης δασικών πυρκαγιών».
Η προσφορά των εθελοντών
Πέραν των επαγγελματιών πυροσβεστών, πολύ κρίσιμο ρόλο στις προσπάθειες κατάσβεσης μίας πυρκαγιάς παίζουν και οι εθελοντές. Ο Σεραφείμ Τσιουγκρής είναι Πρόεδρος του ΔΣ της Ένωσης Εθελοντών Πυροσβεστών. Τον ρωτάω αν οι περσινές εικόνες απόλυτης καταστροφής σε πολύ μεγάλα μέρη της χώρας δραστηριοποίησαν φέτος περισσότερους εθελοντές. «Υπήρξε φέτος μεγάλο ενδιαφέρον από τον κόσμο για την ένταξή του στους εθελοντές πυροσβέστες. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι φέτος πέτυχαν στην εκπαίδευση 1935 νέοι εθελοντές πυροσβέστες που θα ενταχθούν στο Πυροσβεστικό Σώμα. Αν προστεθούν και στους 2000 εθελοντές που είχαμε από τις προηγούμενες χρονιές, πλέον αγγίζουν περίπου τους 4000 εθελοντές που είναι ένα σημαντικό νούμερο για τα ελληνικά δεδομένα». Σε σύγκριση με ευρωπαϊκές χώρες, βέβαια, είμαστε ακόμα πολύ χαμηλά.
Η διαδικασία για την ένταξη κάποιου στους εθελοντές πυροσβέστες είναι σχετικά απλή. «Γίνεται από τα μέσα Ιουλίου κάθε χρόνου μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου στον πλησιέστερο σταθμό που θέλει ο καθένας να υπηρετήσει. Στα μέσα του Νοεμβρίου ξεκινάει η εκπαίδευση και πρέπει να συμπληρωθεί το ελάχιστο όριο που είναι 120 ώρες όπου διδάσκονται όλο το πυροσβεστικό έργο». Στη συνέχεια, οι εθελοντές υπό τις οδηγίες πάντοτε της πυροσβεστικής βοηθούν στο δύσκολο έργο της κατάσβεσης των πυρκαγιών.
Πέρσι η συνεισφορά τους ήταν πολύ μικρότερη από αυτή που οι ίδιοι θα επιθυμούσαν χωρίς να έχουν ευθύνη γι’ αυτό. «Φέτος ελπίζουμε να αξιοποιηθούν στον μέγιστο βαθμό οι εθελοντές πυροσβέστες ανά την επικράτεια, κάτι που δεν συνέβη δυστυχώς πέρσι. Το πρόβλημα μας πέρσι ήταν ότι βλέπαμε πως καιγόταν η Ελλάδα και εμείς δεν μπορούσαμε να επιχειρήσουμε για τον απλό λόγο ότι δεν μπορούμε να πάμε μόνοι μας να επιχειρήσουμε. Πρέπει να γίνει το κάλεσμα από την Πυροσβεστική Υπηρεσία να πάμε στους σταθμούς μας για να φύγουμε με τα οχήματα και να πάμε».
Μάλιστα, προκειμένου να μου τονίσει το πόσο σημαντική μπορεί να είναι η παρουσία των εθελοντών μου λέει χαρακτηριστικά ότι «πέρσι οι περισσότεροι πυροσβέστες που ήρθαν από το εξωτερικό για να βοηθήσουν εδώ στη χώρα μας ήταν κατά 60% με 70% ήταν εθελοντές πυροσβέστες. Την ίδια στιγμή εμείς δεν μπορούσαμε να πάμε να σβήσουμε μία φωτιά».
Αυτό είναι και κάτι που βρίσκουμε στο περιβόητο πόρισμα Γκολντάμερ. Όπως διατυπώνεται εκεί για τους εθελοντές του Πυροσβεστικού Σώματος, «η συμμετοχή τους στο έργο της κατάσβεσης δεν αναγνωρίζεται ουσιαστικά ούτε πρακτικά και ο ρόλος και η εμπλοκή τους στην καταστολή των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου επαφίεται στον εκάστοτε Διοικητή της τοπικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας». Ένα καλό παράδειγμα του πώς οι ατελείωτες γραφειοκρατικές διακλαδώσεις δυσχεραίνουν το ήδη πολύ δύσκολο έργο της Πυροσβεστικής.
Τα δύσκολα καλοκαίρια που μας περιμένουν
Όπως τονίστηκε και παραπάνω, η κλιματική κρίση δεν μπορεί να είναι δικαιολογία για διαφόρων τύπων ελλείψεις που έχει παραδοσιακά ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός. Αντιθέτως, αποτελεί έναν επιτακτικό πλέον λόγο, προκειμένου όλο το δίκτυο της αντιπυρικής προστασίας πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της αντιπυρικής περιόδου να λειτουργεί όσο καλύτερα γίνεται. Οι περισσότεροι ειδικοί τονίζουν ότι είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να δοθεί ανάλογη έμφαση όχι μόνο στα μέσα κατάσβεσης αλλά και σε όσα μπορούν να προλάβουν μία πυρκαγιά.
Ήδη μέσα στο 2022 θρηνούμε για την καταστροφή τεράστιων δασικών εκτάσεων αλλά και για πολλές ανθρώπινες περιουσίες. Πολλές από αυτές ξεκίνησαν πολύ νωρίς, από τον Απρίλιο. Παρόλα αυτά, τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Τα περιστατικά της τελευταίας 15ετίας από τις πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, στο Μάτι του 2018 και στις καταστροφές στην Εύβοια και Αττική το 2021 φέρνουν τους πάντες προ των ευθυνών τους και αναδεικνύουν τη σημασία που έχει η αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Είναι πολύ πιθανόν σύντομα να δούμε το ζήτημα των πυρκαγιών με όρους επιβίωσης για την ίδια τη χώρα. Τότε ίσως να είναι πια πολύ αργά για δράση.
Aκολουθήστε τον Νίκο Σταματίνη στο Instagram.
Περισσότερα από το VICE
Δέκα Ερωτήσεις σε Έναν Κτηνίατρο για την Ευθανασία των Ζώων
Φωτογραφίες Δείχνουν Ναρκωτικά Αξίας Μισού Δισεκατομμυρίου να Γίνονται Καπνός