Διασκέδαση

«Με Λυπεί που Έχω Περισσότερο Κοινό στη Γαλλία Επειδή στην Ελλάδα Δεν Υπάρχουν οι Θεσμοί»

DSC05443
Kοινοποίηση

Ο Χρήστος Παπαδόπουλος ανήκει στη γενιά των χορογράφων, που αυτήν τη στιγμή έχει φέρει την Ελλάδα στο σημείο να «εξάγει» σύγχρονο χορό και να διαπρέπει στις σκηνές του εξωτερικού, με υψηλής ποιότητας έργα. Το τελευταίο του έργο, Larsen C, που έκανε πάταγο πριν από λίγους μήνες στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για πέντε sold-out βράδια, έκανε πρεμιέρα στις 28 Σεπτεμβρίου 2021, στο θέατρο Jean Vilar του Βιτρί-σιρ-Σεν κι έπειτα συνέχισε να κατακτά κι άλλες σκηνές της Γαλλίας, έχοντας παράλληλα παρουσιαστεί σε 12 πόλεις της Ευρώπης – ανάμεσά τους στη Ρώμη, τη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη, τη Λιέγη και τις Βρυξέλλες.

Μετά τη μεγάλη επιτυχία και μετά από μία μικρή παύση τον Αύγουστο, ξεκινάει ο δεύτερος κύκλος περιοδείας του έργου που είναι μια διεθνής συμπαραγωγή της Στέγης και θα παρουσιαστεί ξανά στην Αθήνα και τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, από 6 έως 9 Οκτωβρίου 2022.

Videos by VICE

Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, που υπήρξε ο Κένταυρος στου Ολυμπιακούς Αγώνες και «παιδί» του Δημήτρη Παπαϊωάννου, εμπνεύστηκε από τη βραδύτητα της τήξης των παγετώνων προκειμένου να μιλήσει για τη σφοδρότητα της ζωής. «Παγετώνας» ή «παγοκρηπίδα». Αυτή είναι η επιστημονική ονομασία του τεράστιου, ακινητοποιημένου όγκου νερού Larsen C, ηλικίας 10.000 ετών, που βρίσκεται στην Ανταρκτική, με τον χορογράφο να καταφέρνει τελικά να δημιουργήσει έναν κόσμο επί σκηνής που μας κάνει να παλλόμαστε μαζί με τους χορευτές του σαν να βρισκόμαστε σε ένα σκοτεινό party.

VICE: Σε τι φάση βρίσκεσαι;
Χρήστος Παπαδόπουλος: Ξεκίνησαν ξανά οι περιοδείες στο εξωτερικό. Φεύγουμε τώρα στο Παρίσι και επιστρέφουμε έπειτα στη Στέγη. Είμαι στη φάση που ξαναπιάσαμε το Larsen C. Παράλληλα περιοδεύει και το ΙΟΝ, οπότε επισκεφτήκαμε πάλι κι αυτήν την παράσταση. Και σε ό,τι αφορά το OPUS, θα παρουσιαστεί του χρόνου στη Φιλαρμονική του Παρισιού. Οπότε τρέχουν παράλληλα και τα πιο παλιά έργα, πιο αραιά, αλλά όλα είναι εν κινήσει. 

Επίσης, φέτος τον χειμώνα ετοιμάζω και μία δουλειά με το Dance On, μία γερμανική ομάδα στο Βερολίνο, όπου θα είναι η πρώτη φορά που θα κάνω δουλειά έξω από την ομάδα μου, χωρίς τους δικούς μου χορευτές. Θα είναι μαζί ως βοηθός μου ο Γιώργος Κοτσιφάκης. Και μετά το καλοκαίρι θα κάνω μία νέα δουλειά με το μπαλέτο της Όπερας της Λιόν, οπότε έτσι θα κυλήσει η χρονιά μου. 

Πολύ σε αγαπάει η Γαλλία. 
Πολύ. Στη Γαλλία κάθε δουλειά την κάνουμε σε 15-20 πόλεις. Την αγαπάει τη δουλειά μου, ναι.

Τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που σε έχει συνδέσει με το γαλλικό κοινό;
Δεν ξέρω. Νομίζω ότι -αν και δεν θέλω να κάνω τέτοιες γενικές διαπιστώσεις- αυτό που νομίζω ότι βοηθάει είναι το γαλλικό σύστημα μέσα στο οποίο βρισκόμαστε. Δηλαδή υπάρχει μία τόσο άρτια οργάνωση του γαλλικού συστήματος, των γαλλικών χορογραφικών networks και το πόσο υποστηρίζουν τις Τέχνες στη Γαλλία που νομίζω ότι αν υπάρχει μία παράσταση που γι’ αυτούς κάπως αξίζει, αμέσως ανοίγουν το σύστημά τους. Και δεν είναι ότι κάνεις μία παράσταση απλώς σε μία πόλη, αλλά αυτό το μεγάλο network συντονίζεται για να μπορεί να επικοινωνήσει την δουλειά σε περισσότερο κοινό σε διαφορετικές πόλεις. 

Θυμάμαι όταν κάναμε το ΙΟΝ στην Τουέ, που ήταν μία πόλη που δεν την είχα ξανακούσει ποτέ, δεν είχε πραγματικά ζωή, ήταν σχεδόν παρατημένα τα κτίρια, μία πόλη στη μέση του πουθενά, με ένα συγκλονιστικό θέατρο όμως, και λέγαμε τότε «μα ποιος θα έρθει να μας δει εδώ»; Και τελικά είχαμε sold out παραστάσεις σε ένα θέατρο 700 θέσεων. Και μου έλεγε ο καλλιτεχνικός διευθυντής ότι δουλειά τους πλέον είναι να εκπαιδεύσουν και να διδάξουν στο κοινό στην Τουέ ότι σύγχρονος χορός δεν είναι αυτοί που μεσουρανούσαν πιο πριν, αλλά ότι έχουμε προχωρήσει. Ο προγραμματισμός τους είναι συγκλονιστικός. Άνθρωποι σε οποιαδήποτε επαρχία στη Γαλλία έχουν την τύχη να είναι παρόντες σε φεστιβάλ, που έχουν εκπληκτικούς προγραμματισμούς.

DSC05382.jpg

Σου φαίνεται μεγάλη η αντίφαση όταν επιστρέφεις στην Ελλάδα σε σχέση με το τι συμβαίνει εδώ με το κοινό; Δεν εννοώ βέβαια με την έννοια του να φταίει το κοινό γι’ αυτό. 
Το κοινό δεν φταίει καθόλου. Εμένα με λυπεί το γεγονός ότι νιώθω πως έχω μεγαλύτερο κοινό στη Γαλλία. Πλέον αρχίζω να αναγνωρίζω ανθρώπους που έρχονται και ξαναέρχονται, και με έναν τρόπο νιώθω ότι συνδέομαι με αυτούς τους ανθρώπους και αρχίζει να δημιουργείται μία σχέση και αυτή η σχέση δεν δημιουργείται εδώ, όχι επειδή το κοινό στην Ελλάδα δεν μπορεί αλλά επειδή δεν υπάρχουν ανάλογοι θεσμοί.

Στην Ελλάδα η υποστήριξη είναι περιορισμένη και έχει ελλείψεις. Οι κρατικές επιχορηγήσεις ναι μεν βοηθούν αλλά επουδενί δεν επαρκούν για να στηρίξουν μια παραγωγή. Την ίδια στιγμή οργανισμοί όπως η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών υποστηρίζει τους καλλιτέχνες και την ελληνική χορευτική σκηνή και χωρίς την βοήθεια τους πολλά θα ήταν αδύνατα!

Για να καταλάβεις: στο Larsen C υπάρχει το CDCN, το πανγαλλικό network χορογραφικών κέντρων το οποίο μου έδωσε μία συμπαραγωγή, όταν έκανα μία παρουσίαση πριν από τρία χρόνια στην Αβινιόν. Αυτή η συμπαραγωγή σημαίνει ότι κάθε χορογραφικό κέντρο από κάθε διαφορετική πόλη έδωσε ένα μικροποσό και μαζεύτηκε μία πολύ ωραία παραγωγή για εμένα, όσο αυτόματα σε όλες αυτές τις 20 πόλεις εγώ έχω ήδη μία έτοιμη περιοδεία για να παρουσιάσω το έργο.

Αν υπήρχε κάτι ανάλογο ας πούμε στα ΔΗΠΕΘΕ με ένα ελάχιστο ποσό να μπορούν να περιοδεύουν δύο καλλιτέχνες τον χρόνο, θα μπορούσε και η ελληνική επαρχία πολύ εύκολα και πολύ ανέξοδα να βλέπει πολύ ωραία πράγματα. Αλλά δεν υπάρχει καν η οργάνωση, δεν υπάρχει καν η σκέψη για κάτι τέτοιο. Ας μην φτάσουμε καν στο οικονομικό. Οπότε είναι λυπηρό διότι νιώθεις ότι τη σχέση που αναζητάς με το ελληνικό κοινό δεν είναι εύκολο να την δημιουργήσεις, γιατί δεν υπάρχουν μέρη που μπορούν να παρουσιάσουν κάτι τέτοιο. 

Αν κρίνουμε από το αθηναϊκό κοινό που έβγαλε sold out τις παραστάσεις σου και τώρα το αναζητά για δεύτερη φορά, υπάρχει αρκετός κόσμος που αναζητά κάτι πρωτοπόρο.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κοινό που δεν αναζητά. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια κοινωνία της οποίας το κοινό δεν αναζητά πράγματα. Νομίζω πως όταν δεν υπάρχει προσέλευση ή ανταπόκριση έχει να κάνει με τους θεσμούς και την οργάνωση. Δεν νομίζω ότι υπάρχει ένα κοινό αδιάφορο. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ανέτοιμο κοινό πουθενά. Είναι δική μας ευθύνη -και των καλλιτεχνών και των θεσμών- να φέρνουμε το κοινό. Και δεν θεωρώ ότι στη Γαλλία που πάει πιο καλά η δουλειά μου συμβαίνει επειδή το γαλλικό κοινό είναι πιο σχετικό. Δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι είναι μόνο θέμα προσφοράς και οργάνωσης. 

Αν είχες απέναντί σου κάποιον άνθρωπο που δεν είναι εξοικειωμένος με τον χορό, από πού θα τον ξεκινούσες; Τι θα τον έβαζες να δει; Θα τον έβαζες σε μία παράστασή σου, να ξεκινήσεις από εκεί; 
Εννοείται θα τον έβαζα. Επειδή πραγματικά το πιστεύω ότι σχεδόν δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς τίποτα. Είναι δική μας ευθύνη, ευθύνη της παράστασης να πάρει έναν άνθρωπο και να τον ταξιδέψει μέσα στον κόσμο της. Η αλήθεια είναι πως όταν ξεκίνησα με το ELVEDON στο Θέατρο Πόρτα το ‘14 και άρχισα να καταλαβαίνω τι με συγκινεί και τι με ενδιαφέρει, και να καταλαβαίνω ότι προς τα εκεί πάει η παράσταση σκέφτηκα αν είναι πολύ ελιτίστικο, αν είναι για λίγους, αν είναι για υποψιασμένους. Αυτό όμως που μου έδειξε η πραγματικότητα είναι ότι δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Έρχονταν ηλικιωμένοι που δεν είχαν ξαναδεί χορό και ήταν το ίδιο συγκινημένοι με άλλους ανθρώπους. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κοινό το οποίο θέλει εκπαίδευση για να δει κάτι. Είναι δική μας ευθύνη αν το κοινό είναι αμέτοχο. 

DSC05789.jpg

Το στοιχείο των πάρτι που υπάρχει στο Larsen C είναι περισσότερο μία νοσταλγία ή κάτι που ζεις και τώρα; 
Για εμένα δεν είναι καν πάρτι. Υπάρχει αυτή η σχεδόν techno μουσική κι αυτό το σύστημα που αρχίζει και χορεύει, αλλά εμένα περισσότερο από το πάρτι με ενδιαφέρει τι συμβαίνει όταν πολλοί άνθρωποι έρχονται μαζί. Το πώς οι μονάδες όπως και στην παράσταση αρχίζουν να ανακαλύπτουν τον χώρο, να ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλον, να γειτνιάζουν, να θέλουν να συσχετιστούν, και τι συμβαίνει όταν αυτοί οι άνθρωποι, εν τέλει, βρει ο ένας τον άλλον και πια το πάρτι έρχεται ως αποτέλεσμα αυτής της γειτνίασης κι αυτής της θέλησης να υπάρχουν μαζί. Οπότε, το πάρτι με έναν τρόπο ναι μεν είναι ένα πάρτι, είναι επίσης μία κοινή πρόθεση ότι όλοι μαζί θα βρεθούμε εδώ και θα χορέψουμε μαζί. Οπότε υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία για το γιατί έχω πάει σε πάρτι. Δεν είναι μία αναπόληση του παρελθόντος που ήμουν clubber, αλλά περισσότερο στο ότι είναι πολύ ωραίο να είμαστε όλοι μαζί. 

Περισσότερο απολαμβάνεις τη διαδικασία της σύλληψης του έργου, των προβών ή όταν πια φτάνει η στιγμή που την επικοινωνείς με τον κόσμο στη σκηνή; 
Νομίζω κάθε στάδιο έχει τη γοητεία του. Έχει γοητεία όταν μου έρχεται μία μικρή σκέψη που στην αρχή πάντα την υποτιμώ και λέω «α, αυτό δεν είναι τίποτα, θα κάνω μία παράσταση γι’ αυτό; Αυτό είναι μία χαζομάρα». Κι έπειτα έχει γοητεία πώς αυτό μέσα στον χρόνο που του δίνω, αρχίζει να παίρνει μορφή και να αποκτάει βάθος και καταλαβαίνω γιατί με συγκινεί.

Έχει μία γοητεία όταν μπαίνω μόνος μου στο στούντιο και καταλαβαίνω πού βρίσκεται το σώμα μέσα σε αυτήν την ιδέα. Και μετά έχει μία πάρα πολύ ωραία γοητεία όταν αυτό προσπαθώ να το εξηγήσω και να το διδάξω. Και έχει πολύ μεγάλη γοητεία το πώς αυτό παρερμηνεύεται μέχρι να βρεθεί κι από τα παιδιά το ζουμί και ο πυρήνας. Επίσης έχει μία τεράστια γοητεία πώς αυτό αρχίζει να προοδεύει και έρχονται κι άλλες ποιότητες μέσα από τον κόσμο των παιδιών. 

Και μετά κορυφώνεται όταν αυτό πραγματικά ανοίγει στο κοινό. Έχει μία πολύ μεγάλη χαρά. Βεβαίως όταν νιώθεις ότι ο κόσμος είναι μαζί σου και επικοινωνεί με αυτό ή μάλλον όταν του έχεις δώσει αρκετά για να επικοινωνήσει. Και για εμένα υπάρχει κι ένα ακόμα πολύ όμορφο κομμάτι της δουλειάς μου, μετά την πρεμιέρα που μπορεί να έχουμε μία περιοδεία δύο χρόνων, το πώς εξελίσσεται το έργο μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια, που το επισκεπτόμαστε ξανά, το δουλεύουμε ξανά, πετάει τα περιττά του, ωριμάζει, ωριμάζω εγώ, καταλαβαίνω πολλές αστοχίες που τις διορθώνω ή που νομίζω ότι τις διορθώνω, τα παιδιά ησυχάζουν μέσα  σε αυτό, πετάνε πολλά περιττά, οπότε κι αυτή η διαδικασία της ζωής μίας παράστασης μέσα στις παραστάσεις, για εμένα είναι πάρα πολύ δημιουργική. 

Και για να μη λέμε ότι όλα είναι τέλεια. Μέσα σε αυτό υπάρχει ένα τεράστιο ποσοστό άγχους, ταλαιπωρίας, εσωτερικού διαξιφισμού, σύγκρουσης με τον εαυτό σου. Και συμπορεύεσαι μαζί με τον μηδενισμό ότι είμαι ένα τίποτα και μάλλον δεν έχω πει τίποτα, και με το ότι χαίρεσαι πάρα πολύ. Είναι μία σχέση χαράς και μαρτυρίου. 

Αυτήν τη στιγμή που μιλάμε είσαι στην φάση της χαράς ή του μαρτυρίου; 
Είμαι στη φάση της χαράς, η οποία άρχισε να ξεμυτάει σιγά-σιγά μετά τους πρώτους τέσσερις-πέντε μήνες παραστάσεων. Κάναμε το Larsen C πρεμιέρα τον προηγούμενο Σεπτέμβριο στο Παρίσι και μετά τα Χριστούγεννα άρχιζα να καταλαβαίνω λίγο λίγο ότι με ευχαριστεί και γαληνεύω μέσα σε αυτό. 

Υπάρχει τρόπος να αποσυμπιέζεσαι πέραν του χορού; Όταν τελειώνει η μέρα σου μετά από όλα αυτά τι μένει;
Μένει ένα πολύ ωραίο περπάτημα. Αν υπάρχει χρόνος για διαφυγή στη φύση μου είναι πάρα πολύ επουλωτικό, αλλά πολλές φορές δεν το έχω. Και την προηγούμενη εβδομάδα που ήμουν στην Πορτογαλία, το βράδυ έκανα μία ώρα περπάτημα μέσα σε ένα δάσος που είχα βρει. Γύρισα να κοιμηθώ σε ησυχία και γαλήνη. 

Περισσότερα για την παράσταση του Χρήστου Παπαδόπουλου, εδώ.

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

Ο Δημήτρης Τσίκλης Μετά τον «Λευτέρη» στις Άγριες Μέλισσες Γίνεται Επιζών της Επίθεσης του Ορλάντο

Eversor: «Το Ραπ Δεν Είναι Εδώ για να Ηθικολογήσει, Αλλά για να Αποδώσει Εικόνες»

Αποκαλυπτικές Φωτογραφίες Υποσιτισμένου Κρατούμενου Μέσα από Φυλακή στην Αλαμπάμα

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.