Ναρκωτικά

Οι Μέρες που Έκανα Μeth με τη Μητριά μου

Kοινοποίηση

Η πρώτη φορά που έβρισα ποτέ, ήταν και η πρώτη βραδιά που «ανακάλυψα» τη νέα γκόμενα του πατέρα μου. Ήταν μια κρύα νύχτα του Δεκέμβρη και ήμουν 10 ετών. Εγώ και τα τρία μικρότερα αδέρφια μου, με τη συνοδεία της μάνας μας, φτάσαμε στην πόρτα του διαμερίσματος του πατέρα μου (αφού οι δυο τους είχαν χωρίσει, αλλά πριν βγει το διαζύγιο), τρέμοντας από το κρύο, αλλά αποφασισμένοι να «σερβίρουμε» στον μπαμπά μια χριστουγεννιάτικη έκπληξη με δώρα.

Ο πατέρας μου σίγουρα εξεπλάγη. Άνοιξε την πόρτα και προσπάθησε να μας αποσπάσει την προσοχή, για να μην προλάβουμε να δούμε μια ξανθιά παρουσία που έτρεξε να κρυφτεί στην κρεβατοκάμαρα. Δεν τα κατάφερε. Μπήκαμε στο διαμέρισμα και τον πιάσαμε στα πράσα με την Angie, μια πανέμορφη 22χρονη με ξανθά μαλλιά, η οποία κρατούσε στα χέρια της ένα τιρμπουσόν και ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Ο τρόμος ήταν ξεκάθαρος στο πρόσωπό της. Κανείς από τους γονείς μου δεν έπινε τότε, οπότε δεν είχα ξαναδεί τιρμπουσόν. Έμοιαζε με όπλο. Κοίταξα την Angie σιωπηλά και μετά γύρισα και βγήκα τρέχοντας στο χιόνι.

Videos by VICE

Η χριστουγεννιάτικη επίσκεψη είχε μετατραπεί σε φιάσκο και πλέον στεκόμασταν όλοι έξω -και ο μπαμπάς μαζί- στο χιόνι, κλαίγοντας. Είχα θελήσει να βρίσω πάρα πολύ και στο παρελθόν, αλλά ήξερα ότι θα μπω σε μπελάδες. Για να μπορέσω να ξεστομίσω επιτέλους την πρώτη μου βρισιά, ήθελα το σύμπαν να μου προσφέρει μια κατάσταση όπου θα μπορούσα να βρίσω ελεύθερα, χωρίς συνέπειες. Μέσα στα κλάματά μου, κατάλαβα ότι είχε έρθει η στιγμή.

«Μπαμπά, τι σκατά συμβαίνει;», ρώτησα με στόμφο.

Δεν θυμάμαι την απάντηση.

Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece.

Την ημέρα που γνώρισα επίσημα την Angie, πήγα για πρώτη φορά για τρελά ψώνια. Το γεγονός δεν ήταν τυχαίο, αλλά ένα πλήρως οργανωμένο συμβάν από μεριάς του πατέρα μου. Είχαν περάσει μερικά χρόνια από εκείνα τα Χριστούγεννα και μιας κι η Angie είχε προκαλέσει μια τόσο αρνητική εντύπωση την πρώτη φορά, ο πατέρας μου θεώρησε πως ο καλύτερος τρόπος για να ανατραπούν τα πράγματα ήταν να ξαναγνωριστούμε πηγαίνοντας για ψώνια στο πλησιέστερο εμπορικό κέντρο. Είχε απόλυτο δίκιο.

Στον δρόμο για το εμπορικό κέντρο δεν μιλήσαμε σχεδόν καθόλου. Η Angie με τρόμαζε, μάλλον επειδή ήταν 25 ετών, με τέλειο σώμα και τεράστια βυζιά. Μεγαλώνοντας, είχα είδωλό μου την Barbie και στα 13 μου χρόνια, είχα βρεθεί μπροστά στην αληθινή Barbie, η οποία ήθελε να τα πάμε καλά και με πήγαινε για ψώνια. Ήταν μια ονειρική κατάσταση. Τα ψώνια με την Angie ήταν πολύ διασκεδαστικά, μιας και δεν είχε αντίρρηση σε ο,τιδήποτε μπορεί να μου άρεσε και είχε συνέχεια κάτι ενθαρρυντικό να μου πει. Όταν δεν μπορούσα να αποφασίσω μεταξύ δύο πραγμάτων, η Angie είχε άμεση λύση: «Πάρ’ τα και τα δύο», μου ανακοίνωνε ανεμίζοντας μια πιστωτική κάρτα. Ήταν η πανέμορφη μεγαλύτερη αδερφή που πάντα ήθελα, αλλά δεν ήξερα ότι ήθελα.

Λίγο μετά το ταξίδι μας στο εμπορικό κέντρο, ήπια για πρώτη φορά σαμπάνια, κατά τη διάρκεια ενός γεύματος με τον μπαμπά μου και την Angie στο Oklahoma City Golf & Country Club. Το club είχε μια επίσημη σάλα για δείπνο -μόνο με επίσημο ένδυμα έμπαινες- και έχοντας μόλις αγοράσει το πρώτο μου βραδινό φόρεμα, μου φάνηκε φυσικό που το γιορτάζαμε έτσι. Ο σερβιτόρος εμφανίστηκε για να πάρει την παραγγελία μας.

«Θα θέλαμε τρία ποτήρια σαμπάνιας, παρακαλώ», είπε η Angie ρίχνοντας στο τραπέζι το καταπληκτικό της χαμόγελο.

«Ασφαλώς», απάντησε εκείνος.

Ο πατέρας μου προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί, αλλά η Angie τον έκοψε πριν προλάβει να πει κουβέντα.

«Τι, Butch; Ένα ποτήρι σαμπάνιας είναι, σιγά. Χριστέ μου, δηλαδή!».

Πριν ο πατέρας μου συνεχίσει τη διαμαρτυρία του, η σαμπάνια είχε ήδη φτάσει στο τραπέζι. Ήπια τη δική μου με χαρά και η Angie χαμογέλασε με τρόπο στον πατέρα μου. Εκείνος κατάπιε το δικό του και παρέμεινε σιωπηλός, ξέροντας ότι είχαμε παραβεί κάποιους κανόνες, αλλά δεν μπορούσε πλέον να γίνει κάτι.

Όταν ο πατέρας μου μετακόμισε σε ένα νέο, καλύτερο σπίτι, η Angie άρχισε να συγκατοικεί μαζί του. Σπανίως την πετύχαινα χωρίς μια μπύρα, ένα κρασί ή ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ήταν άνεργη, οπότε περνούσε τις μέρες της μαγειρεύοντας, καθαρίζοντας και στολίζοντας το σπίτι με κάτι ασύλληπτα ακριβά καλάθια Longaberger με τα οποία είχε εμμονή. Τα γέμιζε με περιοδικά, λούτρινα ζωα, φρούτα, βασικά ο,τιδήποτε χωρούσε σε ένα καλάθι. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι τα καλάθια μπορούσαν να έχουν τόση αξία, αλλά να που πλέον με περιτριγύριζαν καλάθια χιλιάδων δολαρίων. Όσο εκείνη μάζευε καλάθια, ο πατέρας μου συνέλεγε Beanie Babies, μιας και ήταν πεπεισμένος πως κάποια στιγμή θα αποκτούσαν αξία.

Ένα διακοσμητικό καλάθι Longaberger. Φωτογραφία του χρήστη του Flickr, steve eng.

Την πρώτη φορά που μέθυσα ήταν με την Angie, κατά τη διάρκεια ενός Σαββατοκύριακου που πέρασα στο νέο σπίτι. Εκείνο το απόγευμα Σαββάτου, εγώ και η Angie ήμασταν στην κεντρική κρεβατοκάμαρα βλέποντας Troop Beverly Hills, όταν αποφάσισε να μου προσφέρει μια μπύρα την οποία και δέχτηκα με χαρά. Τέσσερις μπύρες μετά, χορεύαμε στο κρεβάτι υπό τους ήχους του Immaculate Collection, της Madonna. Έτσι ήταν η ζωή με την Angie: ένα ατέλειωτο πάρτι χωρίς κανόνες.

Η Angie, επίσης, είναι το πρώτο άτομο που είδα ποτέ να γίνεται «κομμάτια». Είχαμε πάει στο Dallas για ένα Σαββατοκύριακο, μαζί με τον πατέρα μου και τα αδέρφια μου. Βρισκόμασταν σε ένα pool party και η Angie (που ήταν πλέον 26 ετών) είχε πιεί ΠΟΛΥ κρασί και είχε αρχίσει να φωνάζει και να τσακώνεται με τον πατέρα μου και τους φίλους του, αποξενώνοντας τον εαυτό της από τους 40-κάτι και 50-κάτι καλεσμένους του πάρτι. Είχε γίνει ερείπιο και τραβούσε με βία το ποτήρι της, μακριά από τον οποιονδήποτε προσπαθούσε να της το πάρει. Εν τέλει έπεσε κάτω, σπάζοντας το ποτήρι και χύνοντας το κρασί της παντού. Αντί να ζητήσει συγγνώμη, ξέσπασε σε τρελά γέλια, ενώ το φόρεμά της είχε ανεβεί ψηλά στα πόδια της, αποκαλύπτοντας τα εσώρουχά της.

Όλα αυτά τα παρακολουθούσα από κάποια απόσταση, απόλυτα μαγεμένη, αν και καταλάβαινα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Η Angie είχε επιλέξει να γίνει μέρος ενός κόσμου που δεν την ήθελε. Οι γυναίκες τη μισούσαν, οι άντρες της έτρεμαν. Ήταν ολομόναχη.

Την επόμενη φορά που η Angie «το έχασε», ήμασταν διακοπές – εγώ, τα αδέρφια μου, ο πατέρας μου και η εκείνη. Πηγαίναμε ταξίδι και η πρώτη μας στάση ήταν στο Bartlesville της Oklahoma, εκεί όπου οι Woodward Travelers -η σχολική ομάδα baseball που προπονούσε ο πατέρας μου- έπαιζαν το τελευταίο ματς της σεζόν. Εν συνεχεία θα πηγαίναμε στην Grand Lake, όπου και θα μέναμε για μια εβδομάδα.

Την πρώτη εβδομάδα των διακοπών, πήγαινα στα παιχνίδια του πρωταθλήματος με τον πατέρα μου, αλλά τα αδέρφια μου έμεναν με την Angie στο ξενοδοχείο. Εκείνη την Κυριακή το βράδυ, οι Travelers κέρδισαν στο τελευταίο τους παιχνίδι και είχε πια σχεδόν φτάσει η ώρα για ένα ταξίδι που πίστευα πως θα ήταν φανταστικό. Μέχρι που ο πατέρας μου δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τη μητέρα μου, η οποία του έλεγε πως η Angie είχε μεθύσει και πήγαινε βόλτα με τα παιδιά στο Bartlesville. Με το αμάξι.

Η Angie είχε περάσει την ημέρα πίνοντας μπύρα στο ξενοδοχείο και κάποια στιγμή είχε φορτώσει τα αδέρφια μου στο αμάξι ώστε να έρθει στο γήπεδο baseball. H περίεργη -και μεθυσμένη- συμπεριφορά της είχε τρομάξει τον αδερφό μου τον Jake, ο οποίος είχε επικοινωνήσει με τη μητέρα μου για να της πει τι συνέβαινε.

O πατέρας μου ολοκλήρωσε το τηλεφώνημα τη στιγμή ακριβώς που η μπλε Chevy Tahoe της Angie, έφτανε με γκάζια στον χώρο στάθμευσης του γηπέδου. Ακολούθησε -όπως είναι κατανοητό- η μητέρα όλων των μαχών. Εγώ και τα αδέρφια μου μπήκαμε βιαστικά στο αυτοκίνητο του πατέρα μου, την ίδια στιγμή που εκείνος προσπαθούσε να αντιμετωπίσει μια Angie που ήταν έξω φρενών. Εν τέλει, ήρθε κατά πάνω μας κλαίγοντας, κάνοντας κύκλους γύρω από το αμάξι σαν αρπακτικό, βρίζοντας το κάθε παιδί ξεχωριστά.

Αρχικά, επιτέθηκε στον Jake επειδή της είχε κλέψει το τηλέφωνο.

«Ρε καθυστερημένο κλεφτράκι», φώναξε αναφερόμενη στο σύνδρομο Asperger από το οποίο έπασχε ο Jake. «Κωλόμικρο» ούρλιαξε στον μικρότερο αδερφό μου Kurt, ο οποίος έκλαιγε γοερά. Τη μικρή μου αδερφή, τη Sara, την αποκάλεσε «γκρινιάρικο μαλακισμένο» και έχοντας τελειώσει με όλους τους άλλους, γύρισε σε μένα.

«Κακομαθημένο κωλόπαιδο» είπε, σχεδόν γρυλίζοντας.

Σοκαρίστηκα. Νόμιζα ότι εγώ και η Angie ήμασταν φίλες.

Ολοκλήρωσε την παράστασή της με εντυπωσιακό τρόπο: έτρεξε μέχρι το Tahoe της, άνοιξε με φόρα τις πίσω πόρτες, άρπαξε τη φορητή τηλεόραση που θα έφερνε μαζί της στην λίμνη και τη διέλυσε, πετώντας τη στο έδαφος.

Από αυτό το συμβάν και μετά, ξεκίνησε μια περίοδος κατά την οποία η Angie έμπαινε και έβγαινε από τις ζωές μας. Συνήθως, μια εξαφάνισή της είχε σαν πρόλογο κάποια μεθυσμένη έκρηξή της, μια κατάσταση που οδηγούσε σε έναν χωρισμό, μέχρι που εκείνη και ο πατέρας μου να τα ξαναβρούν σε κάποια φάση.

Όταν μετακόμισα στο σπίτι του πατέρα μου, σε ηλικία 15 ετών, η Angie είχε φύγει από το σπίτι και έμενε πλέον σε ένα διαμέρισμα λίγο πιο κάτω. Δεν το ήξερα τότε, αλλά αυτό είχε γίνει επειδή την είχαν πιάσει να χρησιμοποιεί τα έγγραφα φαρμακευτικών συνταγών του πατέρα μου για να πάρει παυσίπονα και το δικαστήριο είχε αποφανθεί -κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για το ποιος εκ των γονιών μου θα είχε την επιμέλεια μας- ότι αν πατέρας μου ήθελα να μας βλέπει, η Angie δεν θα μπορούσε να μένει μαζί του. Εντούτοις, η Angie κατάφερε αργά αλλά σταθερά να ξαναμπεί στις ζωές μας και εν τέλει ο πατέρας μου αποφάσισε να την παντρευτεί.

Το ότι θα παντρεύονταν το έμαθα από την ίδια.

«Έχω κάτι να σου δείξω», μου είπε ένα βράδυ και χαμογελώντας μανιακά μου έδειξε το δαχτυλίδι των αρραβώνων τους, απόλυτα ευχαριστημένη με το έκπληκτο βλέμμα μου.

Κρύσταλλοι υδροχλωρικής μεθαμφεταμίνης, γνωστοί και ως crystal meth / Φωτογραφία μέσω Wikimedia Commons/Radspunk.

Ο πατέρας μου μετακόμισε σε ένα καινούργιο σπίτι -το οποίο και αυτό γέμισε με τα αγαπημένα καλάθια της η Angie- όταν έγινα 16, ένα σπίτι στο οποίο έστησα το πρώτο μου σπιτικό πάρτι όταν εκείνος και η Angie πήγαν στο St John για να παντρευτούν.

Όταν ο πατέρας μου γύρισε, ήταν φανερά ταραγμένος. Ο γάμος τους, που εννοείται πως θα ήταν λιτός και σεμνός, είχε μετατραπεί από την Angie σε ένα πάρτι δίχως αύριο. Μέσα στις 72 ώρες που βρέθηκαν στο St John, η Angie είχε φτάσει μια ανάσα από το να την πετάξουν έξω από το ξενοδοχείο, το μπαρ του ξενοδοχείου και ένα beach bar. To φωτογραφικό πορτραίτο του γάμου τους τα έλεγε όλα: Εκείνη και ο πατέρας μου στην παραλία, εκείνος να την κρατάει στα χέρια του, εμφανώς πασχίζοντας με κάθε εκατοστό του κορμιού του να μην του πέσει, ενώ εκείνη ήταν περιχαρής, κρατώντας ένα κοκτέιλ στο ένα χέρι και ένα μπουκέτο λουλούδια στο άλλο.

Μετά τον γάμο, εγώ και η Angie ζούσαμε σε μια πολύ τεταμένη κατάσταση, παθητικά επιθετικού μίσους. Εντωμεταξύ, είχα ανακαλύψει τις χαρές του χόρτου και πόσο μου άρεσε να την «ακούω» με αυτό, αντί να διαβάζω βιολογία, κάτι που τελικά με οδήγησε σε εντατικά καλοκαιρινά μαθήματα παρέα με κάτι άλλους μαστούρηδες. Ήταν φανταστικά. Την «ακούγαμε» κάθε μέρα στο μεσημεριανό γεύμα, μετά απλά αράζαμε και την ξαναπίναμε ώσπου έφτανε να η ώρα να πάω σπίτι. Αυτή η διαδικασία γινόταν κάθε μέρα.

Ένα βράδυ, γύρισα σπίτι κομμάτια και βρήκα τον πατέρα μου και την Angie να τσακώνονται άγρια. Εκείνη ήταν τόσο λιώμα που ίσα που στεκόταν και προσπαθούσε να κατηγορήσει τον πατέρα μου ότι είχε πάει να την πνίξει. Σε αυτό το σημείο, να πω ότι ο πατέρας μου ουδέποτε έχει υπάρξει βίαιος άνθρωπος. Όταν άρχισε να απειλεί ότι θα καλέσει την αστυνομία τα έχασα.

«Σκάσε επιτέλους μεθυσμένη σκρόφα», της ούρλιαξα από το σαλόνι.

Η Angie βγήκε με φόρα από την κρεβατοκάμαρα, κρατώντας το ασύρματο τηλέφωνο.

«Τι μου είπες;» είπε, τραυλίζοντας από το μεθύσι.

«Αυτό που σου είπα. Γιατί δεν φεύγεις να πας στα τσακίδια και να εξαφανιστείς από την ζωή μας;».

Η Angie ύψωσε το τηλέφωνο πάνω από το κεφάλι της σαν να ήθελε να με χτυπήσει.

«Α, θα με χτυπήσεις τώρα; Άντε πηδήξου».

Την έσπρωξα και ανέβηκα τις σκάλες προς το δωμάτιό μου. Προσπάθησα να της κλείσω την πόρτα στα μούτρα, αλλά η Angie πρόλαβε να μπει στο δωμάτιο, με το πρόσωπό της παραμορφωμένο από τα νεύρα.

«Ξέρεις κάτι Lara; Πηδιέμαι με τον πάτερα σου από τότε που ήσουν επτά χρονών», είπε ουρλιάζοντας. Με κοίταξε κατάματα. «Πηδιέμαι με τον πατέρα σου από τότε που ήσουν επτά». Την κοιτούσα με δάκρυα να τρέχουν στο πρόσωπό μου.

«Να πάτε όλοι στο διάολο, πάω να πάρω τους μπάτσους», μουρμούρισε και έφυγε από μπροστά μου.

Η αστυνομία ήρθε τελικά, όλοι μας δώσαμε καταθέσεις σχετικά με το τι είχε συμβεί και πίστεψα πως αυτό το συμβάν θα ήταν και το τελειωτικό. Πίστευα πως ο πατέρας μου θα τελείωνε με αυτόν τον γάμο.

Έκανα λάθος.

Εκείνο το καλοκαίρι, εγώ και η Angie καπνίσαμε το πρώτο μας joint μαζί. Είχαμε πιάσει στα πράσα η μία την άλλη με χόρτο κατά τη διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής και καταλήξαμε στο ότι, παρά τις διαφορές μας, είχαμε πολλά κοινά. Αν και εγώ ήμουν 16 και εκείνη 28, νοιαζόμασταν για τα ίδια πράγματα: να παίρνουμε ένα χαρτζιλίκι και να γινόμαστε κομμάτια. Εκείνο το joint αναθέρμανε για τα καλά την σχέση μας και κατάφερα να συγχωρήσω την Angie για ό,τι είχε κάνει. Αρχίσαμε να καπνίζουμε χόρτο και να πίνουμε μαζί, όταν ο πατέρας μου έλειπε, κάτι το οποίο συνέβαινε συχνά. Όταν δεν έλειπε, τους άφηνα να κάνουν τα δικά τους κι εγώ πήγαινα και γινόμουν κομμάτια με τους φίλους μου. Η ζωή ήταν υπέροχη.

Η φάση μας σε κάποια φάση «χόντρυνε», όταν η Angie με έβαλε στο κόλπο του meth. Ο πατέρας μου είχε πάει επαγγελματικό ταξίδι και τον έπεισα να μείνω στο σπίτι του ένα βράδυ με κηδεμόνα μου την Angie. Η μητέρα μου, έχοντας στο μυαλό της ότι το πράγμα δεν θα πήγαινε καλά, προέβαλε έντονες αντιρρήσεις λέγοντας ότι θα έπρεπε να μείνω μαζί της, αλλά τελικά τους είπα κάτι σχετικό με το «δεν θέλω να αργήσω στο σχολείο την επόμενη μέρα» και τους έπεισα.

Η Angie κι εγώ αρχίσαμε να πίνουμε και να καπνίζουμε χόρτο με το που έφυγε ο πατέρας μου από το σπίτι. Καθώς η βραδιά προχωρούσε, γινόμασταν όλο και περισσότερο κομμάτια. Αποσύρθηκα στο δωμάτιό μου όταν άρχισα να ζαλίζομαι και έπεσα ξερή με όλα τα φώτα ανοιχτά κατά τις 3 το πρωί. Ξύπνησα στις 7.35 το πρωί, έχοντας μόνο δέκα λεπτά για να φτάσω στο σχολείο. Φόρεσα στα γρήγορα τη σχολική μου στολή και κατέβηκα τις σκάλες.

Καθώς έβαζα λίγο καφέ σε ένα πλαστικό ποτήρι, εμφανίστηκε και η Angie δείχνοντας σε εξαιρετικά καλή κατάσταση για μια 28χρονη που πριν από λίγες ώρες ήταν κομμάτια. Μου χαμογέλασε με συγκατάβαση και κούνησε το κεφάλι της βλέποντας τα χάλια μου.

«Ξέρεις, έχω λίγο crank πάνω μου αν θες. Νομίζω ότι θα σε βοηθήσει πολύ».

Υπό άλλες συνθήκες θα έλεγα όχι, αλλά ήμουν σε κακά χάλια. Είχα τρελό hangover και έπρεπε να πάω στο σχολείο, αλλιώς θα την είχα άσχημα. Το να κάνω λίγο crank μου φάνηκε μια βατή λύση.

«Ε, εντάξει τότε. Αν νομίζεις ότι θα βοηθήσει».

Από το πουθενά, εμφανίστηκε ένα πιατάκι με δύο μικρές γραμμές και ένα καλαμάκι πετάχτηκε μπροστά μου.

«Κάνε μια γραμμή σε κάθε ρουθούνι. Θα σε κάψει, αλλά θα φύγει μετά».

Τις ρούφηξα. Με έκαψαν απίστευτα, οπότε σνίφαρα και λίγο νερό για να φύγει το κάψιμο, που κάπως βοήθησε. Στη συνέχεια, έβαλα λίγο γάλα στον καφέ μου και μετά έφυγα.

Ενώ οδηγούσα προς το σχολείο άρχισε να παίζει το Where Is My Mind και ναι, την είχα «ακούσει» εντελώς. Οδηγούσα σαν μια απόλυτα αποφασισμένη μανιακή τύπισσα, ακούγοντας Pixies ξανά και ξανά. Συνδέθηκα τόσο με το κομμάτι που έγινε ο ύμνος εκείνης της ημέρας. Πλέον, όταν το ακούω μου έρχονται εικόνες όπου είμαι 16 και «ακουσμένη» από το meth.

To να την έχεις «ακούσει» από meth, στην αρχή είναι μια φανταστική αίσθηση. Έφτασα στο σχολείο στην ώρα μου, προετοιμάστηκα και «έσκισα» σε ένα διαγώνισμα ιστορίας και γενικά αισθανόμουν τέλεια όλη μέρα. Είχα πειστεί ότι άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή μου. Τόσο πολύ.

Η μέρα πέρασε αστραπιαία και, προτού το καταλάβω, ήμουν με τους φίλους μου στην κλασσική μας καφετέρια μετά το σχολείο. Εκεί τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν.

Άρχισα να έχω τρεμούλες και να δυσκολεύομαι να δημιουργήσω προτάσεις. Δεν είχα πει σε κανέναν για το crank, γιατί αν και τα παιδιά ήταν εντάξει, το να αποκαλύψω ότι κάνω meth με τη μητριά μου δεν ήταν κάτι που μου φαινόταν πολύ καλή ιδέα. Έφυγα και γύρισα σπίτι, ακούγοντας το Where Is My Mind ξανά και ξανά. Όταν έφτασα, η Angie ήταν εκεί, καθαρίζοντας πανικόβλητη, ενώ ένας τύπος έφτιαχνε έναν σπασμένο υπολογιστή στο γραφείο του πατέρα μου.

«Ω γεια, θεε μου γύρισες», αναφώνησε η Angie αγκαλιάζοντάς με ΠΟΛΥ δυνατά. «Πώς αισθάνεσαι;».

«Όχι πολύ καλά», της είπα τραυλίζοντας.

«Απλά, θες μια μυτιά για να στρώσεις. Έλα μαζί μου».

Με οδήγησε στο μπάνιο, όπου έβγαλε ένα πιατάκι με ακόμα περισσότερες μικρές γραμμές. Έσκυψα να σνιφάρω μία, αλλά σταμάτησα και την κοίταξα.

«Angie», της είπα ψιθυριστά, «ο κομπιουτεράς;».

«Α, έλα ρε, είναι εντάξει. Πήρε κι αυτός μία πριν. Έλα».

Με το που πήρα τη γραμμή, χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν ο πατέρας μου και ήθελε να μάθει γιατί δεν ήμουν στην ψυχολόγο μου. Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι το είχα ξεχάσει τελείως και τον παρακάλεσα να μην πάω, αλλά δεν άκουγε τίποτα και με διέταξε να πάω.

Έφυγα πανικόβλητη, αλλά άργησα 30 λεπτά και πλέον είχα καεί τελείως. Η δεύτερη γραμμή αντί να με στρώσει με είχε κάνει απείρως χειρότερα. Δεκαπέντε λεπτά μετά την έναρξη της συνεδρίας, συνειδητοποίησα πως δεν είχα άλλη επιλογή από το να φύγω από εκεί μέσα πριν η ψυχολόγος μου υποπτευθεί κάτι. Την έκανα με μια γελοία δικαιολογία και έφυγα για το σπίτι σε οριακή φάση.

Όταν έφτασα, το σπίτι ήταν άδειο. Ο πατέρας μου και η Angie είχαν πάει για φαγητό και εγώ δεν ήξερα τι να κάνω. Είχα αρχίσει να πέφτω άσχημα, οπότε πήγα στη βεράντα, κουλουριάστηκα σε μια καρέκλα και άρχισα να καπνίζω μανιωδώς, μέχρι που γύρισαν. Όταν η Angie με είδε, με φυγάδευσε αμέσως πάνω, μου έδωσε να καπνίσω μέχρι να λιώσω και με «κούμπωσε» με ένα Ativan για να μπορέσω να κοιμηθώ.

Η Angie και ο πατέρας μου πήραν διαζύγιο λίγο καιρό μετά. Για μένα, η εμπειρία μου με το meth δεν θα συνεχιζόταν. Η Angie όμως συνέχισε με στόμφο, καταλήγοντας να χάσει πολύ βάρος και να γίνει ακόμα πιο τρελή. Φεύγοντας, πήρε μαζί της όλα της τα καλάθια. Χρειάστηκε η παρουσία ενός σεκιουριτά την ημέρα που μάζευε τα πράγματά της, ώστε να μην μπορέσει να κάνει κάποια τρέλα. Δεν σας κρύψω ότι λυπήθηκα που έφυγε.

Η ιστορία όμως επαναλαμβάνεται και η Angie με τον πατέρα μου άρχισαν να βγαίνουν λίγο μετά το διαζύγιο. Έξι μήνες αργότερα, οι ζωές μας ξανάσμιξαν.

Ήμουν 17 και στην τελευταία χρονιά του λυκείου. Η ζωή μου είχε ξεφύγει και εξαιτίας μερικών τραγικών επιλογών (οδηγούμενη κυρίως από τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και τη μοναξιά μου), είχα καταλήξει με ελάχιστους φίλους. Η Angie έγινε ο άνθρωπός μου. Με μάζευε από το σχολείο, με γύριζε σπίτι, μου έφτιαχνε ένα Bloody Mary και σύντομα τα ξεχνούσα όλα.

Τα προβλήματά μου όμως εν τέλει με πρόλαβαν. Την τελευταία φορά που άκουσα τη φωνή της Angie, ήταν στο τηλέφωνο όταν την πήρα από τη φυλακή και πέτυχα τον τηλεφωνητή της.

Ήμουν καθισμένη σε μια καρέκλα, με χειροπέδες. Με είχαν συλλάβει για κατοχή χόρτου, παυσίπονων καθώς και Valium. Ήξερα ότι την είχα άσχημα. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου έλειπαν και το μόνο που ήθελα ήταν να έρθει η Angie να με μαζέψει, να με πάρει από εκεί και να κάνει όλη αυτήν την ιστορία να φύγει. Αν μπορούσε κάποιος να το κάνει, αυτός ο κάποιος ήταν η Angie.

«Γεια σου Angie, η Lara είμαι. Ε, με συνέλαβαν και ήλπιζα ότι θα μπορούσες να έρθεις να με πάρεις. Είμαι στην Oklahoma County Jail. Φαντάζομαι ότι μπορείς να έρθεις εδώ και θα σου πουν τι να κάνεις. Λοιπόν, ελπίζω να σε δω σύντομα».

Δεν ήρθε ποτέ να με πάρει. Μετά από εκείνο το βράδυ, δεν ξαναείδα και δεν ξαναμίλησα στην Angie ποτέ ξανά.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Broadly.

Περισσότερα από το VICE

Πώς Ήταν να Κάνεις Παρέα με Έναν Μεγαλέμπορο Ναρκωτικών στο Μεξικό

Συνέντευξη με την Calypso Lara την Σπουδαιότερη Ελληνίδα Metaποιήτρια των Καιρών μας

Φωτογραφίες από τα «Χρυσά» Χρόνια του Γαλλικού Πορνό

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.