Το πρώτο πράγμα που μου είχε κάνει εντύπωση ήδη από το τηλέφωνο είναι τα ελληνικά του Ιμπραήμ. Μιλάει ασυνήθιστα καλά και μου λέει ότι επιδιώκει να κάνει παρέα με Έλληνες για να μαθαίνει. Επέμενε η κουβέντα μας να γίνει στα ελληνικά – όταν δεν καταλάβαινε κάτι, με ρωτούσε και το σημείωνε.
Ο Ιμπραήμ Αλ-Χουσεΐν, γεννημένος στη Συρία το 1988, ζει επτά χρόνια στην Ελλάδα και αυτή την περίοδο προετοιμάζεται για τους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο. Όταν είχε δει στην τηλεόραση τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι μια μέρα θα προπονούνταν στην πισίνα του ΟΑΚΑ, λέει με ένα πλατύ χαμόγελο.
Videos by VICE
Το 2012, περίπου έναν χρόνο αφότου ξεσπάνε οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στη Συρία, που πνίγονται στο αίμα, ένας φίλος του πυροβολείται από τις δυνάμεις του Συριακού Στρατού και ο Ιμπραήμ τρέχει να τον βοηθήσει. Μια βόμβα που σκάει ένα μέτρο μακριά του, του κοστίζει το κάτω μέρος του δεξιού του ποδιού. Τις σκηνές του τραυματισμού και της υποτυπώδους περίθαλψής του σε αυτοσχέδιο νοσοκομείο, τις έχουμε δει μόνο σε πολεμικές ταινίες.
Ένας σπουδαίος αθλητής, που μικρός κολυμπούσε στον Ευφράτη, διασχίζει σε αναπηρικό καροτσάκι εδάφη της Συρίας, περνάει στην Τουρκία όπου μένει έναν χρόνο περίπου και τελικά με μια φουσκωτή βάρκα φτάνει από τη Σμύρνη στη Σάμο και από εκεί στην Αθήνα. Στην Ελλάδα κολυμπάει ξανά μετά από πέντε χρόνια και βρίσκει το μέλος του σώματός του που είχε χάσει, χάρη στην αφιλοκερδή βοήθεια ενός ειδικού στην προσθετική. Ίσως και για αυτό τη θεωρεί πατρίδα του. Αυτή είναι η ιστορία του:
Γεννήθηκα το 1988 στο Ντέιρ Αλ-Ζορ της Συρίας. Πέντε χρονών ξεκίνησα κολύμβηση. Ο πατέρας μου ήταν κολυμβητής με διακρίσεις και προπονητής. Στα δικά μου λάθη δεν είχε υπομονή. Όταν ήμουν δέκα χρονών, μου άρεσε πάρα πολύ τζούντο. Ο πατέρας μου όμως δεν ήθελε να συνεχίσω, για να μην αφήσω την κολύμβηση. Έκανα κρυφά προπόνηση τζούντο όταν κοιμόταν. Τελείωσα το σχολείο και μετά πήγα σε μια σχολή για να πάρω δίπλωμα ηλεκτρολόγου. Παράλληλα έπαιρνα μέρος σε αγώνες κολύμβησης μέσα στη Συρία, διότι για να σε στείλουν έξω δυστυχώς πρέπει να έχεις γνωριμίες.
Από τον στρατό τελείωσα το 2009. Πέρασα πάρα πολύ δύσκολα. Όταν απολύθηκα, ξεκίνησα να δουλεύω ηλεκτρολόγος και συνέχιζα τις προπονήσεις. Κολυμπούσα στο ποτάμι, τον Ευφράτη. Εσείς έχετε ελεύθερα τα Σαββατοκύριακα. Στη Συρία, έχουμε ρεπό την Παρασκευή. Κάθε Πέμπτη βράδυ, φεύγαμε με τρεις φίλους μου και πηγαίναμε για ψάρεμα. Αν δεν είχα χάσει το πόδι μου, μπορεί η ζωή μου να είχε πάρει διαφορετικό δρόμο. Μπορεί να συνέχιζα να δουλεύω ως ηλεκτρολόγος, μου άρεσε πολύ η δουλειά μου.
Μέτρησα 48 βόμβες μέσα σε ένα λεπτό
Στις 15 Μαρτίου 2011 ο κόσμος ξεσηκώθηκε εναντίον της κυβέρνησης (σ.σ. η εκδοχή της «Αραβικής Άνοιξης» στη Συρία που πνίγηκε στο αίμα και οδήγησε σε εμφυλίους). Κάθε μέρα μέχρι τον Σεπτέμβριο, οι άνθρωποι ήταν στους δρόμους. Είδα φίλους μου να πεθαίνουν μπροστά μου. Περάσαμε δέκα μήνες χωρίς ρεύμα.
Μετρούσα πόσες βόμβες θα πέσουν από τα αεροπλάνα, μέσα σε ένα λεπτό. Μέτρησα 48 βόμβες το λεπτό. Το λέω για να καταλάβουν οι άνθρωποι τι γίνεται στη Συρία. Από το μπαλκόνι στο σπίτι μου έβλεπα τις βόμβες να πέφτουν. Ξέραμε τι να κάνουμε. Άμα μένεις σε όροφο, κατευθείαν μόλις δεις το αεροπλάνο πρέπει να κατέβεις στο ισόγειο ή στο υπόγειο. Αν είσαι στον δρόμο, να ξαπλώσεις. Πέρασα περίπου έναν χρόνο έτσι. Όταν άνοιγα το παράθυρο, έβλεπα ανθρώπους πεσμένους στον δρόμο που είχαν πεθάνει πριν 20 μέρες. Τους έτρωγαν οι γάτες. Δεν μπορούσε κανένας να φτάσει μέχρι εκεί, 100 μέτρα πιο πέρα να τους περιμαζέψει.
Η πόλη μου είχε 1.800.000 άτομα. Σε έναν χρόνο έμειναν μόνο 314 άνθρωποι. Ο κόσμος μάζευε τους νεκρούς μέσα στα σπίτια. Άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι έφυγαν. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να φύγεις έξω. Έχεις μισές πιθανότητες να τα καταφέρεις, μισές να πεθάνεις.
Η οικογένειά μου αποφάσισε να φύγει και πήγε στη Δαμασκό. Εγώ δεν μπορούσα να φύγω, επειδή είχα πάει στρατό και είχα κάνει εκπαίδευση δύο χρόνια. Δεν μου επιτρεπόταν. Ανά πάσα στιγμή μπορούσαν να με επιστρατεύσουν.
Όταν βγήκα να βοηθήσω τον φίλο μου ήξερα ότι μάλλον θα πεθάνω
Ο δρόμος που ήταν το σπίτι μου είναι μεγάλος και σε ολόκληρο το μήκος του είχαμε απομείνει δύο άτομα. Εκείνη τη μέρα είχαν έρθει κάποιοι φίλοι μου στο σπίτι. Ο ένας ήθελε να φύγει και του είπα να προσέχει, επειδή στην άκρη του δρόμου υπήρχε κτίριο του στρατού. Έφυγε και μετά από τρία-τέσσερα λεπτά τον χτύπησαν με όπλο στην κοιλιά. Φώναζε «βοήθεια». Δεν μπορούσα να συνεχίσω να ζω εάν δεν βοηθούσα τον φίλο μου. Δεν θα κοιμόμουν τα βράδια. Οι άλλοι μου είπαν «Πρόσεχε, θα πεθάνεις». Σκέφτηκα «αν είναι να πεθάνω, εντάξει αλλά αυτό δεν είναι ζωή». Δεν είχαμε φαγητό, δεν είχαμε νερό να πιούμε, δεν είχαμε ρεύμα, δεν είχαμε τίποτα. Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Έτρεξα να τον βοηθήσω, ήρθαν κι οι άλλοι πίσω μου. Τον πλησιάζω και σκάει η βόμβα δίπλα μου, 50 εκατοστά μακριά μου, από ένα τανκ στο βουνό. Το ήξερα όταν βγήκα να τον βοηθήσω ότι μάλλον θα πεθάνω.
Επειδή έσκασε τόσο κοντά μου, έχασα μόνο το δεξί μου πόδι. Αν ήταν στα δυο μέτρα, όπως διαλυόταν θα μας σκότωνε. Από τον πανικό μου έτρεχα πάνω-κάτω χωρίς πόδι. Είχε πάρα πολύ καπνό. Πίστεψαν ότι μας είχαν σκοτώσει. Πέσαμε όλοι κάτω. Κάπως έπρεπε να περάσουμε απέναντι τον δρόμο.
Εγώ κι ένας άλλος κρατούσαμε τον φίλο μας, που τον είχαν πυροβολήσει, απ’ τα πόδια, οι άλλοι δύο απ’ τα χέρια, για να μπορέσουμε να τον μεταφέρουμε. Μας είδαν και έσκασε δεύτερη βόμβα. Ευτυχώς, είχαμε κρυφτεί στα ερείπια –όλα τα σπίτια ερείπια ήταν- και δεν χτυπήσαμε. Κάποια στιγμή, ήρθαν κι άλλοι να μας βοηθήσουν.
Δεν υπήρχε νοσοκομείο, υπήρχε ένα κτίριο που το είχαν φτιάξει σαν αυτοσχέδιο νοσοκομείο. Ο μοναδικός γιατρός ήταν οδοντίατρος. Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, ήθελε να μείνει στην πόλη να βοηθήσει όπως μπορεί. Μετά από τέσσερα χρόνια, σκοτώθηκε. Έχανα πάρα πολύ αίμα και ο γιατρός μού είπε ότι πρέπει να κλείσει την πληγή. Το πόδι μου είχε ήδη κοπεί, αλλά έπρεπε να γίνει καλύτερη η τομή. Δεν είχε αναισθητικό να μου δώσει, ούτε παυσίπονο.
Δεν μπορούσα να μείνω άλλο εκεί. Έρχονταν συνέχεια τραυματίες. Με πήρε στο σπίτι του ένας φίλος. Δεν είχαμε όμως τίποτα, ούτε φαγητό, ούτε φάρμακο για τον πόνο. Αν με έπαιρνε ο ύπνος ένα βράδυ, το επόμενο δεν θα κοιμόμουν από τον πόνο.
Η φυγή από τη Συρία
Μετά το ατύχημα, μου έλεγαν όλοι «Ιμπραήμ θα πεθάνεις, δεν υπάρχουν φάρμακα, δεν υπάρχει τίποτα». Το πόδι μου δεν ξέραμε αν ήταν εντάξει ή όχι. Τρεις μήνες αργότερα πήρα την απόφαση να φύγω, αν και ήμουν σε καροτσάκι. Έπρεπε να περάσω τον Ευφράτη και να πάω στο απέναντι χωριό, που τα πράγματα ήταν πιο ήρεμα. Όσα άτομα ήξερα, που προσπάθησαν να περάσουν το ποτάμι, πέθαναν. Ένας πάρα πολύ κοντινός μου φίλος προσφέρθηκε να με βοηθήσει να περάσω το ποτάμι. Μου είπε «άμα είναι να πεθάνουμε, ας πεθάνουμε». Αποφασίσαμε να περάσουμε στις 4 το πρωί. Ο φίλος μου ήρθε μόνο για να με βοηθήσει. Την επόμενη νύχτα θα γύριζε πίσω. Ευτυχώς, μέσα στο ποτάμι υπήρχαν βάρκες. Μπήκαμε μέσα σε μία και περάσαμε απέναντι πολύ γρήγορα.
Στο πρώτο σπίτι που ζητήσαμε βοήθεια, μας έβαλαν μέσα και μας έδωσαν να φάμε. Τους είπα ότι πρέπει να φτάσω στην Τουρκία. Μου μίλησαν για κάποιον που με το βανάκι του πηγαίνει Τουρκία κάθε δυο-τρεις μήνες. Με πήγαν σε αυτόν με το αμάξι και μου είπε ότι σε μια ώρα θα ξεκινούσε για Τουρκία. Θα περνούσαμε μέσα από τα βουνά. Από τον κανονικό δρόμο η απόσταση είναι περίπου τρεις ώρες, εμείς κάναμε 17. Σταματήσαμε πολλές φορές στη διαδρομή. Ο άνθρωπος αυτός ήξερε άτομα που τον προειδοποιούσαν για το πού υπήρχαν έλεγχοι.
Φτάσαμε στην Τουρκία, στην πόλη Ούρφα και από εκεί στη Ριχανία. Πήγα στο νοσοκομείο, μου έκαναν ακτινογραφία και μου είπαν ότι ο οδοντίατρος έκανε την τομή στο πόδι πολύ καλά, λες και ήταν δουλειά του. Έπρεπε να φτιάξω προσθετικό πόδι. Κάποιοι Σύροι που κατασκεύαζαν προσθετικά μέλη δωρεάν για πρόσφυγες, μου είπαν ότι θα το κάνουν. Μετά από επτά μήνες το έφτιαξαν, αλλά δεν μπορούσα να το βάλω, με πονούσε τρομερά.
Πήρα την απόφαση να φύγω για Κωνσταντινούπολη. Μέσω ενός φίλου μου βρήκα ένα σπίτι, ένα υπόγειο που έμεναν κι άλλοι Σύροι. Όλοι ήταν ανάπηροι και βοηθούσαμε ο ένας τον άλλο. Ήμασταν δέκα άτομα, σε δύο δωμάτια. Δεν είχαμε καθόλου χρήματα, αλλά κάποιοι γείτονες μάς μαγείρευαν κάθε μέρα. Στην Τουρκία έμεινα έναν χρόνο και τρεις μήνες.
Στην Ελλάδα βρήκα το κομμάτι από το σώμα μου που είχα χάσει
Το όνειρό μου ήταν να φύγω στην Ευρώπη. Ήθελα να φτιάξω το πόδι μου και να γυρίσω στην πατρίδα μου, να βοηθήσω με κάποιο τρόπο τους ανάπηρους πολέμου. Ονειρευόμουν να ασχοληθώ με τον αθλητισμό για να δουν οι συμπατριώτες μου ότι όλα γίνονται, ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Σε όποιον το έλεγα, γελούσε.
Ένας θείος του φίλου μου προσφέρθηκε να με βοηθήσει και να πληρώσει κάποιον διακινητή. Έπρεπε να πάω στη Σμύρνη. Στις 27 Φεβρουαρίου του 2014, ξημερώματα μπήκα με το καροτσάκι στη φουσκωτή βάρκα. Ήμαστε 18 άτομα. Δεν φοβόμουν. Δεν είχα ζωή να χάσω. Τι θα γινόταν, άμα πέθαινα μέσα στη θάλασσα; Υπήρχαν άνθρωποι μαζί μου που είχαν προσπαθήσει να περάσουν 17 φορές και τους γύριζαν πίσω. Μετά από τέσσερις ώρες, φτάσαμε στη Σάμο στις πέντε το πρωί.
Ήρθε η αστυνομία και μας ρώτησαν από πού είμαστε, για ποιο λόγο ήρθαμε. Μου έδωσαν εξάμηνη άδεια παραμονής. Οι άλλοι μου πλήρωσαν το εισιτήριο για Αθήνα. Δεν ήξερα τίποτα και δεν είχα λεφτά καθόλου. Έμενα στους δρόμους, σε πλατείες στη Βικτώρια και την Αττική, για 18 μέρες.
Ένας συμπατριώτης μου ήξερε τον Βαγγέλη Καρέλλη, πρώην αθλητή κωπηλασίας της Εθνικής Ομάδας, που έχει το ίδιο πρόβλημα με μένα. Εκείνος με σύστησε σε έναν ειδικό που κατασκευάζει τεχνητά μέλη. Πήγα το επόμενο πρωί στο εργαστήριό του. Δεν θα το ξεχάσω όσο ζω. Ο Άγγελος Χρονόπουλος είχε αφήσει όλους του πελάτες του και μου είπε ότι θα μου φτιάξει το προσθετικό πόδι δωρεάν.
Άμα δεν είχε γίνει το ατύχημα με το πόδι μου, δεν θα είχα έρθει στην Ευρώπη. Δεν ήρθα από την πατρίδα μου για να βρω λεφτά. Πριν τον πόλεμο ήμασταν σε πολύ καλή οικονομική κατάσταση, μετά χάθηκαν όλα. Δεν σκέφτομαι καθόλου τα χρήματα, ξέρω ότι χάνονται. Στην Ελλάδα βρήκα το κομμάτι από το σώμα μου που είχα χάσει. Αμέσως, άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Δεν ήθελα να φύγω έξω. Ο κόσμος εδώ στάθηκε δίπλα μου σαν οικογένεια. Έκανα την αίτηση για να πάρω άσυλο στην Ελλάδα. Βρήκα την πατρίδα μου.
Έπιασα δουλειά σε μια καφετέρια στην Αχαρνών που έκαναν στάση τα λεωφορεία. Δεν ήξερα όμως ελληνικά και μου είπε ότι το μόνο που μπορεί να με βάλει να κάνω είναι να καθαρίζω τουαλέτες. Με τα πρώτα μου λεφτά, νοίκιασα ένα σπίτι στη Βικτώρια. Δούλευα από τις 4-5 το απόγευμα μέχρι τις 5 το πρωί, επτά μέρες την εβδομάδα. Το αφεντικό μού έβαζε ένσημα μόνο για δυο μέρες. Δεν υπήρχε όμως κάτι άλλο να κάνω.
Άρχισα αμέσως να ψάχνω ομάδα για να ξεκινήσω κολύμβηση. Δεν έβρισκα ομάδα να με δεχτεί για περίπου ενάμιση χρόνο. Δεν σταμάτησα, διότι μέσα μου ένιωθα ότι έχω δυνάμεις. Πήγα στην ομάδα στο Μαρούσι και με ρώτησαν αν θέλω να ξεκινήσω μπάσκετ με αμαξίδιο. Επειδή αγαπάω τον αθλητισμό, δέχτηκα. Τον Οκτώβριο του 2015 βρήκα επιτέλους ομάδα για να κάνω κολύμβηση, τους «Πρωτοπόρους» Παλαιού Φαλήρου. Όταν μπήκα στο κολυμβητήριο, σκέφτηκα ότι το ξέρω. Τρελάθηκα, κατάλαβα ότι ήταν το ίδιο κολυμβητήριο που είχα δει στην τηλεόραση, στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004. Ήμουν στο ΟΑΚΑ. Δεν το περίμενα ποτέ. Μου έδωσε πολύ μεγάλη δύναμη αυτό.
Κολυμπούσα ξανά, μετά από πέντε χρόνια. Στην αρχή ήταν πάρα πολύ δύσκολο για μένα, που κολυμπούσα κανονικά, να κολυμπήσω ως ανάπηρος. Έχει τεράστια διαφορά. Είχα χάσει ένα κομμάτι από το σώμα μου. Έπρεπε να ξαναβρώ από την αρχή την ισορροπία μου και την τεχνική μου. Μου πήρε δυο-τρία χρόνια να το ξαναμάθω. Ευτυχώς, έχω πολύ δυνατά χέρια.
Μου είπαν ότι θα κρατήσω τη σημαία της ομάδας προσφύγων και θα μπω πρώτος από όλους τους αθλητές στο στάδιο Μαρακανά
Η ζωή μου είχε γίνει πολύ δύσκολη: 12 μμ – 2 μμ μπάσκετ, 2.30 μμ – 4.30 μμ κολύμβηση, 5 μμ – 5 πμ δουλειά. Στη δουλειά κάποιες φορές έκλαιγα από την κούραση. Έξι μήνες αργότερα, πήρα μέρος στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Κολύμβησης για αθλητές με αναπηρία και βγήκα πρώτος. Μετά από λίγες μέρες με πήραν τηλέφωνο από την Ελληνική Παραολυμπιακή Επιτροπή και από την Ύπατη Αρμοστία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Μου πρότειναν να κρατήσω την Ολυμπιακή Φλόγα στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 2016. Τους λέω «Τι λέτε; Πλάκα μου κάνετε»;
Ήμουν ο πρώτος πρόσφυγας που κράτησε την Ολυμπιακή Φλόγα, οπότε αρκετοί δημοσιογράφοι από το εξωτερικό μού ζήτησαν συνέντευξη. Έλεγα συνεχώς ότι έχω όνειρο να πάρω μέρος στους Παραολυμπιακούς. Τότε υπήρχε ήδη η απόφαση να αγωνιστεί Ομάδα Προσφύγων στους Ολυμπιακούς, όχι στους Παραολυμπιακούς. Τον Μάιο με παίρνουν τηλέφωνο από την Παραολυμπιακή Επιτροπή και μου λένε: «Συγχαρητήρια. Ακούσαμε το μήνυμά σου και θα φτιάξουμε Ομάδα Προσφύγων. Το πρώτο όνομα θα είναι το δικό σου». Λέω «τι έχει γίνει ρε παιδιά»; Από εκείνη τη στιγμή, δεν μπορούσα ούτε να κοιμηθώ, ούτε να κάτσω στην καρέκλα. Ξεκίνησα προετοιμασία για το Ρίο και παράλληλα συνέχιζα να δουλεύω κανονικά.
Πέρασα 25 τέλειες μέρες στο Ολυμπιακό χωριό στο Ρίο Ντε Τζανέιρο. Ό,τι προβλήματα είχα μέσα μου πριν, εκεί τα ξέχασα όλα. Ήταν μια απίστευτη εμπειρία. Από τότε, σκεφτόμουν ήδη ότι πρέπει οπωσδήποτε να περάσω και στους Παραολυμπιακούς του Τόκιο. Μου είπαν ότι θα κρατήσω τη σημαία της ομάδας προσφύγων και θα μπω πρώτος από όλους τους αθλητές στο στάδιο Μαρακανά, στην τελετή έναρξης των Παραολυμπιακών. Δεν το πίστευα. Στον αγώνα δεν τα πήγα καλά (σ.σ. του απονεμήθηκε το βραβείο “Whang Youn Dai Achievement Award” για την απόδοσή του σε εξαιρετικό επίπεδο, παρά τις αντιξοότητες). Εντάξει, μόνο εννέα μήνες είχα αρχίσει προπόνηση. Έκανα το καλύτερο που μπορούσα. Γύρισα στην Ελλάδα και συνέχισα να δουλεύω.
Το όνειρο των Παραολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο
Ξυπνάω 6 το πρωί και προπονούμαι σκληρά. Οι προπονητές μου, ο Αλέξανδρος Τσόλτος και ο Αλέκος Χατζηγιαννάκης, δεν με αντιμετωπίζουν ως ανάπηρο αθλητή. Πριν σταματήσουν όλα το 2020, το 2019, στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα πήρα τέσσερα χρυσά. Τώρα, τον Απρίλιο, γύρισα από το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Ιταλία, όπου πήρα την τρίτη θέση. Στα τέλη Μαΐου θα ταξιδέψω στην Πορτογαλία, για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.
Από 60 πρόσφυγες αθλητές, θα περάσουν μόνο έξι στους Παραολυμπιακούς του Τόκιο, με βάση τους χρόνους τους. Μέσα μου πιστεύω ότι θα πάω, αλλά δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Τα ονόματα των αθλητών που θα περάσουν, θα ανακοινωθούν τον Ιούνιο. Αγαπάω την Ελλάδα, την πατρίδα μου, πολύ. Χαίρομαι όμως που παίζω με την Παραολυμπιακή Ομάδα Προσφύγων, διότι θέλω να το δουν όλοι οι πρόσφυγες.
Γεννήθηκα στην Ελλάδα το 2014
Η ζωή μου είναι στην Ελλάδα. Μου έγινε πρόταση από τη Γερμανία να φτιάξω τα χαρτιά μου και να αγωνιστώ με την Εθνική Γερμανίας, αλλά είπα όχι. Νιώθω ότι εδώ γεννήθηκα το 2014. Τώρα αν με ρωτήσεις πόσο χρονών είμαι, είμαι επτά χρονών. Αν σταματήσει ο πόλεμος στη Συρία, μπορεί να γυρίσω για διακοπές. Στην Ελλάδα από την αρχή ένιωθα οικεία, η μυρωδιά, το νερό που έπινα, η ενέργεια. Όταν έφτιαξα το πόδι μου, αποφάσισα να μείνω. Βρήκα το πόδι μου, βρήκα πατρίδα, βρήκα οικογένεια. Έχω πάει Αμερική, Ευρώπη, αλλά δεν σκέφτομαι τη ζωή μου εκτός Ελλάδας. Ελληνικά έμαθα μόνος μου από την παρέα μου με τον κόσμο. Βλέπω και ελληνική τηλεόραση. Όταν δεν καταλαβαίνω μια λέξη, πάντα ρωτάω και τη σημειώνω.
Νιώθω ότι έχω ένα μήνυμα για όλους τους ανάπηρους στον κόσμο. Αν συμβεί ένα ατύχημα και μείνεις ανάπηρος, δεν θα σταματήσεις. Θέλω ο κόσμος να μάθει από την ιστορία μου ότι όλα γίνονται. Πολύς κόσμος πιστεύει ότι η δύναμη είναι στα χέρια. Η δύναμη είναι του μυαλού, έρχεται από μέσα. Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο. Νομίζεις ότι άμα χάσω το χέρι μου θα σταματήσω; Όχι. Δεν σκέφτομαι τα εμπόδια καθόλου.
Ανάπηροι πρόσφυγες απ’ όλο τον κόσμο μού ζητάνε βοήθεια. Κάτι άλλο πολύ σημαντικό για μένα είναι ότι βοήθησα να δημιουργηθεί ομάδα προσφύγων στο μπάσκετ με αμαξίδιο. Η ομάδα έχει 17 αθλητές και μπορεί να αγωνιστεί κανονικά. Λέγεται «Άθλος». Από την Ελλάδα παίζω μόνο εγώ. Πήγα στη Γερμανία για να συναντηθώ με την Παγκόσμια Ομοσπονδία και την Παραολυμπιακή Επιτροπή και σε λίγους μήνες θα ανοίξουμε γραφείο εδώ, στην Αθήνα.
Δεν σου είπα: Ο φίλος μου που τον πυροβόλησαν στη Συρία και βγήκα να τον βοηθήσω είναι καλά. Ζει στην Τουρκία και έχει τρία παιδιά. Δεν πιστεύω ότι κάποιος πέρασε στη ζωή του τόσο δύσκολα όσο εγώ. Πιστεύω, επίσης, ότι κανείς δεν είναι τόσο χαρούμενος με τη ζωή του, όσο είμαι εγώ. Θέλω να δώσω χαρά σε όλους. Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα, βρήκα δύο σπασμένα φυτά στα σκουπίδια και σκέφτηκα ότι αυτά είναι σαν εμένα, πρέπει να τα κρατήσω. Μου αρέσει να τα βλέπω. Αυτά τα δέντρα έρχονται σε όλα τα σπίτια μαζί μου.
Περισσότερες φωτογραφίες παρακάτω:
Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.
Περισσότερα από το VICE
Η «Εθνική» Προσφύγων στις Πολεμικές Τέχνες Προπονείται στο Πεδίο του Άρεως
Ένας Χρόνος Χωρίς Σεξ, Έρωτα ή Γνωριμίες
Η Marseaux θα Ήθελε να Δει Περισσότερους Συνομήλικούς της να Ψηφίζουν