«Οι γυναίκες κρατούν στους ώμους τους το μισό τ’ ουρανού και πρέπει να το κατακτήσουν», έλεγε ο Μάο Τσε Τουνγκ και σίγουρα δεν σκεφτόταν τις προσπάθειες γυναικείας χειραφέτησης εντός μιας εγκληματικής οργάνωσης όπως η ιταλική Ντραγκέτα. Μια μαφία που θεωρείται η μεγαλύτερη της Ιταλίας έχοντας «περιθωριοποιήσει» τους ανταγωνιστές της: τη ναπολιτάνικη Καμόρα και τη σικελική Κόζα Νόστρα.
Οι γυναίκες δεν μπορούν να γίνουν μέλη της Ντραγκέτα ωστόσο η ύπαρξή τους είναι αναπόσπαστο στοιχείο της επιβίωσης της οργάνωσης. Αυτές μεγαλώνουν τα παιδιά, τους μαθαίνουν τι σημαίνει τιμή, δεσμοί αίματος, βεντέτα και ομερτά. Ανατρέφουν την επόμενη γενιά μαφιόζων μαθαίνοντάς τους από μικρή ηλικία να σέβονται την οικογένεια, να έχουν πειθαρχία, να περιφρονούν τους δημόσιους θεσμούς αλλά να υπακούν στους άγραφους νόμους της μαφίας. Οι τοπικές οργανώσεις της Ντραγκέτα εξάλλου αντανακλούν με τον πιο σαφή τρόπο τον πατριαρχικό χαρακτήρα των παραδόσεων της επαρχίας, όπως τις αντιλαμβανόμαστε όσοι ζούμε στη Μεσόγειο.
Videos by VICE
Οι γυναίκες της Ντραγκέτα βέβαια έχουν και ενεργό ρόλο στο έγκλημα: συλλέγουν πληροφορίες, φροντίζουν δραπέτες, λειτουργούν ως μεσάζοντες ανάμεσα σε μέλη της μαφίας που είναι φυλακή και μέλη που είναι εκτός, μαζεύουν χρήματα μέσω συλλόγων για την υποστήριξη των οικογενειών που έχουν μέλη στη φυλακή. Ένα ακόμα «γυναικείο ατού» είναι φυσικά οι γάμοι μεταξύ οικογενειών της Ντραγκέτα με στόχο την ισχυροποίηση, την αύξηση της επιρροής και τη μεγαλύτερη εδαφική κυριαρχία.
Εξάλλου αυτό αποτελεί και ένα από τα δυνατά χαρτιά της Ντραγκέτα, το γεγονός ότι στηρίζεται σε δεσμούς αίματος και άρα εκτός από το συμφέρον καλλιεργούν επιφάσεις συναισθημάτων όπως η αγάπη και η εμπιστοσύνη, στοιχείο σπάνιο σε έναν σύνδεσμο εγκληματιών. Έτσι δημιουργείται μια ακόμα πιο ισχυρή συναισθηματική σύνδεση ανάμεσα στα μέλη της οργάνωσης και γίνεται ακόμα πιο δύσκολη η «προδοσία». Δεν επιλέγει ένα μέλος μιας οικογένειας να ακολουθήσει το δρόμο του οργανωμένου εγκλήματος αλλά ολόκληρη η οικογένεια από γενιά σε γενιά λειτουργεί εντός της οργάνωσης.
Έχουν περάσει 13 χρόνια, αλλά τα οργισμένα λόγια της Σαβέρια Στράντζιο προς τα παιδιά της -όπως τα κατέγραψαν κρυφά μικρόφωνα της αστυνομίας στο Μιλάνο- είναι ενδεικτικά: «Εγώ έτσι σας μεγάλωσα; Είστε τρελοί; Τι πάει να πει ότι πληρώσατε τους λογαριασμούς; Εγώ δεν σας έμαθα να δίνετε λεφτά σε νερό και ρεύμα». Και τα παιδιά προσπάθησαν να εξηγήσουν: «Μαμά, κοίτα, εδώ είναι διαφορετικά τα πράγματα. Δεν είναι όπως σ’ εμάς. Εδώ τους λογαριασμούς, τους πληρώνεις».
Η Ιταλίδα καθηγήτρια και δημοσιογράφος Ομπρέτα Ινγκρασί, έχει περιγράψει την περίπτωση των γυναικών της Ντραγκέτα ως μια κατάσταση «ψευδο-χειραφέτησης». Κάθε αμφισημία στις πράξεις τους μπορεί να τοποθετηθεί σε ένα πλαίσιο που έχει ως αφετηρία την ευθύνη και καταλήγει στη θυματοποίηση. Ειδικότερα, η αμφισημία αυτή εξηγείται από την παράλληλη απαγόρευση του να είναι μέλη της οργάνωσης ενώ παράλληλα η συμμετοχή τους αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη της οργάνωσης καθαυτής.
«Μεγαλώνουμε σε διαφορετικούς κόσμους»
Η Αντονέλα Μπελόκιο είναι 32 χρονών, εργάζεται ως τεχνικός ήχου και εικόνας, και είναι πρόεδρος του Παρατηρητηρίου για την Ντραγκέτα. Η Αντονέλα μεγάλωσε και ζει στη νότια Ιταλία, στη Ρέτζιο Καλάμπρια, στην «καρδιά» της περιοχής που ελέγχει η Ντραγκέτα. Μιλώντας μαζί της καταλαβαίνεις όλους τους λόγους για τους οποίους η μαφία δεν είναι «παιχνίδι», δεν είναι μια κινηματογραφική εμπειρία στην «αληθινή ζωή» αλλά ένας μεγάλος κόμπος στο λαιμό που στερεί σε χιλιάδες κορίτσια και αγόρια τη δυνατότητα μιας ελεύθερης ζωής.
Όπως εξηγεί η Αντονέλλα στο VICE, υπάρχουν δυστυχώς πολλές ταινίες που δίνουν μυθικές διαστάσεις στη μαφία και δημιουργούν πρότυπα στα παιδιά. Για παράδειγμα, όταν είχε βγει η σειρά “Il capo dei capi” που βασίζεται στη ζωή του γνωστού σικελού μαφιόζου Τότο Ρίινα, την επόμενη μέρα όλα τα πιτσιρίκια είχαν στο κινητό τα τραγούδια της σειράς και μιμούνταν τις συμπεριφορές των πρωταγωνιστών.
«Αρχίζεις να καταλαβαίνεις τις διαφορές όταν είσαι 12-13 χρονών. Μέχρι τότε, ως παιδί, δεν καταλαβαίνεις μικρά πράγματα που προδίδουν τους διαφορετικούς κόσμους στους οποίους μεγαλώνουμε», αναφέρει η Αντονέλλα. Για παράδειγμα ένα στοιχείο που δείχνει ότι κάποιος είναι στην Ντραγκέτα είναι τα αυτοκίνητα, όπως και τα ρούχα τα οποία είναι πάντα από ακριβές μάρκες.
«Γι’ αυτούς το φαίνεσθαι είναι το παν. Όσο πιο πολύ καταπιέζουν επιλογές που θα ήθελαν να έχουν, τόσο πιο πολύ εστιάζουν στην εικόνα τους, τόσο πιο πολύ επιδεικνύουν τον πλούτο τους» λέει και συμπληρώνει: «Όλοι γνωρίζουν ποιες οικογένειες είναι στην Ντραγκέτα, αλλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι χωρίς ισχυρές αποδείξεις. Μάλιστα, αν καποιος κατηγορηθεί και στη συνέχεια αφεθεί ελεύθερος λόγω έλλειψης στοιχείων, αντιμετωπίζεται από την κοινότητα ως θύμα. Αυτό φυσικά έχει να κάνει και με την έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς».
Το Παρατηρητήριο του οποίου προεδρεύει η Αντονέλλα, βρίσκεται στη Ρέτζιο Καλάμπρια και ξεκίνησε τη δράση του το 2007 ως ένα πρότζεκτ έρευνας, μελέτης και τεκμηρίωσης για την Ντραγκέτα. Από το 2009, ο σύλλογος διαχειρίζεται μια τριώροφη βίλα με έναν κήπο 600 τ.μ. που κατασχέθηκε από έναν αρχηγό της μαφίας ονόματι Τζιοβάνι Πουντοριέρι, στην περιοχή Κρότσε Βαλανίντι. Ο σύλλογος διοργανώνει εργαστήρια θεάτρου, μουσικής και δημιουργικής γραφής στα τοπικά γυμνάσια και λύκεια, με στόχο να εμπλέξει την τοπική κοινωνία σε δράσεις που δείχνουν ότι υπάρχει ζωή εκτός μαφίας. Την περίοδο αυτή συμμετέχουν περίπου 60 παιδιά και 30 έφηβοι.
Η προσπάθεια αυτή ωστόσο δεν ήταν εύκολη, διότι η μικρή αυτή πόλη ήταν ανάμεσα στις περιοχές που είχε λάβει χώρα ο δεύτερος πόλεμος της Ντραγκέτα, από το 1985 έως το 1991 και οδήγησε στη δολοφονία σχεδόν 700 ανθρώπων. Χαρακτηριστικό συμβάν το σχόλιο του ιερέα της περιοχής, ο οποίος δήλωσε ανήμερα των εγκαινίων της κατασχεμένης βίλας πως «δεν καταλαβαίνει γιατί κάποιοι παίρνουν τα σπίτια του κόσμου». Ο ίδιος αργότερα συμβούλευε τους νέους να μη συχνάζουν στο Παρατηρητήριο, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά την επιλογή της Εκκλησίας να είναι απούσα από τη μάχη ενάντια στη μαφία.
«Ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα», λέει η Αντονέλλα, «είναι να εξηγήσουμε σ’ αυτά τα παιδιά, ειδικά σε όσα βρίσκονται σε φυλακές ανηλίκων, ότι η ζωή που έζησαν δεν είναι η μόνη πραγματικότητα, ούτε ο μόνος νόμος που υπάρχει. Ότι το σύστημα εκτός Ντραγκέτα είναι διαφορετικό», τονίζει και συνεχίζει: «Μια φορά ένα παιδί, γιος μιας πολύ ισχυρής οικογένειας της Ντραγκέτα μάς είχε πει: Εγώ αναγνωρίζω και σέβομαι μόνο έναν νόμο. Αυτόν του πατέρα μου».
Ο ρόλος των γυναικών είναι πιο περίπλοκος, τονίζει η Αντονέλλα και εξηγεί πως οι γυναίκες μέχρι πρόσφατα βρίσκονταν στο περιθώριο της οργάνωσης. Με τον καιρό όμως άρχισαν να γίνονται χρήσιμες, ειδικά όταν σύζυγοι και αδερφοί συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν στη φυλακή. Τότε οι γυναίκες αναγκαστικά έπαιρναν τα ηνία της τοπικής οργάνωσης (cosca).
VICE Video: Ψηφιακός Προορισμός – Ελλάδα
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Και σε τι διαφέρει η ζωή μιας κοπέλας που η οικογένειά της συνεργάζεται με τη μαφία; Η νεαρή Ιταλίδα μάς απαντά: «Για παράδειγμα, οι κοπέλες δεν μπορούν να κόψουν κοντά τα μαλλιά τους. Αντίστοιχα και τα αγόρια δεν μπορούν να έχουν μακριά μαλλιά. Γιατί; Επειδή έτσι είναι. Δεν έχουν αυτή την ελευθερία. Επίσης, οι κοπέλες αυτές δεν μπορούν να μείνουν το βράδυ στο σπίτι φίλων τους, αν δεν τους συνοδεύει ένας αδερφός, ένας ξάδερφος».
Και συνεχίζει: «Μετά το σχολείο δεν υπάρχουν επιλογές. Θα πας να εργαστείς στην επιχείρηση του πατέρα σου ή κάποιου φίλου του. Πάντα η οικογένεια αποφασίζει το μέλλον του παιδιού. Δεν υπάρχει η έννοια της επιλογής, θεωρείται δεδομένο πως αυτή είναι η κανονικότητα και άρα δεν τίθεται σε αμφισβήτηση. Ειδικά για τις κοπέλες είναι πιο σαφές, καθώς η πλειοψηφία είναι δεδομένο πως δεν θα εργάζεται και θα αναλάβει την ανατροφή των παιδιών. Θα μεγαλώσει τα παιδιά της όπως μεγάλωσε και η ίδια: Μαθαίνοντας πως δεν έχει λόγο, δεν μπορεί να είναι αυτόνομη και φυσικά δεν έχει δικαίωμα να βρίσκεται μόνη ανάμεσα σε άνδρες».
«Θυμάμαι μια φορά στο σχολείο που κάναμε ένα θεατρικό και μια κοπέλα που έπαιζε την πρωταγωνίστρια υποδυόταν μια τραγουδίστρια που είχε μείνει έγκυος και στη συνέχεια ερωτεύεται έναν καπετάνιο. Αφότου τελείωσε η παράσταση, η κοπέλα αυτή γύρισε σπίτι της και το πρώτο πράγμα που της είπε η μητέρα της ήταν “κρύψου γιατί αν σε δει ο πατέρας σου θα σε σκοτώσει”. Μόλις γύρισε ο πατέρας της, την σάπισε στο ξύλο, διότι ατίμασε την οικογένεια υποδυόμενη μια γυναίκα που ερωτεύτηκε και έμεινε έγκυος».
Οι λιγοστές γυναίκες που αποφάσισαν να επαναστατήσουν, συνήθως καταγγέλλοντας κάποιο δικό τους άνθρωπο, έπρεπε να πάνε κόντρα σε ολόκληρη την οικογένειά τους. Μητέρες που το σκάνε με τα παιδιά αναγκάζονται να αλλάξουν όνομα και πόλη ζώντας φυσικά με τον φόβο ότι μπορεί να τις ανακαλύψουν και να τις σκοτώσουν γιατί «πρόδωσαν και ατίμασαν την οικογένεια». Δυστυχώς δεν τα καταφέρνουν όλες, όπως αποτυπώνεται και στην τραγική περίπτωση της 32χρονης Μαρία Κοντσέτα Κάτσιολα, μητέρας τριών μικρών παιδιών, η οποία είχε μια εξωσυζυγική σχέση ενώ ο σύζυγός της ήταν στη φυλακή.
Η Μαρία Κοντσέτα φοβόταν ότι αν αποκαλυφθεί η σχέση της θα την σκοτώσουν και αποφασίζει ότι η συνεργασία με την αστυνομία είναι η μόνη διέξοδος. Το 2011 αρχίζει να περιγράφει στις Αρχές την κακοποίηση που δεχόταν στο σπίτι, αλλά και τις παράνομες δουλειές που έκανε η οικογένειά της με την Ντραγκέτα. Λίγους μήνες μετά, οι γονείς της την πείθουν να ξαναγυρίσει στο σπίτι: «Σκέψου τα παιδιά σου. Θα ‘σαι ή με εκείνους ή με μας». Γύρισε πιστεύοντας ότι θα τη συγχωρέσουν αλλά μόλις λίγες μέρες μετά οι βιαιοπραγίες από τους γονείς και τον αδερφό της ξανάρχισαν. Την αναγκάζουν να αλλάξει τις καταθέσεις της στην αστυνομία και στη συνέχεια την αναγκάζουν να πιει υδροχλωρικό οξύ, γεγονός που οδήγησε στο θάνατό της. «Ήταν μια τιμωρία για αυτήν και ένα μήνυμα για όλες τις υπόλοιπες», εξηγεί η Αντονέλλα.
Libera: Κοινωνικά αντισώματα για μια ελεύθερη ζωή
Από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 έως σήμερα, η Έντσα Ράντο, δικηγόρος και ακτιβίστρια, αντιπρόεδρος του “Libera”, του πιο σημαντικού δικτύου κατά της μαφίας στην Ιταλία και επικεφαλής του νομικού τμήματος, συνεχίζει να παλεύει ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα.
Η Ε. Ράντο μίλησε στο VICE για το Libera: «Είναι ένα δίκτυο ενώσεων που γεννήθηκε μετά τις μαζικές δολοφονίες που έγιναν στη Σικελία τη δεκαετία του ‘90 όπου έχασαν τη ζωή τους δικαστές και αστυνομικοί. Προσπαθεί να ανοίγει τον διάλογο σχετικά με τη δράση της μαφίας, να συζητάει τις επιπτώσεις που έχει στην ιταλική κοινωνία και φυσικά να στέκεται στο πλευρό των συγγενών των θυμάτων της μαφίας».
«Στόχος του Libera», εξηγεί η Έ. Ράντο, «είναι να διαμορφώσει μια κουλτούρα ενάντια στις μαφίες, να διαρρήξει τον δεσμό που συχνά δημιουργεί γοητεία προς τις εγκληματικές οργανώσεις. Επιδιώκει λοιπόν να δημιουργήσει κοινωνικά αντισώματα, κάτι που μπορεί να γίνει εφικτό μόνο καθιστώντας σαφές ότι οι μαφίες είναι βίαιες οργανώσεις, οι οποίες τρομοκρατούν τους ανθρώπους και φτωχοποιούν τα μέρη στα οποία ενεργούν».
Η ακτιβίστρια έχει ασχοληθεί επί χρόνια με οικογένειες της μαφίας και εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο η μαφία καταστρέφει τα παιδιά, εκπαιδεύοντάς να διαπράττουν εγκλήματα και να υπακούν στην εκάστοτε εξουσία. «Ένας γιος ή μια κόρη ενός μαφιόζου δεν μπορεί να απαντήσει στην ερώτηση “τι θες να κάνεις όταν μεγαλώσεις;”. Δεν μπορεί να επιλέξει σε ποιο σχολείο θα πάει. Δεν μπορεί να επιλέξει ποιον θα παντρευτεί ούτε ποιον θα ερωτευτεί. Γι’ αυτούς είναι όλα προκαθορισμένα από τους πατεράδες τους και αυτό δημιουργεί για αρκετούς ένα ασφυκτικό πλαίσιο δυστυχίας».
«Κατά τη διάρκεια μιας δίκης κοιτάζω συχνά τα πρόσωπα και τα βλέμματα των παιδιών των μαφιόζων και συνειδητοποιώ πόση θλίψη και δυστυχία υπάρχει στη ζωή τους. Γι’ αυτό το λόγο το Libera συμμετείχε στο πρότζεκτ “Ελεύθερη επιλογή”, όπου ανήλικα παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς είναι στη φυλακή, στέλνονται από το Δικαστήριο Ανηλίκων στο πλαίσιο προσωρινής απομάκρυνσης και με τη βοήθεια της Libera σε οικογένειες που τους βοηθούν να μεγαλώσουν σε ένα πλαίσιο νομιμότητας, αποκαθιστώντας το δικαίωμά τους να είναι παιδιά».
«Είναι σημαντικό να βλέπουμε γυναίκες, συζύγους μαφιόζων, όταν βγαίνουν από τη φυλακή να κάνουν μια διαφορετική επιλογή. Οι γυναίκες αυτές έχουν βιώσει τόσο πόνο (συχνά έχουν εγκαταλείψει τα ανήλικα παιδιά τους) και ίσως ο χρόνος που πέρασαν στη φυλακή να έχει “αναδείξει” τη δυστυχία και τα απόντα δικαιώματά τους όπως ας πούμε το να είναι ελεύθερες να αγαπούν όποιον θέλουν. Έτσι λοιπόν επιλέγουν να εγκαταλείψουν τους συζύγους τους (που είναι ακόμα φυλακή) και να απομακρυνθούν από τις πόλεις καταγωγής τους για να βρίσκονται πιο κοντά στα παιδιά τους και να αναζητήσουν ένα διαφορετικό μέλλον», εξηγεί η Έντσα Ράντο.
«Συχνά οι γυναίκες που είναι και μητέρες μού λένε ότι η ζωή τους δεν είναι παρά συνεχείς επισκέψεις στη φυλακή σε συζύγους και πατεράδες, ενώ το βράδυ όταν επιστρέφουν στο σπίτι ζουν με τον φόβο ότι μπορεί να φτάσουν στ’ αυτιά τους τα νέα για τη δολοφονία ενός παιδιού. Από ένα σημείο και μετά αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν είναι ζωή, αλλά ένας συνεχής διάλογος με τον θάνατο».
Η ακτιβίστρια είναι αισιόδοξη για το μέλλον και κάνει ό,τι μπορεί για να δώσει, σε όσες το επιθυμούν, τη δυνατότητα για μια ελεύθερη ζωή. «Το θετικό και ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι πολλές γυναίκες έχουν αρχίσει να κάνουν αυτήν την επιλογή όχι μόνο για τα παιδιά τους αλλά και για τις ίδιες, για το δικαίωμά τους να είναι ευτυχισμένες. Φυσικά, όσες γυναίκες παίρνουν αυτή την απόφαση φοβούνται συνεχώς ότι θα τις σκοτώσουν. Η ένωσή μας σ’ αυτές τις περιπτώσεις τις βοηθάει να βρουν σπίτι σε κάποια άλλη πόλη και να βρουν μια δουλειά. Αυτή είναι η πραγματική επανάσταση και η απάντηση στον αγώνα ενάντια στη μαφία», τονίζει.
«Οι μαφίες τρέφονται από τον φόβο και την αδιαφορία των πολιτών, και πιστεύω ότι το πιο σημαντικό πράγμα που κάνει το Libera είναι ότι ξυπνάει τις συνειδήσεις και προσπαθεί δείξει ότι η καταπολέμηση των μαφιών, του εγκλήματος και της διαφθοράς είναι ένας αγώνας για να επανέλθουν οι αξίες της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να κάνουμε για να προστατεύσουμε τα ανήλικα παιδιά της μαφίας ώστε να τους δώσουμε την ελευθερία της επιλογής», καταλήγει.
Ένας κύκλος «πραγματικών ανδρών» που δεν χωράνε γυναίκες
Ο Αντόνιο Νικάζο είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Queen’s του Οντάριο, με ειδίκευση στο οργανωμένο έγκλημα και συγκεκριμένα στην καλαβρέζικη μαφία, ενώ εργάζεται και ως σύμβουλος κυβερνήσεων και αστυνομικών Αρχών σε θέματα που αφορούν τη δράση της Ντραγκέτα. Ο Α. Νικάζο μίλησε στο VICE και εξήγησε τους λόγους για τους οποίους η Ντραγκέτα δεν αναγνωρίζει την παρουσία των γυναικών ούτε τους επιτρέπει να είναι μέλη της οργάνωσης, θεωρώντας πως το ανδρικό φύλο είναι ανώτερο από το γυναικείο.
«Η Ντραγκέτα είναι μια μυστική οργάνωση που αναγνωρίζει μόνο ένα φύλο αποκλείοντας αυστηρά την ένταξη των γυναικών, ακόμα κι αν δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη συμμετοχή τους. Όταν γεννήθηκε η μαφία, οι γυναίκες διαδραμάτιζαν δευτερεύοντες ρόλους: ήταν κόρες, αδελφές, μητέρες, σύζυγοι, ερωμένες, πόρνες, οικοδέσποινες. Πολλές από τις τελετές, αλλά και τα έθιμα και τις παραδόσεις που χαρακτηρίζουν τη μαφία, δεν είναι παρά πολλαπλές επιβεβαιώσεις ενός βασικού στοιχείου: μόνο εμείς είμαστε οι πραγματικοί άνδρες, είμαστε ανώτεροι, η ένταξη στην οργάνωση είναι εξαιρετικά δύσκολη, επικίνδυνη, μη αναστρέψιμη. Η συμφωνία σφραγίζεται με αίμα, το διακύβευμα είναι μεγάλο. Η τελετή δεν είναι μια απλή διαδικασία. Περνάει το νέο υποψήφιο μέλος από μια δοκιμασία θάρρους, η οποία σηματοδοτεί το πέρασμα του στο να γίνει άνδρας».
«Αλλά με μια πιο προσεκτική ματιά», τονίζει ο πανεπιστημιακός και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη μαφία, «η αξιολύπητη αυτή σκηνοθεσία έχει μόνο έναν στόχο: την εξουσία. Οι τελετές μύησης έχουν μεγάλη σημασία όχι μόνο επειδή δημιουργούν όρια και διαχωριστικές γραμμές, αλλά κι επειδή δημιουργούν δεσμούς. Δεσμούς μόνο μεταξύ ανδρών, όρια απέναντι σε άλλους άνδρες και διαχωριστικές γραμμές απέναντι στον κόσμο των γυναικών. Οι τελετές μύησης δημιουργούν έναν κύκλο “πραγματικών ανδρών” που επιδιώκει την απόλυτη εξουσία».
«Η καταπολέμηση των μαφιών δεν περνά μόνο μέσα από τις χειροπέδες»
Σύμφωνα με τον Α. Νικάζο, ο ρόλος τον γυναικών στην Ντραγκέτα έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, είτε λόγω ανάγκης είτε λόγω αντανάκλασης της κοινωνικής πραγματικότητας. «Υπάρχουν γυναίκες που διαχειρίζονται κάποια κομμάτια της διακίνησης ναρκωτικών, άλλες που ξεπλένουν χρήματα και ασχολούνται με την οικονομική διαχείριση και άλλες που χρησιμοποιούνται ως αναπληρωματικές όταν οι οικογένειές τους καταλήγουν στη φυλακή. Ο ρόλος των γυναικών είναι ένας ρόλος που ενισχύεται σημαντικά, όπως συμβαίνει και συνολικά στην κοινωνία. Σε ορισμένες περιπτώσεις εγκληματικών οργανώσεων, η ευφυΐα των γυναικών αναγνωρίζεται και εκτιμάται, ακόμη και αν δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν πως γυναίκες γίνονται πλέον δεκτές μέσω τελετών ένταξης. Εν ολίγοις, οι γυναίκες παραμένουν ακόμα εκτός των ορίων που χωρίζουν τους “πραγματικούς άνδρες”, όπως τους παρουσιάζει η μαφία, από την υπόλοιπη κοινωνία».
Επίσης, προσθέτει πως «τα τελευταία χρόνια, οι γυναίκες έχουν αρχίσει να διαδραματίζουν έναν ακόμη πιο στρατηγικό ρόλο στις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες των τοπικών οργανώσεων, ειδικά όσον αφορά στην παράνομη μεταφορά χρημάτων. Έχουν αρχίσει να ασχολούνται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος έχοντας πλέον βοηθητικό ρόλο προς τους πολλούς fixers και brokers που εργάζονται σήμερα για τη μαφία».
Τι είναι όμως αυτό που μέχρι και σήμερα κρατάει τόσους ανθρώπους «ομήρους» σε μια ζωή γεμάτη ανελευθερία και φόβο; Ο καθηγητής και συγγραφέας δεκάδων βιβλίων για τη μαφία τονίζει στο VICE πως «ακόμα η Ντραγκέτα συνεχίζει να δίνει απαντήσεις που η πολιτική δεν μπορεί να δώσει. Φυσικά δεν είναι επαρκείς απαντήσεις αλλά είναι απαντήσεις που λαμβάνουν υπόψη την κατάσταση μιας περιοχής που έχει ποσοστό ανεργίας των νέων που υπερβαίνει το 40%. Η Ντραγκέτα έχει κάθε λόγο να διατηρεί την Καλάμπρια σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης γιατί όσοι έχουν ανάγκη, θα ζητήσουν βοήθεια και αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί να πληρώσουν γι’ αυτή τη βοήθεια».
Τέλος, σύμφωνα με τον Α. Νικάζο, «υπάρχουν πολλοί νέοι που αποφασίζουν να μεταναστεύσουν για να μη χρειαστεί να συμβιβαστούν και πολλοί άλλοι που επιλέγουν να μείνουν και να κάνουν τα πάντα για να βγάλουν με έντιμο τρόπο το ψωμί τους. Οι περιοχές αυτές πρέπει να απαλλαγούν από την ανάγκη και τον φόβο. Η καταπολέμηση των μαφιών δεν περνά μόνο μέσα από τις χειροπέδες και την επιβολή ποινών».
Ρωγμές στο εσωτερικό των οργανώσεων
Ο Νικόλα Γκρατέρι είναι Εισαγγελέας στην πόλη Καταντζάρο, της πρωτεύουσας της Καλάμπρια στη νότια Ιταλία και είναι ο άνθρωπος πίσω από τις έρευνες που οδήγησαν σε χιλιάδες συλλήψεις μελών της Ντραγκέτα. Ο Γκρατέρι, ο οποίος κυκλοφορεί από το 1989 με αστυνομική συνοδεία γιατί έχει χαρακτηριστεί από τους μαφιόζους «ένας ζωντανός νεκρός», μίλησε στο VICE για τον ρόλο των γυναικών στη δομή της σύγχρονης Ντραγκέτα εξηγώντας πως η παρουσία τους έχει αναβαθμιστεί κυρίως λόγω της απουσίας των ανδρών που μπαίνουν φυλακή.
«Υπάρχει σίγουρα μια αύξηση στις υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται γυναίκες που έχουν καταδικαστεί για συμμετοχή σε οργάνωση τύπου μαφίας. Πρόκειται για ένα στοιχείο που αρχίζει να αυξάνεται κατά την περίοδο 1999 – 2005. Για μεγάλο χρονικό διάστημα καταγράφηκε μια πατερναλιστική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες που συνδέονται με τις οικογένειες της μαφίας. Ειδικότερα, οι πράξεις τους δικαιολογούνται ακριβώς επειδή είναι γυναίκες, αδελφές, κόρες και μητέρες ανδρών της μαφίας», αναφέρει στο VICE ο Νικόλα Γκρατέρι.
Σε σχέση με το παρελθόν έχουν αυξηθεί οι ποινές που λαμβάνουν οι γυναίκες που καταδικάζονται. Ο Γκρατέρι αναφέρει σχετικά: «Έχει αλλάξει πλέον ο βαθμός συνειδητοποίησης του ρόλου των γυναικών, ενώ έχει εξαφανιστεί και η προστατευτική στάση της νομοθεσίας απέναντί τους. Οι γυναίκες δεν είναι πλέον “δευτερεύουσες”, αλλά συνεργοί που συχνά διαδραματίζουν ενεργούς ρόλους εντός της οργάνωσης, ειδικά όταν τα μέλη της οικογένειάς τους βρίσκονται στη φυλακή».
Ακόμη, ρωτήσαμε τον Εισαγγελέα για τον αριθμό των γυναικών που εγκαταλείπουν την Ντραγκέτα και ζητούν την προστασία της αστυνομίας: «Δυστυχώς δεν είναι πολλές. Αλλά αρχίζουμε να βλέπουμε ρωγμές στην οργάνωση. Τα τελευταία χρόνια υπήρξαν σημαντικές λιποταξίες στο εσωτερικό ισχυρών τοπικών οργανώσεων της Ντραγκέτα».
«Αυτή είναι η δεύτερη ζωή μου»
Υπάρχουν όμως κι αυτές που τα κατάφεραν. Η Μαρία Στεφανέλι ζει εδώ και 20 χρόνια μακριά από την Καλάμπρια και το χωριό που μεγάλωσε. Στη σειρά ντοκιμαντέρ της δημοσιογραφικής ομάδας IrpiMedia με τίτλο «Γυναίκες που ξεφεύγουν από το έγκλημα», παρουσιάζεται η ιστορία της.
Τη δεκαετία του ‘90 η Μαρία παντρεύτηκε τον Τσίτσιο (Φραντσέσκο) Μαράντο, έναν έμπορο ναρκωτικών από το χωριό Πλατί της Καλάμπρια, ο οποίος μόλις είχε μπει φυλακή. Η 30χρονη κοπέλα, πλέον σύζυγος του σημαντικού μαφιόζου Μαράντο, ζούσε στη σκιά της πεθεράς της. Μετά από κάποιο διάστημα, ο Τσίτσιο βγαίνει με αναστολή και συνεχίζει τις παράνομες δραστηριότητές του. Παράλληλα, η Μαρία μένει έγκυος και τον βοηθάει να δραπετεύσει από την εποπτεία της αστυνομίας. Ο Τσίτσιο τη διατάζει να μετακομίσει με το παιδί στην Καλάμπρια, στο Πλατί και η Μαρία ζει ξανά με την πεθερά της. Ο μαφιόζος που ζει ως δραπέτης την επισκέπτεται κρυφά και η κοπέλα μένει ξανά έγκυος. Ο Τσίτσιο με τον καιρό γίνεται παρανοϊκός και μαθαίνει πως μια μέρα η Μαρία ξέφυγε από τον έλεγχο της μητέρας του. Αποφασίζει να την εκδικηθεί και τη συναντά στα βουνά όπου και βιαιοπραγεί εναντίον της.
Η Μαρία επιστρέφει στο σπίτι την επόμενη μέρα, πρησμένη από το ξύλο, ενώ αίματα έτρεχαν από παντού. Έχασε το παιδί που εγκυμονούσε αλλά αυτή ήταν η τελευταία φορά που ο Τσίτσιο άπλωσε χέρι πάνω της. Μετά από λίγες μέρες οι Αρχές ανακαλύπτουν το καμένο πτώμα του δραπέτη στη βόρεια Ιταλία. Αργότερα η Μαρία έμαθε πως τον είχε σκοτώσει ο αδερφός της, ο οποίος επίσης βρέθηκε νεκρός μετά από μια εβδομάδα.
Η βεντέτα μεταξύ των Στεφανέλι και Μάραντο ήταν στο απόγειό της. Η Μαρία ήξερε πως θα είναι η επόμενη. Δεν έκατσε να περιμένει. Πήγε να συναντήσει τον Τζιουζέπε, έναν καραμπινιέρο που ήξερε και ζήτησε την προστασία της αστυνομίας. «Θα μας πεις ό,τι ξέρεις κι εμείς θα σου δώσουμε μια νέα ζωή». Η Μαρία είπε «ναι» και από τότε δεν έχει ξανακοιτάξει πίσω.
Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.
Περισσότερα από το VICE
Η Τρελή Ιδέα της Αλβανίας να Νομιμοποιήσει την Κάνναβη
Ο Kαρκίνος του Mπαμπά μου Έγινε Ανίατος Επειδή Καθυστέρησε η Θεραπεία του
Η Ομάδα “90’s Golden Clubbing Society” Τιμά τη Χρυσή Εποχή του Εγχώριου Clubbing