Όπως συμβαίνει με τα πάντα τριγύρω μας, έτσι και το καλοκαίρι έχει και την κακή του πλευρά. Βασικό συστατικό αυτής, ότι ο υδράργυρος χτυπάει 70 βαθμούς ακόμη και τις μέρες που είσαι αναγκασμένος να κυκλοφορείς στο κέντρο της Αθήνας.
Κάποιες από αυτές τις μέρες αποφασίζεις έπειτα από πάρα πολλή σκέψη να τυλίξεις δυο τοστάκια, να βάλεις σε μια τσάντα αντηλιακό και μια πετσέτα και είτε να πάρεις το αυτοκίνητό σου και να χαλάσεις 20 ευρώ βενζίνη για να κολλήσεις στην κίνηση προτού εντέλει φτάσεις σε μια παραλία είτε να νιώσεις πιο σαρδέλα από ποτέ σε κάποιο λεωφορείο, ανάμεσα σε ιδρωμένες μασχάλες και τύπους που απορούν και γκρινιάζουν συ-νε-χώς που είστε στριμωγμένοι.
Videos by VICE
Η διάθεσή σου έχει ήδη αρχίσει να χαλάει, αλλά δεν το βάζεις κάτω. Είσαι αποφασισμένος να βουτήξεις στα κατουρημένα νερά της παραλίας που θα πας και με πολύ ζόρι φτάνεις στο Κιούρκα Beach πιο ευτυχισμένος από ποτέ. Αφού ξεπεράσεις το γεγονός ότι οι λουόμενοι αγγίζουν σε αριθμό τους φιλάθλους σε ντέρμπι Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός για το Κύπελλο, προσπαθείς πατώντας στην καυτή άμμο να βρεις το σωστό spot για να αράξεις, κάτι που συνεπάγεται ότι δεν θα υπάρχουν τριγύρω διάφοροι ενοχλητικοί παρτάκηδες που θα σου χαλάσουν τη μέρα και θα σε οδηγήσουν σε εγκεφαλικό ευκολότερα από τη θερμοπληξία.
Λίγο πριν την μεγάλη έξοδο προς την παραλία ενόψει του τριημέρου του Αγίου Πνεύματος, θυμηθήκαμε ποιοι είναι εκείνοι που αποφεύγουμε ή μισούμε σε κάθε παραλία:
Οι «όλοι οι καλοί χωράνε»
Οι τύποι που παίζουν ρακέτες, οι μαμάδες που δεν προσέχουν τα παιδιά τους και σε πιάνει ένα άγχος να κοιτάς εσύ μήπως κινδυνεύσουν να πνιγούν, οι λουόμενοι που κάθονται δίπλα σου και βάζουν ένα κάρο λάδια με αποτέλεσμα οι μύγες και οι σφήκες που τους πλησιάζουν να έρχονται και σε εσένα. Όλα αυτά και άλλα τόσα είναι ενοχλητικά στις παραλίες, αλλά τίποτα δεν είναι πιο εξοργιστικό από αυτούς που έρχονται σε μια ήδη γεμάτη παραλία και προσπαθούν να χωρέσουν την πετσέτα τους στο κενό των δέκα εκατοστών που κατάφερες να αφήσεις από τον διπλανό σου. Χωροταξικά αν το δεις, δεν χρειάζεσαι πιστοποίηση από το ΥΠΕΧΩΔΕ για να καταλάβεις ότι δεν χωράς, αλλά παρ’ όλα αυτά σε κοιτάνε με ύφος «έλα μωρέ, όλοι οι καλοί χωράνε». Όχι, φίλε, δεν χωράνε, κι αν χωρούσαν εσύ δεν χωράς, γιατί δεν είσαι καλός όταν μου ζητάς να στριμωχτώ λες και είμαι σε λεωφορείο που εξυπηρετεί Σύνταγμα – Καλλιθέα σε ώρα αιχμής. Είσαι ανεπιθύμητος. Δεν θέλω να γίνουμε μεγάλη παρέα. Δεν θέλω να πιάσουμε την κουβέντα. Ξέρω ότι θα μου πεις να προσέχω το δίχαλό σου για τις 3 ώρες που θα είσαι στη θάλασσα και όλα αυτά με κάνουν να θέλω να σε παρασύρει ένα τεράστιο τσουνάμι την ώρα που θα σε κοιτάω με κιάλια από ένα μακρινό λόφο.
–Άννα Νίνη
Τα παιδάκια και αυτοί που μετακομίζουν στην πλαζ
Μπορεί το καλοκαίρι να μην είναι η αγαπημένη μου εποχή, όμως η αλήθεια είναι πως αυτήν τη στιγμή εκείνο που θέλω περισσότερο από όλα είναι μια αιώρα σε κάποια ερημική παραλία και ένα τεράστιο κοκτέιλ με ομπρελίτσες (σημείωση στον εαυτό μου, να ξεκινήσω μια επιχείρηση που να κάνει ντελίβερι κοκτέιλ σε ερημικές παραλίες). Ναι, δεν θέλω κόσμο δίπλα μου, επειδή η θάλασσα βγάζει τον πιο εκνευριστικό τους εαυτό. Από τους τύπους με τις ρακέτες που για να σώσουν μια μπαλιά μπορεί να προκαλέσουν μακελειό μέχρι την παρέα πιτσιρικάδων, στους οποίους βλέπω τον ηλίθιο έφηβο εαυτό μου να την «πέφτει» με τραγικά χαζό τρόπο στην κοπέλα που τον ενδιαφέρει. Οι δύο χειρότερες κατηγορίες, όμως, είναι τα μικρά παιδιά και οι τύποι που κουβαλάνε στην παραλία ένα σωρό μαλακίες για να το παίξουν ιστορία. Εντάξει, τα παιδάκια είναι εύκολη «πίστα», τους ρίχνεις λίγη άμμο στη μούρη και φεύγουν. Οι δεύτεροι, όμως, δεν παλεύονται. Ρε φίλε, έλεος, πας για μπάνιο και έχεις πάρει μαζί σου τέσσερις πτυσσόμενες καρέκλες, ραδιοφωνάκι, εφημερίδες, ψυγειάκι με φραπεδιές και φαγητό, σούπερ γαμάτη ομπρέλα και ό,τι άλλο βρήκες μπροστά σου; Το μόνο που λείπει είναι η σούβλα με το αρνί και το ρομπότ από τους Jetsons για να τη γυρίζει. Δεν θέλω καν να φαντάζομαι τι κουβαλάνε αυτοί οι τύποι όταν πάνε για camping. Υποθέτω πως δεν δέχονται τίποτα λιγότερο από μια σκηνή στα πρότυπα του Chrysler Building. Όποτε σκάει τέτοια κομπανία στη παραλία μού χαλάει τη διάθεση και δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο από το να τους κοιτάω στραβωμένος. Ξέρω, μπορεί να ακούγεται κάπως παράλογο όλο αυτό, αλλά προσωπικά αυτή η ποζεριά με τσαντίζει πιο πολύ και από το να με χτυπήσει στη μάπα το μπαλάκι του ξυπόλητου «Roger Federer» που δίνει πόνο λίγα μέτρα πιο κάτω. Τέτοιοι τύποι θα θεωρούσαν καταπληκτική ιδέα το να φέρουν μια φουσκωτή πισίνα και να τη γεμίσουν με νερό από τη θάλασσα, χρησιμοποιώντας κάποια ψαγμένη αντλία που παρήγγειλαν τον χειμώνα μέσω telemarketing με σκοπό να αυτοαποθεωθούν το καλοκαίρι για την ιδεάρα που κατέβασε η κεφάλα τους. Θα προτιμούσαν δηλαδή να κάνουν τις «βουτιές» τους ενώ τσιμπάνε αρνάκι από την προαναφερθείσα σούβλα και βρίσκονται κάτω από τη σκιά της ομπρελάρας τους σκεπτόμενοι πως όλη η παραλία τους κοιτάζει παράξενα επειδή ζηλεύουν την αρχοντιά τους.
–Αντώνης Κωνσταντάρας
Οι «βρομιάρηδες» και οι νεόπλουτοι
Μεγάλωσα σε παραθαλάσσια περιοχή όπου οι ακτές εκτείνονται χιλιόμετρα, οπότε είχα να διαλέξω πολλά σημεία και δεν χρειάστηκε ποτέ να πληρώσω για να πάω σε μαγαζί με οργανωμένη πλαζ. Όμως σε κάποια νησιά έχω επισκεφτεί ανάλογα «μαγαζιά» και συνάντησα το σπαστικό να περνάς από «πορτιέρη» για να σου εγκρίνουν την είσοδο και να σου ζητάνε επιπλέον να χαλάσεις αρκετά χρήματα για να κανείς μπάνιο στην οργανωμένη παραλία τους. Πέρα από αυτό, όμως, υπάρχουν και οι διαχρονικά σπαστικοί τύποι που τους πετυχαίνεις σε κάθε παραλία, ελεύθερη ή οργανωμένη… Αντί να χαλαρώσεις εκεί, εξαιτίας κάποιων βγαίνει ο χειρότερός σου εαυτός. Φαίνεται ότι η συμπεριφορά μας εκεί δείχνει πραγματικά πόσο σεβόμαστε τον διπλανό μας. Ορισμένοι θεωρούν την παραλία προέκταση του σπιτιού τους και απλώνουν όλη την προίκα τους και συνήθως τους συναντάς στις μικρές παραλίες. Δεν αρκεί αυτό, αλλά συνοδεύουν την εξόρμησή τους με κεφτεδάκια, που μόλις ανοίξουν το μπολ έρχεται μια μπόχα και σου σφηνώνεται στη μύτη. Ενώ κάποιοι άλλοι νομίζουν ότι βρίσκονται μόνοι τους εκεί: τσιρίζουν την κάθε λέξη και προκαλούν ηχορύπανση φωνάζοντας ακόμα και στο παιδί τους που είναι δίπλα τους. Εκείνοι όμως που ξεπερνούν κάθε όριο, τραβούν όλες τις κατάρες και με κάνουν να τσακώνομαι μαζί τους είναι αυτοί που, αφού έχουν φάει όλα τα παγωτά και τα σνακ της κοντινότερης καντίνας, σφηνώνουν στην άμμο ή εγκλωβίζουν με κάποιο πετραδάκι κάθε περιτύλιγμα-σκουπίδι και θεωρούν την παραλία ένα τεράστιο τασάκι για τα αποτσίγαρά τους. Δεν σταματάει εκεί όμως αυτό. Ένα άλλο πολύ γελοίο είδος που «επιβιώνει» ακόμα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης είναι οι φαντασμένοι νεόπλουτοι που νομίζουν ότι έχουν βγει από το Baywatch και ορμάνε στα κύματα με ό,τι θαλασσινό αντικείμενο ή γκάτζετ για σπορ υπάρχει, σπάζοντάς μας τα νεύρα με τις αποτυχημένες πολλές φορές επιδείξεις τους και νομίζοντας ότι όλη η έκταση της θάλασσας τους ανήκει.
– Νιόβη Αναζίκου
Ο ρακέτας
Ένα λαδερό φάντασμα πλανιέται πάνω από τις παραλίες της χώρας. Κουβαλάει ρακέτες και μπαλάκια του τένις, ενώ αποστολή του είναι να αποδείξει σε όλο τον κόσμο πόσο υπερπαίχτουρας είναι στο παντελώς ανύπαρκτο σπορ των ρακετών παραλίας. Ας ξεκινήσουμε με αυτό: «Αγαπητέ» ρακέτα, στην κλίμακα των αθλημάτων οι ρακέτες παραλίας είναι μισό κλικ πάνω από το τάβλι. Δεν είσαι ο Φέντερερ, δεν είσαι Κινέζος Ολυμπιονίκης του πινγκ πονγκ, δεν είσαι καν καλός στο μπάντμιντον (τρία απαιτητικά, αξιοπρεπή και υπαρκτά αθλήματα). Είσαι απλώς ένα λαδερό κλαρινογαμπροειδές που σπάει τα νεύρα όλων με το τακ-τακ που κάνουν οι ρακέτες σου και με τις άναρθρες κραυγές που βγάζεις κάθε φορά που θεωρείς ότι «έπαιξες καλά».
Ειλικρινά, μου είναι δύσκολο να αντιληφθώ γιατί επιτρέπεται ακόμα από τον νόμο σε αυτούς τους ρακετοφόρους γυμνοσάλιαγκες να μολύνουν τις παραλίες με τη λαδερή ύπαρξή τους. Θα υποστήριζα κάθε νόμο που θα προέβλεπε το κόψιμο του αντίχειρα σε κάθε τύπο που τόλμησε να εμφανιστεί στην παραλία με ρακέτα, τη δήμευση των περιουσιακών του στοιχείων και την εξορία του από τον πλανήτη.
– Γιάννης Μαρκογιαννέλης
O κλαρινογαμπρός
Έκανε την εμφάνισή του τα τελευταία χρόνια στις πλαζ της χώρας. Αποτελεί μείγμα παλιού κάγκουρα, γυμναστηριάκια με φθηνά tattoos, κούρεμα αλά Τάσος Ποτσέπης, γυαλί καθρέφτη, σαγιονάρα 1-4 και μαγιό σορτσάκι, τόσο κοντό όμως που η έξοδος των γεννητικών οργάνων είναι 50-50 να συμβεί.
Με το που φθάσει στην εκάστοτε in παραλία, βρίσκει ένα σημείο για να φαίνεται, απλώνει την πραμάτεια του στην ξαπλώστρα, λαδώνεται με baby oil και ξεκινάει να «παίζει μπάλα» με τα κοράσια της παραλίας τα οποία γενικώς γοητεύονται στη ζωή τους μόνο από κοιλιακούς, V μπλουζάκια και ακριβές βότκες στα κλαμπ της παραλιακής. Α, και κάμπριο αμάξια.
Ο κλαρινογαμπρός, λοιπόν, θα περάσει 4-5 ώρες στην παραλία, κάνοντας δυο βουτιές του πεντάλεπτου και μετά πάλι έξω, για να κάνει το κομμάτι του.
Συνήθως καταναλώνει χωνευτικά ποτά, τύπου σόδας, μιας και φοβάται ότι τα κοράσια θα κάνουν «ίου» αν τον δουν να πίνει την μπιρίτσα του όπως όλα τα υπόλοιπα λαϊκά παιδιά. Με λίγα λόγια, μείνετε μακριά του.
–Παύλος Τουμπέκης
Τα θέματα για τις «ενοχλητικές φυλές της παραλίας»
Έχουν πέσει άδοξα τόσα δέντρα στον Αμαζόνιο για να αναλυθούν εξονυχιστικά οι «ενοχλητικές φυλές της παραλίας» στα ελληνικά έντυπα των ’90s, που με τα χρόνια ανέπτυξα, εντέλει, μια φυσική συμπάθεια και κατανόηση προς τους προαναφερθέντες «τύπους ανθρώπων». Τον «ρακετίστα» με τα tribal και το ηλιοκαμένο κορμί που νιώθει Τζόκοβιτς βγάζοντας μια άμυνα στα ρηχά, ενώ ο ήχος από την επαφή μπάλας και ξύλου τρυπάει τύμπανα σε ακτίνα χιλιομέτρου. Τον ταλαίπωρο οικογενειάρχη που σέρνει ένα τσουβάλι συμπράγκαλα για να ικανοποιήσει τους πάντες, ενώ το μόνο που χρειάζεται πραγματικά είναι η εφημερίδα του. Την τύπισσα με το μακιγιάζ που φτιασιδώνεται κάθε τρία λεπτά, ενώ στα νερά της παραλίας καθρεφτίζεται η ανασφάλεια των χρόνων που κυλούν. Το κοκοράκι «κλαρινογαμπρό» που σεργιανίζει σαν τον αίλουρο στην άμμο, πλασάροντας με ασφυκτικό coolness την πραμάτεια του. Την «κλαρινονύφη» με το μικροσκοπικό μαγιό, η σκέψη της οποίας χάνεται δήθεν αδιάφορα στον ορίζοντα, ενώ στην πραγματικότητα ελέγχει καλύτερα και από ραντάρ επιφανείας όσα βλέμματα θωπεύουν τα κάλλη της. Τον «τζιβάτο» που θέλει απλώς να την πιει σε μια ήσυχη γωνιά της παραλίας χωρίς να του πρήζουν τα ούμπαλα. Τη «μάνα» που κυνηγάει τον Μιχαλάκη με το πλαστικό τάπερ ουρλιάζοντας σαν μανάβης σε λαϊκή. Τον «σφίχτη» που για να βγάλει την καλοκαιρινή σεζόν αλείφεται με ποσότητα λαδιού που ξεπερνά την ετήσια παραγωγή της ένωσης αγροτικών συνεταιρισμών Μεσσηνίας. Τον «εναλλακτικό» με τους κόκκους στα μούσια και τα ξύλινα γυαλιά από τη Σύρο, που «απολαμβάνει» μια μοναχική αμμουδιά ακούγοντας μια νέα μολδαβική μπάντα που ο ήχος της βασίζεται σε κλανιές φάλαινας. Τον «αδρεναλινομανή των extreme sports» που έρχεται στην παραλία με γουρούνα, κάνει bangee, καπάκια kite-surf, μετά αλεξίπτωτο παραλίας και στο τέλος βολτάρει με το τζετ σκι στη θάλασσα γκαζωμένος λες και κατεβαίνει τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης. Όλους αυτούς και άλλους τόσους που απαρτίζουν τα «στερεότυπα των συμπεριφορών της παραλίας» ΔΕΝ τους μισώ. Κάποτε, νέοι και ακμαίοι έγραφαν κι εκείνοι με κοφτερή γλώσσα, στα περιοδικά της εποχής, για τις «ενοχλητικές φυλές της παραλίας». Όμως η ζωή κυλά αναπάντεχα. Πάμε παρακάτω.
–Αντώνης Ντινιακός
Περισσότερα από το VICE
Η Psychedelic Σκηνή της Κύπρου
Γιατί τα Hangovers Είναι Χειρότερα Mετά τα 20;
Εξομολογήσεις Μιας Ντεμισέξουαλ