Το θέμα δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE News.
Οι μετοχές της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen υποχώρησαν κατά 20% τη Δευτέρα (έχει ήδη δει χάσει 17 δισεκατομμύρια δολάρια από την αγοραία αξία της), μετά από το σκάνδαλο για τις εκπομπές ρύπων που θα μπορούσε να κοστίσει επιπλέον δισεκατομμύρια στη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, από πρόστιμα της Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος των Η.Π.Α. (EPA). Σύμφωνα με τις κατηγορίες, η εταιρεία «ξεγλιστρούσε» από τις ομοσπονδιακές δοκιμές για την ποιότητα των ρύπων.
Videos by VICE
«Αυτή είναι μια μαύρη μέρα για τη VW», δήλωσε ο Don Anair, ερευνητής και αναπληρωτής διευθυντής του Προγράμματος Καθαρών Οχημάτων (Clean Vehicle Program) της Ένωσης Ανήσυχων Επιστημόνων (Union of Concerned Scientists). «Είναι εξαιρετικά απογοητευτικό το γεγονός ότι προσπάθησαν και εξαπάτησαν τις δοκιμές».
Στο επίκεντρο του σκανδάλου βρίσκεται ένα λογισμικό, εγκατεστημένο σε πάνω από 10.000.000 οχήματα με πετρελαιοκινητήρα, που ήταν σε θέση να ανιχνεύσει πότε το αυτοκίνητο βρισκόταν σε επίσημη δοκιμή για τις εκπομπές των ρύπων. Αυτό περιόριζε τις εκπομπές ρύπων των αυτοκινήτων κατά τη διάρκεια της δοκιμής. Ωστόσο, μετά το τεστ, το αυτοκίνητο επέστρεφε σε εκπομπή οξειδίων του αζώτου, που συνδέονται με το άσθμα και αλλες ασθένειες του αναπνευστικού, σε επίπεδα έως και 40 φορές πάνω από το επιτρεπτό όριο.
Την ανακάλυψη της απάτης έκανε αρχικά η California Air Resources Board (CARB), η οποία συνεργάζεται με το Διεθνές Συμβούλιο για την Καθαριότητα των Μεταφορών (ICCT) για την έρευνα που της ανατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η μελέτη εστίασε στις διαφορές μεταξύ των εκπομπών που καταγράφηκαν στις δοκιμές και των αντίστοιχων στο οδικό δίκτυο, από πετρελαιοκίνητα οχήματα.
«Γνωρίζαμε ότι συνέβαινε, αλλά δεν ξέραμε γιατί», δήλωσε ο Stanley Young, διευθυντής επικοινωνίας της CARB, η οποία έχει μια μοναδική «εξουσιοδότηση» να καθορίζει τα δικά της πρότυπα, σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο περί «καθαρού αέρα». «Επικοινωνήσαμε με τη VW και συνέχισαν να αμφισβητούν τα δεδομένα μας. Τελικά, αφού ξέμειναν από εξηγήσεις και δικαιολογίες, αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι υπήρχε ένα σύστημα αναστολής της κανονικής λειτουργίας του κινητήρα».
Η CARB θα αποδώσει τις δικές της κυρώσεις στη VW, ωστόσο δεν παύει να συνεργάζεται στενά με την EPA, η οποία εξέδωσε ανακοίνωση για την παράβαση της εταιρείας την Παρασκευή. Στην ανακοίνωσή της, η EPA ανέφερε ότι η εταιρεία είχε συστηματικά τοποθετήσει τις «συσκευές αναστολής» σε τετρακύλινδρα Audi και Volkswagen πετρελαιοκίνητα μοντέλα, από το 2009. Η ανακάλυψη θα μπορούσε να κοστίσει στη Volkswagen μέχρι και 37.500 δολάρια ανά όχημα και συνολικά 18 δισεκατομμύρια δολάρια. Προς το παρόν, έχει ανακόψει τις πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και προχώρησε σε υποχρεωτική ανάκληση όλων των επηρεαζόμενων οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των VW Jetta, Beetle, Golf και Passat, καθώς και του Audi A3.
Σε δήλωση εκ μέρους της EPA, η Cynthia Giles αποκάλεσε την καταστρατήγηση των ομοσπονδιακών τεστ για τις εκπομπές των ρύπων «παράνομη» και «απειλή για τη δημόσια υγεία».
Δείτε μία ελληνική υπόθεση μόλυνσης του περιβάλλοντος, το «ηφαίστειο» της Καλύμνου.
Δείτε επίσης: Τα Παράνομα Ορυχεία Χρυσού στη Νότια Αφρική
Η εταιρεία απάντησε άμεσα στους ισχυρισμούς, την Παρασκευή, δηλώνοντας ότι «δεσμεύεται για τη διόρθωση του θέματος το συντομότερο δυνατό». Την Κυριακή, ο διευθύνων σύμβουλος της Volkswagen, Martin Winterkorn, ζήτησε συγγνώμη για το «σπάσιμο» της εμπιστοσύνης των πελατών και του κοινού, προσθέτοντας ότι στην εταιρεία «δεν ανέχονται, ούτε πρόκειται να ανεχθούν στο μέλλον, κάθε είδους παραβιάσεις των εσωτερικών κανονισμών». Βέβαια η συγγνώμη του δεν ήταν αρκετή και την Τετάρτη ο Winterkorn ανακοίνωσε την παραίτησή του από τη θέση του CEO της εταιρίας.
Οι γερμανικές Αρχές έχουν ζητήσει από την εταιρεία να παράσχει απόδειξη ότι δεν υπήρχε σκοπός για την καταστρατήγηση των δοκιμών. Εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν επίσης έρθει σε επαφή με την εταιρεία. Ενώ τα πετρελαιοκίνητα οχήματα εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% στις πωλήσεις αυτοκινήτων στις Η.Π.Α. για το 2014, η Ένωση Ανήσυχων Επιστημόνων (Union of Concerned Scientists) εκτιμά ότι αυτά τα οχήματα και μόνο θα μπορούσαν να εκπέμπουν 10-25% του συνόλου των εκπομπών οξειδίων του αζώτου, των επιβατικών οχημάτων. Συγκριτικά, στη Γερμανία οι πωλήσεις diesel αυτοκινήτων αντιπροσωπεύουν, κατ’ εκτίμηση, το 48%.
Όπως εξήγησε ο Rich Αλόνσο, ένας συνεργάτης της Bracewell and Giuliani LLP (μία δικηγορική εταιρεία που ειδικεύεται σε υποθέσεις που σχετίζονται με την Clean Air Act), «οι κατασκευαστές αυτοκινήτων γνωρίζουν -όλοι το ξέρουν- ότι δεν επιτρέπεται η χρήση τέτοιων συσκευών και ότι, εάν το κάνουν, υπόκεινται σε ανακλήσεις και πρόστιμα».
Η χρήση τέτοιων συσκευών, όπως εξήγησε, έχει ως στόχο να ενισχύσει τις επιδόσεις του αυτοκινήτου. Με εγκατεστημένη μια τέτοια συσκευή, η ενέργεια και τα καύσιμα, που κανονικά θα χρησιμοποιούνταν για να «τρέξουν» τις συσκευές ελέγχου της ρύπανσης, θα χρησίμευαν στο να δώσουν στο αυτοκίνητο έξτρα ιπποδύναμη και επιτάχυνση, κάτι που αρέσει στους καταναλωτές.
Ορισμένοι, ωστόσο, προειδοποιούν ότι αυτή η παραβίαση θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να προσδώσει γενικά στο «diesel» ένα κακό όνομα, παρά το γεγονός ότι οι καθαρές τεχνολογίες ντίζελ έχουν αναπτυχθεί με επιτυχία.
«Αυτά τα αυτοκίνητα έχουν πάρει πιστοποίηση και μπορούν να λειτουργούν με αυτά τα όρια», δήλωσε ο Young. «Αυτό που θέλουμε είναι να λειτουργούν στον πραγματικό κόσμο, όπως κάνουν στον “κόσμο” των δοκιμών».
Το 2007, η EPA μείωσε την επιτρεπόμενη ποσότητα εκπομπών του πρωτοξειδίου του αζώτου, στο πλαίσιο του λεγόμενου Tier 2 Program, που αποσκοπούσε σε εκπομπές ρύπων, από τα οχήματα diesel, ίδιου επιπέδου με εκείνα που καταναλώνουν βενζίνη. Οι νέοι κανονισμοί ανάγκασαν τη Volkswagen και άλλους κατασκευαστές αυτοκινήτων diesel να αναστείλουν την παραγωγή τους μέχρι το 2009. Το ίδιο έτος, σύμφωνα με την EPA, η εταιρεία εισήγαγε συστηματικά αυτή τη συσκευή, επαναφέροντας τα αυτοκίνητα στην αγορά, με φαινομενικά μειωμένες εκπομπές ρύπων.
«Δεν είναι αρκετό μόνο ένα πρόστιμο για τη VW, για την εξαπάτηση στα τεστ», δήλωσε ο Anair. «Είναι σημαντικό, ο,τιδήποτε και αν συμβαίνει, να στέλνεται ένα σαφέστατο μήνυμα ότι αυτή η συμπεριφορά δεν επιτρέπεται και ότι θα τιμωρείται».
Η California κινείται πυρετωδώς ώστε τα προβληματικά αυτοκίνητα να μεταφερθούν για διόρθωση, δηλαδή κατάργηση του λογισμικού. Όμως, καθώς η έρευνα εξαπλώνεται και στην Ευρώπη, όλη αυτή η ιστορία αναμένεται να έχει συνέχεια. Σύμφωνα με τον Alonso, η εταιρεία θα πρέπει να αποφασίσει πώς θα προχωρήσει με την υπόθεση και πώς θα αποφύγει μια μακρά δικαστική μάχη που θα της κοστίσει σε ό,τι αφορά τη δημόσια εικόνα της.
Ο Alonso δήλωσε, επίσης, ότι η εν λόγω παράβαση είναι απίθανο να θέσει σε κίνδυνο το μέλλον της εταιρείας. «Η ΕΡΑ δεν κλείνει εταιρείες. Ναι μεν θα της επιβάλει μια σημαντική ποινή, αλλά θα είναι τέτοιου είδους που θα της επιτρέψει να συνεχίσει να λειτουργεί».
Από χθες, όταν έγινε ευρέως γνωστό το σκάνδαλο της γνωστής γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, για την «εξαπάτηση» των τεστ καυσαερίων στα diesel οχήματά της, Τύπος και πολιτικοί σπεύδουν να σχολιάσουν το γεγονός.
Η ιταλική εφημερίδα La Reppublica αναφέρει χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, ότι «Η Γερμανία, που τους προηγουμένους μήνες μετετράπη σε μεγάλο κατήγορο, βρίσκεται αυτές τις μέρες στο εδώλιο του κατηγορουμένου, εκεί που κάθισε και ο Τσίπρας, ο “μέγας κατηγορούμενος”, θέση που όπως φαίνεται έχει εγκαταλείψει», κάνοντας εμμέσως κι ένα πολιτικό σχόλιο.
Τοποθέτηση, ωστόσο, είχαμε και από τον αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, ο οποίος τόνισε ότι «για άλλη μια φορά, μετά τη Siemens, τη ΜΑΝ, τη Thyssen, την Deutsche Bank, την Deutsche Telekom, τη BMW, τη Mercedes και δεκάδες άλλες, μια γερμανική πολυεθνική εταιρεία προσφεύγει σε παράνομες δραστηριότητες για να “ξεφύγει” από τους ρυθμιστικούς κανόνες που επιβάλλονται σε μια χώρα».
Πολιτική τοποθέτηση έκανε και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ζήτησε πλήρη διαφάνεια από τη VW, ενώ είπε πως ο Γερμανός Υπουργός Μεταφορών (Αλεξάντερ Ντόμπριντ) έχει πραγματοποιήσει ήδη κάποιες «στενές επαφές» με τη «σκανδαλώδη» αυτοκινητοβιομηχανία.