Απ’ όλα τα συνθήματα που κατά καιρούς έβλεπα στο Πανεπιστήμιο, εκείνο που επανέρχονταν κάθε φορά που το συνεργείο καθαριότητας έριχνε πάνω αυτή την αδιάφορη και αυστηρή άσπρη μπογιά για να σβήσει τα ίχνη της συλλογικής νεανικής έκφρασης, ήταν το «λευκούς τοίχους έχουν μόνο τα ψυχιατρεία». Το έβρισκα πολύ εύστοχο. Εμπεριείχε μια κυριολεκτική διαπίστωση και κυρίως ήταν ένα statement για το δημόσιο χώρο και την αλληλεπίδραση του με την ιδιότητα του πολίτη. Γι’ αυτό γούσταρα πάντα πολύ τους πιτσιρικάδες που βαριούνταν αυτή την καταναγκαστική ομοιομορφία και «λέρωναν» με αυθάδεια τους τοίχους της πόλης. Κι επειδή προσωπικά δυσκολεύομαι να φτιάξω μια ίσια γραμμή στην ευθεία, αποφάσισα να βρω αυτούς τους τύπους που κάνουν αυτό το μαγικό παιχνίδι με τα χρώματα και τα σχέδια ομορφαίνοντας τον αστικό ιστό.
Ο Billy (smart) και ο Δημήτρης (n_grams) σήμερα είναι από τους πιο γνωστούς street artists της Αθήνας. Έπιασαν σπρέι όμως τα ζόρικα χρόνια, όταν το graffiti δεν είχε αναγνωριστεί ως ρεύμα τέχνης και στιγματίζονταν ως στοιχείο μιας μη αποδεκτής νεανικής υποκουλτούρας. «Ξεκίνησα το 1992, στα 13 μου. Έκανα skate και μέσα από την κοινότητα γνώρισα τρεις ελληνογάλλους που έκαναν graffiti. Τότε ελάχιστοι Έλληνες ήξεραν να φτιάχνουν graffiti. Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνω ήταν να βρω μια υπογραφή» θυμάται ο Billy. «Τότε, φαντάσου, δεν υπήρχαν καν σπρέι. Ήταν πολύ δύσκολο να τραβήξεις σωστές γραμμές» συμπληρώνει ο Δημήτρης. «Εγώ μεγάλωσα στην Πτολεμαΐδα. Ενώ δεν υπήρχε τίποτα, ξαφνικά γέμισε όλη η πόλη με tags και δεν καταλάβαιναν τι γινόταν».
Videos by VICE
Κάπου εκεί λοιπόν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 βρίσκονται τα σπάργανα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας του graffiti στα πλαίσια της ανάδυσης ενός εναλλακτικού πολιτισμικού νεολαιίστικου υποδείγματος που περιελάμβανε από το hip hop μέχρι το skate. To graffiti ταξίδεψε στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ. Σ’ εκείνη την πλευρά του Ατλαντικού αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’60 μέσα από τον αντιπολεμικό πολιτικό ακτιβισμό. Ήταν ένα μήνυμα πολιτικής διαμαρτυρίας και η ταυτότητα μιας γενιάς που ασφυκτιούσε στα καλούπια της συμμόρφωσης. Βέβαια ο όρος graffiti εντοπίζεται πρώτη φορά στα τέλη του 19ου αιώνα και χρησιμοποιείται από τους αρχαιολόγους για να περιγράψει τις επιγραφές στα ερείπια των κατακόμβων της Ρώμης και της Πομπηίας. Ο γάλλος φωτογράφος Brassai σ’ ένα δοκίμιο του το 1933 το κωδικοποίησε ως η « μπάσταρδη τέχνη των αρρωστημένων – διάσημων δρόμων».
Το graffiti μπλέχτηκε στα μονοπάτια της νεανικής παραβατικότητας, έγινε το εργαλείο των συμμοριών για να μαρκάρουν τις περιοχές τους και αποτέλεσε τη γνησιότερη και δημιουργικότερη ίσως εκδοχή της πρωτογενούς νεανικής ασέβειας απέναντι στους κανόνες. Πριν ανοίξουν τις πόρτες τους οι γκαλερί της Νέας Υόρκης -και με πολύ πιο δειλά βήματα οι γκαλερί της Αθήνας- για να ενσωματώσουν τη street art, οι γραφιτάδες έχουν να διηγηθούν πολλές ιστορίες για νυχτερινά κυνηγητά με την Αστυνομία. «Εμένα μου άρεσε πολύ αυτό το πράγμα. Τότε ήταν και λίγο αλητεία. Με ιντρίγκαρε η δυνατότητα που είχες μ’ ένα σπρέι. Μου φαινόταν πολύ ενδιαφέρον να μαζευόμαστε με τους φίλους μου τις Κυριακές και να ζωγραφίζουμε. Συγκεντρώναμε λεφτά όλη την εβδομάδα για να αγοράσουμε σπρέι. Παλιά μας κυνηγούσαν πολύ. Μας έβλεπαν σαν τους τύπους που λερώνουμε τους τοίχους. Ο καθένας από μας έχει μια δική τους ιστορία από ένα μπέρδεμα που βρέθηκε. Πλέον ο κόσμος, ειδικά με το ίντερνετ, το πήρε πιο ζεστά.» μου λέει ο Billy.
Το graffiti κακολογήθηκε αρκετά ως «βανδαλισμός της ιδιοκτησίας». Στην πραγματικότητα όμως συνιστά ένα διάβημα επανοιεκιοποίησης του δημόσιου χώρου, βαθιά δημοκρατικό αφού συνδέεται με την ιδιότητα που πολίτη που κατοχυρώνεται από την ορατότητα και την πρόσβαση στο δημόσιο χώρο. Ταυτόχρονα είναι και μια προσπάθεια επαναμαγέματος του χώρου σε μια εποχή που οι ελεύθεροι χώροι συρρικνώνονται και η πόλη πνίγεται από όγκους μπετόν. «Το graffiti ομορφαίνει το αστικό τοπίο. Αυτό ήταν και το κίνητρο για πολλούς γραφιτάδες, μια αντίδραση στο γκρι. Υπάρχει πρόοδος σε σχέση με το παρελθόν. Ο κόσμος καταλαβαίνει ότι πρόκειται για δημιουργία. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πια κολλημένοι αλλά νομίζω ότι έχει ξεπεραστεί το επιχείρημα του βανδαλισμού» μου λέει ο Δημήτρης. Η αλήθεια είναι ότι η Αθήνα όλο και περισσότερο γίνεται καμβάς για αυτοσχεδιασμούς και καλλιτεχνική δημιουργία. Υπάρχουν γειτονιές στα Εξάρχεια ή στου Ψυρρή που οι ιδιοκτήτες καταστημάτων ζητούν από street artists να ζωγραφίζουν τα ρολά τους και όταν κλείνουν τα μαγαζιά και κατεβαίνουν τα ρολά, δρόμοι ολόκληροι μετατρέπονται σε υπαίθριες νυχτερινές εκθέσεις. Τον τελευταίο καιρό μάλιστα στα τουριστικά πρακτορεία έχουν κάνει την εμφάνιση τους και οι street art tourist.
Ειδικά στα χρόνια της ύφεσης, όπου παγιώθηκε η ψυχολογία του πένθους και η κουλτούρα της σιωπής, το graffiti ως κατεξοχήν τέχνη του δρόμου και δομικά αντιεξουσιαστική, έγινε αναπαράσταση της συλλογικής οργής και δύναμη ανυπακοής. Ο Billy και ο Δημήτρης δε συμμερίζονται τις αποστειρωμένες αντιλήψεις περί αποστασιοποιημένης τέχνης, αφουγκράζονται και οπτικοποιούν το συλλογικό βίωμα: «Και οι κλασικοί ζωγράφοι επαναστατική τέχνη κάνανε και τους καταδίκαζαν τότε. Δε νομίζω ότι υπάρχει καλλιτέχνης που δεν κραυγάζει τα πολιτικά πράγματα. Δεν είναι λίγο να μεγαλώνεις σε μια χώρα με το καλύτερο location στο χάρτη και να μη μπορείς να κάνεις όνειρα» υποστηρίζει ο Billy. «Αρκετές φορές αυτά που κάνω έχουν πολιτικό μήνυμα. Προσπαθώ να ξαφνιάσω τον άλλον. Αυτή την περίοδο ασχολούμαι αρκετά με το ρόλο των media, τη σχέση ύπνωσης μεταξύ καναπέ και τηλεόρασης» προσθέτει ο Δημήτρης.
Δε θα μπορούσα βέβαια να τους αποχαιρετίσω χωρίς να τους ρωτήσω για το πιο πολυσυζητημένο graffiti που κάνανε οι δυο τους μαζί με τον Alex Martinez πριν κάμποσες μέρες στου Ψυρρή, αποτίοντας φόρο τιμής στο σκύλο των κινημάτων. Ο Λουκάνικος πέθανε τον περασμένο Μάιο. Η είδηση του θανάτου του όμως γνωστοποιήθηκε τον Οκτώβριο γεμίζοντας θλίψη όλους όσους εισέπνευσαν δίπλα του τόνους χημικών. Εξάλλου αυτό ήταν και το σύνθημα που γράψανε οι τρεις καλλιτέχνες παραφράζοντας με κοφτερή ειρωνεία το Θόδωρο Πάγκαλο: «Μαζί τα φάγαμε τα δακρυγόνα». Το γκράφιτι του Λουκάνικου έγινε είδηση στο διεθνή Τύπο και μια στάση για selfie από δεκάδες μαθητές. «Ο Λουκάνικος ήταν κλασική μορφής το Σύνταγμα που κάναμε skate. Μας είχε μάθει και ήταν φιλικός μαζί μας. Πληροφορήθηκα το θάνατο του στο Βέλγιο και σκέφτηκα να κάνω κάτι. Το ίδιο σκέφτηκε και ο Alex. Στην κουβέντα ήταν και ο Δημήτρης. Έτσι έγινε. Δεν ήταν προσχεδιασμένο» λέει ο Billy. Ο Δημήτρης τον ήξερε από άλλο μετερίζι, από τις μέρες των Αγανακτισμένων στην πλατεία Συντάγματος. «Ήμουν στην ομάδα καλλιτεχνών στο Σύνταγμα. Ειδές που πριν ρώταγες για το πολιτικό; Μόνο και μόνο που κάναμε graffiti για ένα σκύλο που αγωνίστηκε ενάντια στην εξουσία, δεν είναι πολιτική πράξη;».
Την επόμενη μέρα ο Billy, ο Δημήτρης και καμιά 30αριά ακόμα street artists έδωσαν στην οδό Σαρρή και τη μετέτρεψαν σ’ ένα μεγάλο ανοιχτό, καλλιτεχνικό εργαστήριο, φτιάχνοντας έργα πάνω σε καμβάδες για να τα κρεμάσουν απέναντι, στο παλιό και έρημο πλέον κτίριο της Πυροσβεστικής. Νομίζω κι αυτή η πράξη πολιτική είναι. Ειδικά , αν σκεφτείς ότι την ίδια ώρα έπαιζε ντέρμπι Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός.